Υπάρχουν φάσεις στη ζωή μας που συνοδεύονται από διαφορετικές μορφές που αποκτά ο έρωτας κι οι σχέσεις για εμάς. Στην προ-εφηβεία έχουμε δύο παιδάκια που νομίζουν ότι αγάπησαν κι ερωτεύθηκαν φτιάχνοντας μια σχέση με την αφέλεια και την παιδικότητα της ηλικίας. Στην εφηβεία αλλάζουμε έρωτες και συναισθήματα σαν τα πουκάμισα. Μετά αρχίζει να γίνεται λίγο πιο σοβαρό το πράγμα και τα αισθήματά μας δυναμώνουν πιο πολύ. Αναζητάμε κάτι ίσως λίγο πιο σταθερό, ενώ έρχεται ένα κομβικό σημείο που οι πιο πολλοί καταλήγουμε είτε να είμαστε σε μια μακροχρόνια σχέση κι ως εκεί, είτε να προχωράμε παρακάτω, σ’ αυτό που ονομάζουμε ως επισημοποίηση της σχέσης μας.
Όσο πιο πίσω πάμε χρονικά τόσο πιο έντονα παρουσιαζόταν η ανάγκη για τους ανθρώπους να βάλουν αυτή την ταμπέλα στη σχέση τους γιατί τότε ήταν δεδομένο ότι θα είναι μαζί για το υπόλοιπο της ζωής τους κι όσο το καθυστερούσαν, τόσο πιο ύποπτοι θεωρούνταν για έξαλλη ζωή. Μιλάμε για χρόνια που δεν υπήρχαν τα διαζύγια, που στις μέρες μας τα «αγοράζουμε» λες κι είναι τσίχλες. Σήμερα θα μιλήσουμε γι’ αυτό και γιατί τα δεδομένα έχουν αλλάξει.
Τι είναι καταρχάς η επισημοποίηση μιας σχέσης; Είναι η χαρά, είναι το «ευχαριστώ» απέναντι στον άνθρωπό σου, είναι μια επίσημη-δημόσια δήλωση, ας το πούμε, ότι πλέον ανήκετε ο ένας στον άλλον. Όταν το ζευγάρι νιώθει την ανάγκη και θέλει με κάποιο τρόπο να βάλει τα θεμέλια της σχέσης του, τότε καλοδεχούμενοι είναι οι οποιοιδήποτε εορτασμοί προς την επίτευξη αυτού του στόχου.
Υπάρχουν απ’ την άλλη και κάποιοι εξωτερικοί παράγοντες οι οποίοι δεν έχουν ως στόχο το να γιορτάσουν την αγάπη. Για παράδειγμα, πολλοί πιστεύουν ότι «πρέπει» να επισημοποιήσουν τη σχέση τους για λόγους κοινωνικούς. Τείνουν λοιπόν να προχωρούν σε κάποιου είδους αρραβώνα είτε για να αποδεχθούν οι συγγενείς το γεγονός ότι πλέον μένουν μαζί ή ακόμη και να χώσουν τη σφραγίδα της δήλωσης της σοβαρότητας της σχέσης σε πιο γενικό κι αφηρημένο πλαίσιο. Ακόμη, βλέπουμε ζευγάρια να προβαίνουν σε τέτοια βήματα έχοντας ως απώτερο σκοπό το να μαζέψουν χρήματα, αφού αυτό είθισται να συμβαίνει σε τέτοια «πάρτι». Εδώ λοιπόν δε μιλάμε για το πώς νιώθουν οι δυο άνθρωποι ο ένας σε σχέση με τον άλλον, αλλά για το τι βολεύει ή συμφέρει να συμβεί τη δεδομένη στιγμή.
Είναι κι η οπτική που δείχνει ότι η σχέση δεν ήταν πριν «πρόχειρη» για να καθίσταται η ανάγκη να μετατραπεί, μέσω κάποιων βημάτων, σε επίσημη. Στην εποχή μας κανένας αρραβώνας ή κανένας γάμος δεν πρόκειται ν’ αποτρέψει έναν χωρισμό εάν αυτός προκύψει. Όταν λοιπόν αυτό γίνεται έχοντας τη λογική του ψυχαναγκασμού στο πίσω μέρος του μυαλού, όχι απλώς δε θα πετύχει αλλά πιθανό να φέρει και τα αντίθετα αποτελέσματα γρηγορότερα. Όταν δυο άνθρωποι αποφασίζουν σχετικά με τα συναισθήματά τους, με βάση το τι είναι πρακτικό παρά το τι στ’ αλήθεια θέλουν, τότε αυτόματα ασκούν πίεση στον εαυτό τους. Η πίεση αυτή ίσως μεταγενέστερα μετατραπεί σε ξεσπάσματα που θα τους κάνουν να δουν ότι δεν επέλεξαν με βάση τα θέλω τους αλλά με βάση τα πρέπει των υπολοίπων.
Και τέλος πάντων τι αλλάζει όταν δυο άνθρωποι ζουν μαζί και περνούν όμορφα ο ένας με τον άλλον αν φορεθεί μια βέρα ή δοθεί μια υπόσχεση παραπάνω; Οι άνθρωποι είναι ακριβώς οι ίδιοι. Οι συνθήκες της καθημερινότητάς τους δε διαφοροποιούνται κι απλώς μπαίνουν στο τριπάκι να ικανοποιήσουν τρίτους, παρ’ όλο που μπορεί αρχικά να μην το αντιλαμβάνονται κι οι ίδιοι.
Η επισφράγιση μιας σχέσης δεν έρχεται με δημόσιες δηλώσεις και με υποσχέσεις παντοτινής αφοσίωσης αν αυτή πρακτικά απουσιάζει. Έρχεται μέσα από τις πράξεις και μέσα από καθημερινή προσπάθεια η οποία πιθανό να μη συνοδεύεται από τέτοια μέσα. Έστω ότι ένα ζευγάρι αποφασίζει να προβεί στο γεγονός της επισημοποίησης, όμως στην πραγματικότητα η σχέση δεν είναι υγιής για τον οποιοδήποτε λόγο. Τότε αυτός ο δεσμός θεωρείται επίσημος απλώς επειδή ήταν κάποιοι μπροστά και το είδαν; Ή από την άλλη, όταν δυο άτομα είναι αφοσιωμένα το ένα στο άλλο, αντιμετωπίζουν κάποιου είδους έλλειψη στη σχέση τους γιατί είναι «ανεπίσημη»;
Πού καταλήγουμε λοιπόν; Το τι θα κάνει ένα ζευγάρι με τη ζωή του και το οποιοδήποτε μέλλον θα ήθελε να έχει, ορθό θα ήταν να ορίζεται καθαρά από αυτό και μόνο αυτό κι όχι επειδή κάναμε αυτή τη λέξη μια ταμπέλα για να φοριέται σε δάχτυλα και καρδιές. Αγαπηθείτε ρε παιδιά. Αρκεί, αλήθεια.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου