-Παρόν-
Η Ιωάννα έβλεπε τον εαυτό της στον καθρέφτη. Οι μαύροι κύκλοι της απ’ την αϋπνία της, φαίνονταν έντονα κι έτσι αποφάσισε να τους καλύψει. Ήταν πραγματικά όμορφη βλέποντας τον εαυτό της στον καθρέφτη με τα μακριά καστανόξανθα μαλλιά της και τις ανάλαφρες μπούκλες της.
Κοίταξε την ώρα, μα το μάτι της έπεσε αυτόματα στην ημερομηνία. 12 Μαΐου. Χαμογέλασε γλυκόπικρα. Ήταν η επέτειός της με τον Άρη. Στο μυαλό της έφερε ξανά εκείνη τη νύκτα που τη στιγμάτισε. Εκείνη τη νύκτα που ανατράπηκαν για άλλη μια φορά όλα όσα ήξερε.
-Παρελθόν, δύο χρόνια πριν-
Η Αριάδνη σαν είδε ποιος στεκόταν δίπλα στη φίλη της έμεινε άφωνη, ενώ του Άρη του κόπηκαν τα πόδια. Κανένας δε μιλούσε ενώ η Ιωάννα πρόσεξε την ένταση που υπήρχε στην ατμόσφαιρα και προσπάθησε να σπάσει τον πάγο.
«Αριάδνη, από εδώ ο Άρης.».
«Ναι, γνωριζόμαστε με τον κύριο.», απάντησε κοφτά η Αριάδνη.
Ο Δημήτρης απ’ την άλλη, δεν μπορούσε να μιλήσει. Σκεφτόταν πως ήταν κάτι σαν θεία δίκη όλο αυτό που γινόταν τώρα.
«Τι εννοείς γνωρίζεστε», απάντησε κάπως σαστισμένη η Ιωάννα.
«Λοιπόν, Αρούλη, θες να πεις εσύ;».
«Αριάδνη, πάμε σε παρακαλώ», είπε ο Δημήτρης.
Η Αριάδνη δεν τον άκουσε καν και συνέχισε με υποτιμητικό ύφος προς τον Άρη.
«Τι έγινε, Αρούλη, χάσαμε την μαγκιά μας τώρα;».
«Αριάδνη, σε παρακαλώ..» απάντησε ο Άρης. «Αγάπη μου, εγώ κι εσύ πρέπει να μιλήσουμε σε παρακαλώ, μόνοι μας».
«Μπορεί σας παρακαλώ κάποιος να μου πει τι συμβαίνει εδώ;», είπε η Ιωάννα αφήνοντας απότομα το χέρι του Άρη.
«Θα σου πω εγώ», είπε η Αριάδνη.
«Αριάδνη, πάψε», της είπε ο Δημήτρης.
«Μη μου λες να πάψω εσύ. Είναι η κολλητή μου και πρέπει να μάθει».
«Αριάδνη, σε παρακαλώ, όχι εδώ, δεν είναι ούτε ο κατάλληλος χώρος ούτε η κατάλληλη στιγμή», είπε ο Άρης.
Η Αριάδνη όμως δε σώπασε και συνέχισε.
«Αυτός εδώ, που έκανες τόσα όνειρα γι’ αυτόν, που πίστευες πως επιτέλους βρήκες τον άντρα των ονείρων σου, αυτός που νόμιζες πως ήταν διαφορετικός από όλους τους άλλους, είναι ένα καθίκι και τίποτα περισσότερο».
«Αριάδνη, σκάσε ρε γαμώτο» φώναξε ο Δημήτρης, κάνοντας όλο το εστιατόριο να γυρίσει επάνω τους.
«Πάμε όλοι έξω!», είπε με έντονο ύφος η Ιωάννα αφήνοντας τους άλλους τρεις πίσω της.
Ο Δημήτρης παρακάλεσε την Αριάδνη να μην το συνεχίσει. Αυτή του είπε πως είναι η κολλητή της και δεν μπορεί να το αφήσει έτσι και τον έσπρωξε μακριά της.
«Λοιπόν;», ρώτησε η Ιωάννα.
«Μωρό μου άκουσέ με σε παρακαλώ..» μα δεν πρόλαβε να πει κάτι γιατί τον διέκοψε η Αριάδνη.
«Αυτός, Ιωάννα, είναι μαζί σου για μια γαμωεκδίκηση. Σε παρακολουθούσε όταν ακόμη ήσουν με τον Γιώργο, παρακολουθούσε κάθε σου κίνηση, έμαθε τα πάντα για εσένα με μόνο σκοπό να σε πονέσει!» και ξέσπασε σε κλάματα, ενώ ήρθε ο Δημήτρης και την πήρε απ’ το χέρι για να φύγουν και να αφήσουν τους άλλους δύο μόνους.
Η Ιωάννα έμεινε εκεί σαν παγόβουνο.
«Για ποιον λόγο να με εκδικηθείς;», ρώτησε ψυχρά τον Άρη.
«Μωρό μου, άκουσέ με» και πήγε να πάρει το πρόσωπό της στα χέρια του, ενώ αυτή απομακρύνθηκε. «Ισχύουν αυτά που είπε η Αριάδνη, δεν το αρνούμαι. Μα όλα αυτά άλλαξαν, στο ορκίζομαι. Όλα αυτά ξεκίνησαν μετά το θάνατο του αδελφού μου, του Αχιλλέα Οδυσσέως, θα πρέπει να τον ήξερες. Γιατί εξαιτίας του μπαμπά σου είναι νεκρός, εξαιτίας των επαφών τους με τον υπόκοσμο, δε ξέρω αν τα ξέρεις αυτά».
«Άρη, πας καλά; Ήσουν μαζί μου για μια εκδίκηση επειδή πίστευες πως ο αδελφός σου πέθανε εξαιτίας του μπαμπά μου; Τι μαλακίες είναι αυτές, ρε Άρη; Το έψαξες ποτέ ολοκληρωτικά το θέμα ρε γαμώτο;».
Ο Άρης έμεινε εμβρόντητος, δεν ήξερε τι να απαντήσει, πρώτη φορά έβλεπε την Ιωάννα σε τέτοια κατάσταση.
«Ο πατέρας μου είχε σαν γιο του τον αδελφό σου. Ο μπαμπάς μου δεν ήταν ποτέ μπλεγμένος με τον υπόκοσμο, μέχρι που ήρθε ο αδελφός σου. Του είχε τυφλή εμπιστοσύνη. Ήταν ο γιος που δεν είχε ποτέ. Κάτι τον συνέδεε μαζί του και δεν του έλεγε ποτέ όχι. Ο αδελφός σου του είχε πει πως έχει ανάγκη να βγάζει περισσότερα χρήματα, μα δεν χρειαζόταν να είναι όλα τίμια όπως έλεγε. Ο μπαμπάς μου στην αρχή αντιστεκόταν μα σιγά-σιγά δέχθηκε. Όταν όμως είδε πως ο Αχιλλέας άρχισε να εξαρτάται απ’ τον υπόκοσμο και να κάνει τα θελήματά τους, πήρε την απόφαση να τον απολύσει όσο κι αν τον πλήγωνε αυτό. Μα εκείνος δεν το πήρε καλά. Πήγε στον υπόκοσμο και τους απειλούσε πως θα αποκαλύψει όλα όσα έκαναν αν δεν του έδιναν χρήματα. Και τότε ήταν που τον σκότωσαν. Ο μπαμπάς μου έπεσε σε κατάθλιψη για τον αδελφό σου, έφτασε κοντά στον θάνατο απ’ την τόση αγάπη που του είχε, κι αμέσως διέκοψε όλες τις σχέσεις που είχε με τον υπόκοσμο. Κι εσύ μου λες πως αυτός φταίει; Ναι, φταίει που δεν του αρνήθηκε τίποτα και τον άκουγε σαν πιόνι, μα ήταν κι επιλογή του αδελφού σου να μπλεχτεί σε αυτά τα πράγματα. Αυτά δε θα στα πει κανείς γιατί όλο το βάρος το πήρε ο μπαμπάς μου γιατί δεν ήθελε να χαλάσει το όνομα του αδελφού σου. Εμείς όμως τα ζήσαμε αυτά και τα ξέραμε όλα. Διάολε, μεγάλωσα στην κυριολεξία με τον αδελφό σου, ήταν σαν τον μεγάλο μου αδελφό, μου μίλαγε για όλα, ακόμη και για την οικογένειά σας. Όλοι θρηνήσαμε για αυτόν.»
Τότε η Ιωάννα ξέσπασε σε λυγμούς κι ενώ ο Άρης πήγε να την αγκαλιάσει, εκείνη τον απέφυγε ξανά.
«Αγάπη μου, συγγνώμη.. δεν… δεν τα ήξερα αυτά..».
« Άστο Άρη, τελείωσε. Φεύγω τώρα και σε παρακαλώ μην με ξαναενοχλήσεις ποτέ. Ποτέ όμως!»
«Ιωάννα, άκουσέ με σε παρακαλώ, μωρό μου. Όλα άλλαξαν, σε αγαπάω ρε γαμώτο, μη φεύγεις».
Η Ιωάννα όμως βρισκόταν ήδη στο αυτοκίνητο κι απομακρυνόταν ενώ ο Άρης έπεσε στα γόνατά του, εκεί, μόνος, να τον λούζει μια βροχή. Μια παράξενη βροχή μέσα στον Μάη…
-Παρόν-
Η Ιωάννα χάιδευε τα μαλλιά της. Είχε φτάσει η ώρα μα το στομάχι της ήταν κόμπος. Τότε κτύπησε το κινητό της.
«Έτοιμη, χρυσαφένια μου;».
«Έτοιμη, ξεκινάω σε λίγο.»
«Δεν ξέρεις πόσο χαίρομαι που επιτέλους παντρευόμαστε, παρ’ όλα τα εμπόδια που είχαμε. Λοιπόν κλείνω και τα λέμε στην εκκλησία. Σ’ αγαπώ.»
«Εντάξει Γιώργο μου, τα λέμε εκεί.»
Η Ιωάννα σκούπισε τα τελευταία της δάκρυα κι έκανε να ξεκινήσει για την εκκλησία. Εκεί, όπου θα την περίμενε ο Γιώργος…
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη