Άλλοτε συμφέρει, άλλοτε αναστατώνει να θυμάσαι τα πάντα με λεπτομέρεια. Γι’ αυτό, μερικοί δυνατοί χαρακτήρες φοβήθηκαν τη μνήμη και τη σκότωσαν κι άλλοι κρεμάστηκαν από μια τόσο δα κλωστή, που τους έπνιγε κάθε βράδυ πριν καταφέρουν να τους πάρει ο ύπνος, με την ελπίδα πως θα τους γλύτωνε απ’ αυτά που τους πλήγωναν, που τόσο έντονα χαράχτηκαν στη σκέψη τους.
Η αλήθεια είναι πως πονάει να γυρνάς πίσω στο χρόνο και να θυμάσαι πράγματα και γεγονότα που με κάποιο τρόπο πήραν ένα κομμάτι του εαυτού σου. Από ένα τοπίο που σου πρόσφερε παρηγοριά στα δύσκολα ξημερώματά σου ως στη σκέψη ενός άνθρωπου που με κάποιο τρόπο άφησε αποτυπώματα στην ψυχή σου. Σημάδια που δε σβήνονται και τραύματα που δεν έχουν την επιλογή της γιατρειάς, δυστυχώς.
Άτιμη σκέψη, θα πεις, η οποία με ευκολία σου υπενθυμίζει τα δύσκολα και με τεράστια άνεση ξεχνάει τα όμορφα, τα οποία έχτισαν τον χαρακτήρα σου δημιουργώντας έναν άνθρωπο που στο τέλος έμαθε να εκτιμά. Να εκτιμά πως ένα ηλιοβασίλεμα μπορεί όντως να στεγνώσει δάκρυα και να γεμίσει το μέσα σου με ευγνωμοσύνη για την ομορφιά που αντικρίζουν κάτι μάτια σκοτεινιασμένα.
Μετά υπάρχει και το άλλο που βιώνουν αρκετοί κι αυτό αφορά τη θύμηση γεγονότων ακόμα και των πιο ανούσιων στιγμών οι οποίες μπορεί να περιέχουν ανθρώπους που δε σου δημιούργησαν την καλύτερη εντύπωση. Ή στιγμές από παιδικά χρόνια στα θρανία, καταπίνοντας την τσίχλα πριν την αρχή των θρησκευτικών, για να μη σε υποψιαστεί ο καθηγητής σου.
Θυμάσαι ονόματα ανθρώπων που η τελευταία φορά που ειδωθήκατε ήταν πριν μια δεκαετία και με έντονο τρόπο τη μυρωδιά της κουβέρτας που σε σκέπαζε στα επτά σου. Τραγούδια που είχες να ακούσεις για χρόνια, τα θυμάσαι απέξω κι ανακατωτά που λένε, και με ουδεμία δυσκολία ξεχνάς τις προσβολές των τάχα φίλων σου που είχες ως έφηβος. Λόγια ανθρώπων σε ενοχλούν και θυμώνεις με όσους σε δίκασαν χωρίς να σε γνωρίζουν.
Ισχύει πως δεν είναι ό,τι καλύτερο να θυμάσαι τις λεπτομέρειες που κουβαλάει το παρελθόν και να τις φορτώνεις στο μυαλό σου, ενώ θα ήταν προτιμότερο να θυμάσαι μόνο τα ευχάριστα. Αλλά έτσι είναι το υποσυνείδητο, βλέπεις, κρατάει λίγη πίκρα για να σε συντροφεύει, καθώς μεγαλώνεις κι αφαιρεί τις στιγμές που γελάσεις με όλη σου την ψυχή, χτυπώντας τα χέρια σου στο ρυθμό της ευτυχίας που σου έκοβε την ανάσα και γέμιζε τα κύτταρά σου μόνο με ικανοποίηση.
Γι’ αυτό, αν καταφέρεις να πας τον χρόνο πίσω και να φορτωθείς με σκέψεις θετικές, στιγμές που άξιζαν να συμβούν, θα κάνεις μια τεράστια χάρη στον εαυτό σου. Γιατί σου αξίζει να χαμογελάς κάθε φορά που κάνουν είσοδο τα όμορφα παρά να σκάνε ύπουλα κι απρόσκλητα αυτά που τσάκισαν λίγο απ’ το «είναι» σου.
Αυτό το «είναι» που όσο το σιδερώνεις τσαλακώνεται κι άλλοτε μουχλιάζει. Αυτό το «είναι» που χτίζεται δύσκολα κι εύκολα γκρεμίζεται κι όταν δηλητηριάζεται διαρκώς από στιγμές αρνητικές, δύσκολα θα σωθεί.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη