Η ηλικία των 30 παρουσιάζεται συχνά ως με μεταβατική περίοδος, όπου συχνά καλείσαι να έχεις κατασταλάξει τόσο στον εργασιακό σου κλάδο όσο, και οικονομικά. Κάπου εκεί συχνά ξεκινάει και η μουρμούρα του άντε να βρεις κι έναν καλό άνθρωπο να κανείς οικογένεια. Ακολουθεί το “έξυπνος είσαι, μορφωμένος είσαι, μια καλή δουλειά έχεις τι σου λείπει”. Παρ’ όλα αυτά, αν αναλογιστούμε ότι όντας 30, τότε έχουμε το λιγότερο αλλά 30 χρόνια εργασίας -30 χρόνια τα όποια δεν πρέπει να πάνε χαμένα- σίγουρα δεν αξίζει να τα ξοδέψουμε σε μια δουλειά η οποία δε μας γεμίζει ή δεν την απολαμβάνουμε πραγματικά.

Σαφώς, μια αλλαγή καριέρας στα 30 μπορεί και να ακούγεται τρομακτική. Το ρίσκο μπορεί να είναι τεράστιο κι ο φόβος για την αβεβαιότητα του αύριο όλο και μεγαλώνει με την ιδέα. Ναι, μπορεί να χάσουμε όλα όσα έχουμε χτίσει με κόπο τα τελευταία χρόνια και να βρεθούμε στο μηδέν ξανά. Ν’ αναγκαστούμε να απαντήσουμε ερωτήσεις του τύπου «παιδί μου τρελάθηκες, θ’ αλλάξεις δουλειά τώρα;», αλλά δε χρωστάμε εξηγήσεις σε κανέναν κι εντούτοις, η δεκαετία των 30, είναι μια καλή αρχή γι’ αναθεώρηση. Γνωρίζουμε τις δυνατότητες και τις αδυναμίες μας, έχουμε θεωρητικά συνειδητοποιήσει τα θέλω μας κι αυτά που μας κάνουν ευτυχισμένους, οπότε είμαστε σε θέση για καταρτισμένες αποφάσεις που ξεκάθαρα στα 20 δεν μπορούσαμε να πάρουμε.

Στα 18, με τα μυαλά στα κάγκελα καλούμαστε να πάρουμε αποφάσεις οι οποίες πρέπει να είναι και καθοριστικές για το μέλλον μας. Μπορεί να ονειρευτήκαμε να κατακτήσουμε τον κόσμο, να γίνουμε μεγαλοδικηγόροι, επιστήμονες, να διοικούμε επιχειρήσεις. Παρ’ όλα αυτά, τα θέλω μας και τα όνειρα κάποτε αλλάζουν κι έτσι καλούνται ν’ αλλάζουν κι οι δουλειές. Αν φτάσεις σε σημείο να νιώθεις ότι η δουλειά σου δε σου δίνει την ανάλογη ικανοποίηση, τότε μην περιμένεις να τη μισήσεις για να την αλλάξεις!

Πολύ πιθανόν στα 18 μας, να μην είχαμε ιδέα τι ήταν αυτό που να μας ταίριαζε. Κι εκεί μπορεί να πέσαμε στην παγίδα του «πήγαινε σ’ αυτή τη σχολή, 4 χρονιά κι έλα μετά να αναλάβεις τα ηνία, να ξεκουραστεί και λίγο ο πατέρας σου» ή «παιδί μου είσαι χαζό έχεις στρωμένη δουλειά και το σκέφτεσαι;», Και μπορεί τότε να ακουγόταν ιδανικό ή να μην είχαμε συνειδητοποιήσει τη βαρύτητα αυτής της πράξης, βάζοντας στην άκρη μια καριέρα σε έναν άκρως αντίθετο κλάδο, γιατί το ρίσκο κι η αβεβαιότητα ήταν μεγάλα. Στην πορεία μπορεί να συνειδητοποιήσουμε ότι ο συγκεκριμένος κλάδος θα μας ταίριαζε καλύτερα αλλά αυτό το ξεβόλεμα μάς πέφτει λίγο βαρύ. Όμως, δεν είμαστε αναγκασμένοι να παγιδευτούμε σε μια δουλειά που δε μας γεμίζει αλλά έχει μέλλον.

Όλοι έχουμε μέρες που δεν έχουμε διάθεση για δουλειά, αυτό σαφώς δεν είναι red flag. Αυτό που είναι όμως, είναι να φτάσεις σε σημείο να απεχθάνεσαι κάθε πρωί την ώρα και τη στιγμή που ξύπνησες να πας δουλειά, η διαδρομή για το γραφείο να μοιάζει σαν σκέτη κόλαση και το γραφείο σαν ρουφήχτρα που θα σε κατασπαράξει. Τότε εκεί το πράγμα αλλάζει. Όταν κάθε πρωί που ξυπνάς μετράς αντίστροφα να έρθει το Σαββατοκύριακο για να μην πας γραφείο, ή ποτέ θα έρθει η μέρα να πας αυτές τις διακοπές, τότε κάπου βαράνε καμπανάκια, που όσο κι αν θέλουμε να αγνοήσουμε θα έρθει η μέρα που αυτό δε θα είναι πλέον εφικτό.

Από την άλλη, υπάρχει κι η περίπτωση να αγαπάμε τη δουλειά μας, αλλά απεχθανόμαστε ό,τι αυτή μάς φέρνει. Το άγχος, την πίεση και κάποτε την αβεβαιότητα που συχνά μια δουλειά στον δημιουργικό κλάδο κουβαλά. Όσα περνάνε τα χρόνια συχνά συνειδητοποιούμε το βάρος της καθημερινότητας. Είναι εξίσου σημαντικό να μπορούμε να διαχειριστούμε την πίεση και το άγχος της δουλειάς μας και να μη νιώθουμε ότι θα μας κατασπαράξει. Υπάρχουν άτομα τα οποία δεν μπορούν διαχειριστούν το άγχος και προτιμούν μια δουλειά με πιο χαλαρά ωράρια που θα τους επιτρέπει περισσότερο ελεύθερο χρόνο, γιατί δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στην πίεση και το στρες.

Αν αναλογιστούμε λοιπόν, ότι ξοδεύουμε 8 ώρες την ημέρα δουλεύοντας -στην καλύτερη περίπτωση- τότε αυτό ισοδυναμεί στο ⅓ της εργασιακής μας ζωής. Επομένως αξίζει να θυσιάσουμε την προσωπική μας ευτυχία και να παραμείνουμε βολεμένοι σε μια δουλειά που δε μας ικανοποιεί ψυχικά; Να παραιτηθούμε; Και μετά; Τι θα πούμε στους δικούς μας; Πώς θα τα βγάζουμε πέρα με το νοίκι; Να γυρίσουμε πάλι στο πατρικό; Άσε καλύτερα, ας μείνουμε εδώ που έχουμε την άνεσή μας. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν φορές που πρέπει να κάνουμε ένα βήμα πίσω για να κάνουμε 10 μπροστά. Η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα “και τα όνειρα μια μέρα θα πάρουν εκδίκηση”, Ελύτης.

Συντάκτης: Τόνια Κωνσταντίνου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου