Είναι μια στιγμή. Μια μοναδική στιγμή, σαν ένα «κλικ» μέσα στο μυαλό σου, σαν να κλείνει ένας διακόπτης. Αφουγκράζεσαι τη σιωπή και συνειδητοποιείς το τέλος. Δεν έχει σημασία αν έκανες ό,τι μπορούσες για να το αποφύγεις ή αν το προκάλεσες εσύ. Δε μετράει εκείνη την ώρα αν το καθυστέρησες ή αν πάλεψες για να το δεις να συμβαίνει.
Κάθε τέλος είναι μια απώλεια. Ένας κύκλος που κλείνει. Παρά τη φωνή της λογικής μέσα σου, που σου λέει ότι αυτή η στιγμή σηματοδοτεί μια νέα αρχή, εσύ κρατάς το βλέμμα σου καρφωμένο σ’ αυτό που σιγά-σιγά απομακρύνεται απ’ το προσκήνιο της ζωής σου. Τίποτα πιο τραγικά όμορφο απ’ την αυλαία που πέφτει.
Ευτυχώς ή δυστυχώς για σένα, πέφτει αργά. Τόσο, όσο χρειάζεται για να σ’ αφήσει να δεις μια τελευταία πράξη. Ένα αφιέρωμα σ’ αυτό που αφήνεις πίσω σου, για να κοιτάξεις μπροστά.
Όσο σαδιστικό ή άδικο κι αν σου φαίνεται, προετοιμάσου για ένα θέαμα μαγευτικό. Ο σκηνοθέτης του έργου της ζωής σου έχει φυλάξει όλη του τη μαεστρία για το τέλος. Θέλει αυτές οι σκηνές να σου μείνουν αξέχαστες. Θέλει να δακρύσεις, να συγκινηθείς, να πονέσεις, ν’ αναρωτηθείς αν κάνεις το σωστό. Τρελαίνεται να σου δημιουργεί αμφιβολίες, όσο πιο έντονα συναισθήματα σε κάνει να νιώθεις, τόσο πιο περήφανος αισθάνεται για το έργο του.
Φωτίζει επιμελώς όλες τις όμορφες πλευρές της ιστορίας. Ακούς το γέλιο σου δυνατά, θυμάσαι κάθε στιγμή που πέρασες καλά, που χαλάρωσες, που αφέθηκες, που πίστεψες σε κάτι ιδανικό και γι’ αυτό, υπέροχο. Ακούς μουσικές προσεκτικά διαλεγμένες, για να συμπληρώνουν το παζλ της υποτιθέμενης ευτυχίας που φεύγει. Αυτής, που δεν μπόρεσες να κρατήσεις.
«Ίσως να μην ήταν και τόσο άσχημα τελικά» λέει η σκέψη σου κι οι αμφιβολίες αρχίζουν να μεγαλώνουν, απειλούν την απόφασή σου που είναι ειλημμένη, που δεν μπορείς πια να την πάρεις πίσω. Ξεροκαταπίνεις κι αρχίζεις να νιώθεις μια ακαθόριστη ταραχή, μια ανασφάλεια. Σαν να σου τραβάνε το χαλί κάτω απ’ τα πόδια. Τι σου συμβαίνει;
Ο σκηνοθέτης σε παρακολουθεί και ξέρει ότι τώρα έχει την ευκαιρία του. Τώρα μπορεί να σου δείξει αυτά που δε θα δεχόσουν να παρακολουθήσεις νωρίτερα. Σου παρουσιάζει, λοιπόν, ένα-ένα τα λάθη σου. Βλέπεις όλες τις φορές που ύψωσες τον τόνο της φωνής σου, που έχασες την ψυχραιμία σου, που βρόντηξες τις πόρτες πίσω σου. Ακούς τα σκληρά λόγια που ξεστόμισες, θυμάσαι κάθε αποτυχημένο χειρισμό της κατάστασης και καταλήγεις στο πόρισμά σου: Δηλώνεις ένοχος χωρίς ελαφρυντικά κι αφήνεσαι να βυθιστείς στο χάος των τύψεών σου.
Ο σκηνοθέτης ρίχνει, επιτέλους, την αυλαία κι αποχωρεί ικανοποιημένος. Η αποστολή του τελείωσε. Το έργο του κατάφερε ν’ αλλάξει, έστω και λίγο, τον ρου της ιστορίας. Αυτό ήθελε.
Η κρίση σου έχει θολώσει, το συναίσθημα έχει πάρει το τιμόνι κι όσο κι αν φωνάζει η λογική, για ν’ ακουστεί μες στο χάος του μυαλού σου, εσύ την αγνοείς επιδεικτικά. Πιστεύεις ότι το έργο σού άνοιξε τα μάτια, σ’ έκανε ν’ αντικρίσεις την αλήθεια κατάματα και ξεχνάς ότι απ’ το σενάριο έλειπαν βασικές πράξεις κι ότι η σκηνή ήταν γεμάτη με παραμορφωτικούς καθρέφτες.
Πού πήγαν όλα αυτά που οδήγησαν στο τέλος; Σε ποιο σημείο αναφέρθηκαν τα κακώς κείμενα, τα λάθη της άλλης πλευράς, οι δικές σου προσπάθειες για ν’ αποφευχθεί το άδοξο φινάλε; Πού πήγαν οι άσχημες στιγμές, το πλάκωμα στο στήθος σου, οι ατέλειωτες ώρες που έψαχνες μόνος σου για λύσεις;
Ωραίο το έργο και δε θα σου πω να μην το δεις. Ίσως να το έχεις κι ανάγκη, όλοι θέλουμε να πενθήσουμε γι’ αυτά που χάνουμε. Μην ξεχνάς, όμως, ότι ο σκηνοθέτης είναι πονηρός, το σενάριο κομμένο και το σκηνικό στημένο. Γι’ αυτό, βάλε τη λογική στο τιμόνι κι άφησέ την εκεί μέχρι να παιχτεί κι η τελευταία πράξη.
Αν, βέβαια, στο πέρασμα του χρόνου, το συναίσθημα που έχεις βάλει συνοδηγό συνεχίσει να φωνάζει στην ίδια ένταση κι η λογική δηλώσει αδύναμη να οδηγήσει το όχημα, τι να σου πω; Τότε, και μόνο τότε, ίσως αξίζει να δοκιμάσεις μια αλλαγή. Άντε, και καλά μας ταξίδια!
Επιμέλεια κειμένου Ζωής Ναούμ: Ελευθερία Παπασάββα.