Ταξίδεψε.
Γνώρισε τη μοναξιά της περιπλάνησης, κοιμήθηκε μέσα σε σκηνές και κάτω από τέντες, θαύμασε τοπία κι ερείπια, ανακάτεψε τον κόσμο και τράβηξε χαρτί, οι πνευματικές του φιλοδοξίες αυξήθηκαν μέσα σε κιτρινισμένες σελίδες και νέα συγγράμματα, κυνήγησε τον έρωτα αλλά συνάντησε πολλούς και στο τέλος επέστρεφε, όπως κάθε άλλη φορά.
Προς τα τέλη Μαΐου την ώρα που σουρούπωνε καθισμένος στο γραφείο του, άνοιξε η πόρτα κι εκείνη μπήκε μέσα. Την κοίταξε συγκινημένος κι ας είχαν περάσει τα σημάδια του χρόνου πάνω της. Το λιγοστό φως δεν τον άφηνε να αποτυπώσει την εικόνα και την τράβηξε απαλά κοντά στο παράθυρο. Μπορούσε ακόμα να διακρίνει τη σπιρτόζικη γυαλάδα στο καφετί των ματιών κι ας επέμενε αυτή ότι είχε πια χαθεί.
Άφησε τα πράγματά της πάνω στο γραφείο και καθίσαν στον καναπέ- δε μιλούσαν, απλώς κοιτούσαν ο ένας τον άλλο και χαμογελούσαν.
«Ξανά και ξανά», του είπε εκείνη κι αυτός ένιωσε την καρδιά του να χτυπά δυνατά. Όπως τότε.
Τέλη Μαΐου 2009
Ήταν μόλις δύο μήνες στην μπαρόκ πριγκίπισσα της Ευρώπης και είχε μαγευτεί. Η συνεργασία της με τους αυστηρούς κι αγέλαστους συναδέλφους την κλώτσαγε στο στομάχι, αλλά η ζωή μέσα σε αυτήν την πόλη με το εκθαμβωτικό σκηνικό της έδινε αποζημίωση. Τα μπαρόκ ιστορικά κτίρια από τη μια μεριά της όχθης και η παλλόμενη φλέβα ζωής από την άλλη, την έχριζαν ακαταμάχητη. Ανάμεσα στο νέο κόσμο και στον παλιό, ένα ποτάμι κυλούσε νωχελικά με τα ατμόπλοια να ποζάρουν για έναν ατελείωτο διαγωνισμό καπνού. Το μόνο μείον ήταν η μουντάδα του καιρού· τελείωνε η άνοιξη και η πόλη κουβαλούσε ακόμα τη ζοφερή ατμόσφαιρα του χειμώνα.
Άφησε την πινακοθήκη των Παλαιών Δασκάλων, ικανοποιημένη καθώς σιγουρεύτηκε ότι τα αγγελάκια που κοσμούσαν τον τοίχο του παιδικού της δωματίου ήταν το ίδιο στοργικά όσο και στον αυθεντικό πίνακα του Ραφαέλλο. Είχε μεσημεριάσει και η εικόνα του γεμιστού ψωμιού με το λιωμένο τυρί και το ξεροψημένο μπέικον την έκαναν να επιταχύνει το βήμα της. Η απόσταση με τα πόδια θα της προσέφερε ακόμα μια ξέγνοιαστη βόλτα, αλλά η ανάγκη να χορτάσει την πείνα της και η δροσιά μιας παγωμένης αυθεντικής μπίρας να τρέχει στο λαιμό της την έκαναν να αλλάξει κατεύθυνση και να πάρει το τραμ.
Κάποιοι ίσως να το χαρακτηρίζουνε σημάδι της μοίρας, άλλοι μια συνάντηση τυχαία, γι’ αυτούς όμως ήταν ξεκάθαρο- το πρώτο τους ραντεβού ήταν για λόγους πείνας. Η γνωριμία τους έγινε μέσα στο τραμ. Είχανε ιδωθεί κατ’ εξακολούθηση σε αλλαγές βάρδιας, ανταλλάσσοντας αινιγματικές ματιές, αλλά δεν είχαν τολμήσει να μιλήσουν. Η πρώτη κίνηση ήρθε από αυτόν καθώς θεώρησε ότι ήταν άκομψο να συναντιούνται επί δύο μήνες χωρίς να συστηθούν. Τον είχαν μεταφέρει κι αυτόν από άλλη έδρα και η γοητεία της πόλης τον είχε μαγνητίσει. Το κλίμα ήταν εύφορο με αρκετά κοινά σημεία που αναζωπύρωναν τη συζήτηση και της έδιναν πρόσχαρη κι ανάλαφρη πνοή.
Τα σκαλοπάτια κάτω από την υπαίθρια καντίνα ήταν γεμάτα από φοιτητές που ξεροστάλιαζαν στη συννεφιασμένη ζέστη του μεσημεριού. Προτίμησαν να δώσουν λίγη πολυτέλεια στον εαυτό τους και διάλεξαν μια μπιραρία που είχε ένα κιόσκι-βεράντα με θέα στο ποτάμι. Τρώγανε και μιλούσανε και στα διαλείμματα πίνανε και γελούσανε κι όλα αυτά με μια οικειότητα σαν να γνωριζόντουσαν από παλιά, σαν να έσφιγγαν έναν δεσμό που είχε χαλαρώσει. Επιστρέψανε με τα πόδια, το φινάλε της πρώτης συνάντησης δεν είχε κινηματογραφική σκηνή, την καληνύχτισε με μια χαλαρή αγκαλιά και την ευχαρίστησε για το όμορφο βράδυ.
Δύο μέρες αργότερα μια ανθοδέσμη με γαλάζιες τουλίπες χτύπησε την πόρτα του δωματίου της. Στο κέντρο της είχε ένα σημείωμα, με ένα ερωτηματικό στην αρχή και μια πρόταση που θα έλεγες ότι δεν έχει ενδιαφέρον.
«Κάτι ενδιαφέρον.» Το παρασύνθημα είχε πέσει, τώρα έπρεπε να μπει στο κυρίως θέμα.
Η επόμενη συνάντηση ήταν λίγο πιο επίσημη με εκείνη να έχει επιμεληθεί λίγο παραπάνω το boho στιλ της κι εκείνον να μυρίζει υπέροχα. Η λαχτάρα τους μεγάλωνε καθώς περίμεναν τη στιγμή για το επόμενο κι επόμενο ραντεβού. Έσμιγαν και χωρίζανε και δίνανε έναν έρωτα χωρίς θυσία, με μια δύναμη που τους άφησε ελευθέρους να αγαπηθούν.
Μπορούσαν να ακούν τις σκέψεις ο ένας του άλλου και να συμφωνούν με τη σιωπή ή να διαφωνούν με ένα νεύμα. Και μέσα σε αυτόν τον μυστηριακό παραλογισμό η ένωσή τους γινόταν με μια άλλη μορφή. Η εκπλήρωση του πόθου συνέβαινε πριν καν εκδηλωθεί κι αν μπορείς να υποθέσεις ότι θα υπάρξει ένα ολόκληρο για σένα, αυτοί ίσως και να το έχουν βρει.
Εκείνη ενημερώθηκε πρώτη για την καινούργια βάση, είχε το περιθώριο να μείνει, αλλά επέλεξε να απομακρυνθεί. Η αρχή ήταν δύσκολη- όλα ήταν άχαρα και βουβά. Αυτός το δέχτηκε, χωρίς να ξέρει αν πρέπει να το δεχτεί. Βασανίστηκε σιωπηλά μέχρι που στο τέλος αντέδρασε.
Τέλη Μαΐου του 2019
Οι μέρες που θα τον έβλεπε πλησίαζαν, αλλά ποτέ δεν ήξερε ακριβώς ποια θα ήταν η καταλυτική. Το είχαν αφήσει ανοιχτό, θέλανε μια ευελιξία και ο προγραμματισμός δεν ήταν ποτέ το μεγάλο τους ατού. Η συμφωνία ήταν «μια μέρα το χρόνο στα τέλη Μαΐου». Κατά τη διάρκεια του έτους, εκτός κι αν υπήρχε ποτέ κάτι σοβαρό, δεν επικοινωνούσαν ποτέ. Οι ζωές του είχαν αλλάξει κι είχαν έρθει τούμπα κι είχαν ισιώσει κι αυτοί είχαν αυτήν τη μια μέρα για να χορτάσουν την πείνα τους και να εμπιστευτούν ο ένας τον άλλο, όπως τότε, ξανά και ξανά.
ΥΓ.: H παραπάνω ιστορία γράφτηκε με αφορμή του άρθρου για τον Μπιλ Γκέιτς και την περίεργη συμφωνία με τη σύζυγό του: Του επέτρεπε κάθε χρόνο να πηγαίνει διακοπές με την πρώην του.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου