Ελ. Βενιζέλος. Παρασκευή βράδυ. Κοίταξα την ώρα. Σύντομα θα επιβιβαζόμουν.
Στο λαπτοπ έπαιζε ένα επεισόδιο από το «Είσαι το ταίρι μου». Ο Γρηγόρης ήθελε να ταξιδέψει στη Μελβούρνη, αλλά δεν είχε χρήματα για τα εισιτήρια. Ο Λάζαρος με μια υδρόγειο ανά χείρας τού πρότεινε πιθανούς τρόπους μετάβασης στην Αυστραλία. Η σκηνή τελείωνε με τη φράση: «για την αγάπη σου όλα τα υπομένεις». Φράση κλειδί.
Ποτέ δε λάτρεψα τις βαρύγδουπες δηλώσεις. Αυτές που διατυμπανίζουν μια αγάπη ισοπεδωτική που για χάρη της αξίζει να κάνεις τα πάντα, να δίνεις τα πάντα, να χάνεις τα πάντα. Προτιμώ μια αγάπη λιγότερο φωνακλού που θα τη νιώθω στο πετσί μου.
Ή νόμιζα πως προτιμούσα, μέχρι που ήρθες εσύ κι ανέτρεψες τα πάντα. Στη ζωή ό,τι κοροιδεύεις, το λούζεσαι μεγαλοπρεπώς.
«Έχεις ταξιδέψει με αεροπλάνο;»
«Ποτέ» σου απάντησα. «Τα φοβάμαι τα ύψη.»
«Μαζί μου θα πάψεις να φοβάσαι» ξεστόμισες, κι ακόμη θυμάμαι πως με τσάντισε η σιγουριά σου.
Ήσουν όλα όσα δεν ήθελα. Ενοχλητικός, ισχυρογνώμων και μακριά. Κυρίως μακριά. Στάθηκε, όμως, αδύνατο να σε αγνοήσω. Όταν νιώθεις κάτι τόσο έντονο, αδυνατείς να του γυρίσεις την πλάτη για καιρό. Οφείλεις να ακούσεις αυτή τη φωνή μέσα σου που ουρλιάζει να πέσεις με τα μούτρα κι όπου βγάλει.
Κι έπεσα. Φόρεσα τη ταμπέλα της σχέσης εξ αποστάσεως και τη μόστραρα στον κόσμο με τιμή. Άλλαξα απόψεις και πήρα απόφαση πως η δική μας ιστορία θα είναι διαφορετική. Δε θα ‘χει άδοξο τέλος. Δεν θα της επέτρεπα εγώ να έχει. Θα την υπερασπιζόμουν μέχρι τέλους.
Στη ζωή δεν έρχονται όλα όπως τα θες. Ούτε ο έρωτας έρχεται όπως τον θες. Δεν έχει χάρτες. Έχει δικές του συντεταγμένες. Δεν γνωρίζει αποστάσεις κι εμπόδια. Σου λέει, αν θέλεις, μπορείς. Όλα τα μπορείς.
Κι εγώ θέλω εσένα. Μακάρι να ήθελα το γείτονα, το συνάδελφο, τον οποιοδήποτε για τον οποίο δε χρειάζεται να κλείσω εισιτήριο για να μπορέσω να τον δω. Όμως, επιλέγω εσένα με τη μούρλα σου, με τα στραβά σου και τα χιλιόμετρά σου.
Εσένα που δε μπορώ να έχω κάθε μέρα· που είναι δύσκολο να σε φτάσω. Προτιμώ να ξεκλέβω σαββατοκύριακα ζωής για ν’ αντέχω τις εβδομάδες της ανίας.
Δεν τους ζηλεύω πια τους άλλους, τους φυσιολογικούς, αυτούς που μοιράζονται καθημερινότητες. Δεν είναι καλύτεροι από μας. Αυτοί βλέπονται χωρίς να κοιτούν και μιλάνε χωρίς να ακούνε. Εκεί κρύβεται η αληθινή απόσταση.
Εσύ είσαι δίπλα μου. Μέσα από ένα τηλέφωνο σε νιώθω πιο κοντά μου από οποιονδήποτε βρέθηκε πλάι μου. Κι όταν αυτό δε φτάνει, ρίχνω τα απαραίτητα σε μια βαλίτσα και τρέχω να σε βρω.
Αλλά δε φτάνει ο χρόνος, μάτια μου, για να χορτάσει το σώμα. Ούτε τα λόγια να ηρεμήσουν το μυαλό. Δε χωράνε σε ένα διήμερο, σε ένα ταξίδι, σε ένα κρεβάτι. Οι στιγμές μας μετρημένες και η επιθυμία μου αμέτρητη, διεκδικεί χώρο κι αέρα.
Κι εγώ διεκδικώ εσένα. Ποτέ δε θα κουραστώ να σε διεκδικώ. Θα γεμίζω και θα αδειάζω βαλίτσες με την ίδια προσμονή.
Κι όταν με ρωτάνε: «καλά, δε σας κούρασαν τα πήγαινέλα;» θα απαντώ πως «για την αγάπη σου όλα τα υπομένεις» και θα θυμάμαι τον τρόπο που με αγκαλιάζεις κάθε φορά που φτάνω στον αγαπημένο προορισμό μου.
Κοντά σου.