Καλοκαιράκι λοιπόν. Ήλιος, ζέστη, παραλίες. Ονειρευόμαστε γαλάζιες ακρογιαλιές, μπαρ δίπλα στη θάλασσα, κοκτέιλ και έρωτα. Μπορεί να είναι η πιο όμορφη εποχή του χρόνου για τους περισσότερους. Συνώνυμο των διακοπών, της ξεκούρασης και της χαλαρότητας.

Καλοκαίρι όμως δεν είναι μόνο αυτά. Είναι εκείνη η άτιμη η ζέστη. Εκείνη που, ενώ μόλις έχεις κάνει μπάνιο, με το που θα βγεις θα σε κάνει να στάζεις από πάνω μέχρι κάτω. Ο ιδρώτας τρέχει ποτάμι, στο κεφάλι, στις μασχάλες, ανάμεσα στα πόδια σου. Ψάχνεις κάθε σκιερό μέρος να κάνεις έστω και δέκα βήματα υπό σκιά, γιατί αλλιώς φλερτάρεις με την εξάχνωση. Την τσάντα ή τα χέρια σου βαραίνουν πάντα ένα στραβοπατημένο μπουκαλάκι νερό, που δεν παραμένει και πολύ δροσερό.

Και ωραία εσύ έκανες το μπανάκι σου, πριν βγεις από το σπίτι. Ο διπλανός σου όμως; Εκείνος που συνωστίζεται στα μέσα μαζικής μεταφοράς και έχει κόψει τις διπλωματικές σχέσεις με το σαπούνι και το αποσμητικό; Καλά για άρωμα δε μιλάμε. Πολυτέλεια. Σε όλους έχει καθίσει δίπλα του ένας τέτοιος τύπος. Η μυρωδιά του δεν αντέχεται και τα ρούχα του φωνάζουν απελπισμένα «θέλουμε πλύσιμο!». Βγαίνεις από το λεωφορείο ή το μετρό και νιώθεις πως κυλιόσουν στη λάσπη με τόσους βρωμερούς τύπους, που υπάρχουν τριγύρω. Μα καλά οι ίδιοι δεν αισθάνονται ντροπή; Είναι άξιο απορίας. Μη σχολιάσω τα ατημέλητα πόδια και νύχια σε άντρες και γυναίκες. Απαράδεκτο.

Και ενώ έχεις βγει από το λεωφορείο ταλαίπωρος και κάθιδρος, κοιτάζεσαι στον πρώτο καθρέφτη και τι να δεις; Πάει το μαλλί, που έκανες μια ώρα να το φτιάξεις. Τζάμπα η ζέστη που έφαγες με το σεσουάρ, τζάμπα και η λακ και το ζελέ για έντονο κράτημα, που πλήρωσες αδρά στο κομμωτήριο, είτε είσαι άντρας είτε γυναίκα. Και να ‘ταν μόνο αυτό. Από τα δόντια της ζέστης δε γλίτωσε ούτε το μακιγιάζ σου. Make up, πούδρα, μάσκαρα έχουν κάνει ένα ωραιότατο μείγμα πάνω στο πρόσωπο σου, που κολλάει απεχθέστατα. Το δε κραγιόν ή μάλλον ότι έχει μείνει από αυτό, βρήκε καταφύγιο στα δόντια σου. Καθαρίζεσαι με μαντηλάκι διαφημιστικό φυσικά όπως-όπως και τραβάς για τη δουλειά σου.

Εκεί δε, δεν αντέχεις να κάτσεις και πολύ. Λίγο η καρέκλα που είναι δερμάτινη και σε κάνει να ζεσταίνεσαι και να κολλάει πάνω σου, λίγο και το αφεντικό που κάνει οικονομία στο air condition, γιατί ο λογαριασμός της ΔΕΗ είναι φωτιά και λαύρα κι αυτός, σε κάνουν να μην ξέρεις πως να γλιτώσεις από το καμίνι. Πίνεις νερό λες και είσαι νερόφιδο και απλά μετράς σαν κατάδικος τις μέρες για τις διακοπές σου. Δεν μπορεί θα περάσει ο καιρός, μονολογείς, ενώ παράλληλα σκέφτεσαι τρόπους εκδίκησης του αφεντικού. Μακαρίζεις τη στιγμή που θα κάτσεις στο μπαλκόνι σου αργά και θα απολαύσεις την μπίρα σου.

Αμ δε. Σε γελάσανε. Ποιος σου είπε πως θα περάσεις ένα βράδυ ήρεμο και χαλαρό; Μην αυταπατάσαι. Διότι τα σχολεία τελειώσαν και τα χαρούμενα παιδάκια κατακλύζουν αυλές, πυλωτές και πλατείες. Οι φωνές τους ξεπερνάν σε ντεσιμπέλ σοπράνο σε όπερα και εσύ είσαι αναγκασμένος να υποστείς το μαρτύριο, διότι αν μιλήσεις θα βγεις ο στρυφνός της γειτονιάς. Δεν πειράζει λες, μην το κοροϊδεύω γιατί θα το λουστώ κάποια στιγμή και προσπαθείς να συγκεντρωθείς στο βιβλίο σου.

Ώσπου ένα κουνουπάκι ήρθε να σου κάνει παρέα μωρέ. Αλλά μαζί έφερε και όλο του το σόι και μάλιστα πεινασμένο. Κάπως έτσι καταλήγεις σαν τροχονόμος στο μπαλκόνι προσπαθώντας να τα διώξεις, ενώ παράλληλα προσπαθείς να ξυστείς σε κάθε πιθανό ή απίθανο μέρος, που σε τίμησαν. Ανάβεις φιδάκι, αλλά η μυρωδιά του δεν υποφέρετε και κάπως έτσι εγκαταλείπεις το σχέδιο βεράντα.

Εκεί στον καναπέ που γύρισες, λες ωραία έρχεται σαββατοκύριακο, θα πάμε για κανένα μπανάκι. Πολύ τολμηρός είσαι και το κάνεις πράξη. Μόνο που αυτό δεν είναι μπάνιο. Είναι τα μαρτύρια του Ιώβ. Σαν κάποιος να σε εκδικείται για όλες σου τις αμαρτίες. Ξυπνάς Κυριακή πρωί να γλιτώσεις τη κίνηση και τι διαπιστώνεις; Πως εκατοντάδες άνθρωποι έκαναν την ίδια σκέψη με σένα.

Κι επειδή ξύπνησες που ξύπνησες, κάνεις την καρδιά σου πέτρα και συνεχίζεις ακάθεκτος την πορεία σου. Μουσκεμένος από τον ιδρώτα και εξαντλημένος από την κίνηση, μόλις φτάσεις στη θάλασσα, βλέπεις πως αναγκαστικά θα στριμωχτείς όπου βρεις διότι δεν πέφτει καρφίτσα, αναγκαστικά θα κάνει μια ώρα να έρθει ο καφές, αναγκαστικά θα υποταχτείς στην κίνηση της επιστροφής, αναγκαστικά θα πασαλειφτείς με γιαούρτι γιατί ήθελες στα τρία μπάνια να αποκτήσεις τροπικό μαύρισμα. Γυρνώντας στο σπίτι, ορκίζεσαι σε Θεό, Αλλάχ, Βούδα, πως δεν ξαναπάς σαββατοκύριακο για μπάνιο και κάπου εκεί ένα απόκοσμο χαχανητό ηχεί στα αυτιά σου.

Ξημερώνει πάλι Δευτέρα. Πάλι τα ίδια από την αρχή. Αλλά μέσα σου είσαι χαρούμενος. Είναι καλοκαίρι. Ο ήλιος λάμπει, ο κόσμος είναι χαρούμενος που οι διακοπές πλησιάζουν, τα σχέδια έστω και για ένα τριήμερο πέφτουν στο τραπέζι και είναι αναζωογονητικά.

Πάντα το καλοκαίρι με τον ήλιο και η θάλασσα μας κάνει ευτυχισμένους, το λένε και οι επιστήμονες. Άλλωστε με τις πρώτες ηλιόλουστες μέρες δεν ξεχυνόμαστε έξω να μαζέψουμε βιταμίνη D; Μην είμαστε γκρινιάρηδες και μίζεροι, λοιπόν.

Συντάκτης: Εύα Αροτσίδου
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή