Καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι πέφτουν θύματα ληστείας ή κλοπής. Τσάντες, πορτοφόλια, σπίτια, αυτοκίνητα, κινητά, δεκάδες προσωπικά αντικείμενα περνούν απ’ τα χέρια των ιδιοκτητών τους στα χέρια κάποιων άλλων. Τα θύματα δικαιούνται να κινηθούν νομικά για να βρουν το δίκιο τους και φυσικά, να τιμωρηθεί ο κλέφτης.
Υπάρχουν κι εγκλήματα που πληγώνουν το ίδιο κι όμως, ο δράστης μένει ατιμώρητος. Όσο κι αν νευριάζεις, όσο κι αν βγαίνεις απ’ τα ρούχα σου. Κλοπές που μένουν ατιμώρητες γιατί κανένας δε θεώρησε πως οι βλάβες που προκαλούν είναι σημαντικές ή πως ο θύτης οφείλει να πληρώσει για το κακό που σου ‘κανε.
Τύποι που το έχουν στο αίμα τους να κλέβουν. Να οικειοποιούνται τον κόπο σου, τη δουλειά σου, τα όσα έκανες δικά σου. Τύποι που τους είναι πιο εύκολο να αρπάξουν κάτι δικό σου απ’ το να δημιουργήσουν κάτι δικό τους. Κι έτσι, βρίσκεσαι αντιμέτωπος με πολλά νεύρα να απορείς για το θράσος των ανθρώπων γύρω σου.
Η δημιουργικότητα είναι χάρισμα. Είναι δώρο για εκείνους που ξύνουν το κεφάλι τους και κατεβάζουν ιδέες. Δικές τους ιδέες. Κάθονται και το στύβουν άλλοτε με τις ώρες κι άλλοτε έρχονται θεόσταλτες σε μερικά δεύτερα. Λέγεται έμπνευση, προσωπικότητα. Είναι κτήμα τους κι ο καθένας θα έπρεπε να στέκεται στο δικό του κτήμα και να μη χώνεται σε χωράφια αλλουνού.
Κατά συρροή κλέφτες. Κλέφτες ιδεών, μιμητές του χαρακτήρα σου, του τρόπου που μιλάς, που φέρεσαι, που κινείσαι. Γύπες της σχέσης σου, του συντρόφου σου, της φιλίας σου. Θέλουν πάντα αυτό που έχεις εσύ. Μια δουλειά, μια σκέψη, μια άποψη. Τον τρόπο που εκφράζεσαι, που αστειεύεσαι, που ντύνεσαι, που πορεύεσαι. Εθισμένοι να κυνηγούν τα ψίχουλα που άφησες πίσω. Κολλημένοι να έρχονται πάντα δεύτεροι, πίσω σου, να κοιτούν την πλάτη σου, να θέλουν να την πιάσουν και να περάσουν από πάνω της. Δεν μπορούν. Ποτέ δε θα μπορέσουν. Βλέπεις, γεννήθηκαν για να έρχονται δεύτεροι. Γεννήθηκαν αντίγραφα γιατί ποτέ δε θα μπορούσαν να ‘ναι πρωτότυπα.
Το ‘χει η μοίρα τους. Μην τους θυμώσεις. Είναι το μόνο που έχουν. Είναι το μόνο που ξέρουν. Δε γνωρίζουν πώς να σχηματίζουν δρόμους. Πατάνε πάντα σε χώματα πατημένα απ’ τα δικά σου πόδια. Λίγο δειλοί, λίγο φοβισμένοι, λίγο άχρωμοι κι άοσμοι. Εσύ είσαι το πρότυπο στα δικά τους μάτια. Εσύ είσαι αυτό που εκείνοι δε θα μπορούσαν ποτέ να γίνουν. Κι έπειτα, να η ζήλια, ο θυμός και η γνώση. Γνώση για το ό,τι εσύ τα κατάφερες καλύτερα, ό, τι άξιζες κάτι περισσότερο. Ακολουθεί η αποδοχή. Οφείλουν να παραδεχτούν πως σε θαυμάζουν. Κάτι απ’ τα κομμάτια της ζωής σου θα ήθελαν να ανήκει στη δική τους.
Αρχίζουν να μιμούνται ό,τι μπορούν, όπως μπορούν. Να αγγίξουν λίγο από εκείνα που εσύ κατάφερες πρώτα. Να κλέψουν κάτι από τη δόξα, λίγο από την τύχη, κατιτίς από σένα. Θα αργήσεις να το καταλάβεις. Θα αγνοήσεις τα πρώτα σημάδια, θα αναφωνήσεις: «αποκλείεται», μέχρι που θα σιγουρευτείς πως τα χέρια του απέναντι κρατάνε κάτι που μοιάζει να ήταν δικό σου.
Εκείνος που κλέβει δεν είναι απαραίτητα χειρότερος από σένα. Στα μάτια του, όμως, είσαι σίγουρα καλύτερος εσύ. Κι αυτό είναι από μόνο του η μεγαλύτερη επιβράβευση που μπορείς να πάρεις. Όσο και να εκπλαγείς, όσο και να νευριάσεις, πρέπει να ξέρεις πως αργά ή γρήγορα, θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου κι ο καθένας θα πάρει αυτό που του αξίζει.
Η μεγαλύτερη τιμωρία ενός κλέφτη δεν είναι η κατακραυγή. Είναι η γνώση πως αυτό που έχει στην κατοχή του θα είναι πάντα κάτι κλεμμένο.
Επιμέλεια Κειμένου Κατερίνας Χήναρη: Κατερίνα Κεχαγιά.