Φανταστείτε να είστε διακοπές με τους φίλους σας σε κάποιο νησί και να δείτε ξαφνικά μπροστά σας έναν έρωτα παλιό, μια προηγούμενή σας σχέση. Θα μου πείτε «και τι έγινε;». Το θέμα, όμως, δεν είναι ότι απλώς τον είδατε, αλλά το πώς τον είδατε!
Όλοι είχαμε έρωτες στο παρελθόν που πλέον δεν ξέρουμε ούτε καν πού βρίσκονται κι έχουμε χρόνια να μάθουμε νέα τους. Για κάποιους απ’ αυτούς δεν μας πολυνοιάζει κιόλας, γιατί καταφέραμε να ξεχάσουμε πολύ γρήγορα ή δεν δεθήκαμε ποτέ μαζί τους. Όταν, όμως, πρόκειται για μακροχρόνιες σχέσεις ή για δυνατούς έρωτες, οι αναμνήσεις δεν μπορεί παρά να επιστρέφουν στο μυαλό μας σε ανύποπτη χρονική στιγμή. Τι γίνεται, λοιπόν, όταν δεν έχουμε πλέον επαφές με κάποιον, και ξαφνικά εμφανιστεί μπροστά μας τυχαία;
Έχει περάσει καιρός απ’ την τελευταία φορά που βρεθήκατε, έχετε κι οι δυο αλλάξει τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά, αλλά όχι τόσο, ώστε να μην καταφέρετε να αναγνωρίσετε ο ένας τον άλλο. Την στιγμή της συνάντησης, το αίσθημα του έρωτα -του τότε, του μεγάλου- θα ξυπνήσει και φέρει στην επιφάνεια στιγμές και εικόνες που είχατε καταφέρει να θάψετε βαθιά μέσα σας. Με την αμηχανία να είναι εμφανής, όπως τότε, τη στιγμή του πρώτου σας φιλιού, θα κοιταχτείτε κατάματα, προσπαθώντας να παρατηρήσετε κάθε λεπτομέρεια, κάθε αλλαγή, κάθε τι που ο χρόνος έχει φθείρει, με αποτέλεσμα να εξασθενήσει απ’ τη μνήμη σας.
Με πολλή σκέψη και σίγουρα με άγχος ίσως πάρετε την απόφαση να πείτε έστω ένα «γεια». «Γεια, με θυμάσαι;», ρωτάς και σου απαντάει με θαυμασμό στο βλέμμα, γιατί ακόμα κι αν αρχικά σκάλωσε, τελικά κατάφερε να σε αναγνωρίσει. Απαντάει: «Δεν το πιστεύω! Τι κάνεις; Πώς είσαι; Προφανώς και σε θυμάμαι.».
Η κουβέντα συνεχίζεται, αλλά όχι για πολύ. Λέτε πώς περνάτε, τι κάνετε, αλλά ο διάλογος δεν μπορεί παρά να είναι σύντομος, μιας και κάποια στιγμή ακούς κάποιον άλλον να φωνάζει τ’ όνομά του/της. Γυρνάς, κοιτάς, και βλέπεις ένα πρόσωπο που δεν έχεις ξαναδεί. Για σένα άγνωστος, για τον πρώην σου, όμως, ο νυν σύντροφός του.
«Έλα αγάπη μου», ακούς να λέει, μένεις έκπληκτος, φροντίζει να σε συστήσει και σε παρουσιάζει ως παλιό γνωστό. Κοιτάζεστε με ακόμα περισσότερη αμηχανία για κάποια δευτερόλεπτα και δεν λέτε τίποτα. «Θα τα ξαναπούμε, χάρηκα», λες και φεύγεις.
Η παραπάνω ιστορία ήταν ένα παράδειγμα για να δείξει ότι αρκετές στιγμές αναρωτιόμαστε τι να κάνουν άραγε οι πρώην έρωτές μας. Προφανώς και κάποιοι θα ‘χουν παντρευτεί. Άλλοι θα ‘χουν κάνει και παιδιά. Κάποιοι μπορεί απλώς να είναι σε μακροχρόνια σχέση ή αρραβωνιασμένοι, ενώ άλλοι ελεύθεροι να μην έχουν βρει ακόμα το πολυπόθητο ταίρι ή να μην ήθελαν να δεσμευτούν από επιλογή.
Το πιο όμορφο όταν φτάνουν στο μυαλό μας τέτοιες σκέψεις είναι να ευχόμαστε να είναι όλοι καλά όπου κι αν είναι, με όποιον κι αν είναι, ό,τι κι αν επέλεξαν να κάνουν στη συνέχεια της ζωή τους. Το ότι πλέον είναι μακριά μας, συνέβη για κάποιο λόγο και καλό θα ήταν να αφήσουμε το παρελθόν ήσυχο και ούτε να διανοηθούμε να επιστρέψουμε σε τελειωμένες ιστορίες.
Θα παραμείνουν στο μυαλό μας ως άνθρωποι που μαζί τους περάσαμε πολλές στιγμές, άλλες όμορφες κι άλλες άσχημες. Πάντα θα ‘χουν μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μας, ακόμα κι αν δεν είναι πλέον μαζί μας. Πρέπει να αντιλαμβανόμαστε ότι η ζωή προχωράει, γιατί μόνο όταν δούμε το παρελθόν, θα καταλάβουμε πόσο διαφορετικό είναι το παρόν μας. Ας θυμόμαστε πως τότε ήμασταν δυο παιδιά που αγαπήθηκαν, μα τα παιδιά αυτά μεγάλωσαν τώρα.
Η ζωή προχωράει και μαζί της πρέπει να προχωράμε κι εμείς!
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.