Απιστία. Μια λέξη χιλιάδες αποτελέσματα. Άσχημα τις περισσότερες φορές, λυτρωτικά κάποιες άλλες. Απιστία. Ας αρχίσουμε απ’ τα βασικά. Απιστία δεν είναι μόνο το να κάνεις σεξ με κάποιον, ενώ είσαι σε σχέση με κάποιον άλλον. Μη γελιέσαι. Βολεύει, αλλά δεν ισχύει. Απιστία είναι και το να σκέφτεσαι κάποιον ενώ είσαι σε σχέση. Απιστία είναι να μιλάς στο messenger με τις ώρες και να λες όσα δε λες με το ταίρι σου. Απιστία είναι να έχεις μπει σε μια νέα σχέση και να μην έχεις ξεπεράσει την προηγούμενη.
Αφού λοιπόν ξεκαθαρίσαμε τι είναι απιστία, ας κατανοήσουμε το υπάρχουν δύο είδη απιστίας. Υπάρχει αυτός ο άνθρωπος που θα απατήσει, όπως και να έχει, όσο καλά κι αν είναι τα πράγματα στη σχέση που έχει. Ακόμα κι αν έχει, δηλαδή, την πιο όμορφη γυναίκα δίπλα του, την πιο καλή, την πιο ευγενική, την πιο περιποιητική, θα την απατήσει. Ακόμα κι αν έχει τον πιο καλό άντρα, τον πιο γοητευτικό, τρυφερό, τον πιο καλό στο κρεβάτι, θα τον απατήσει. Δεν ξέρουν πώς να κάνουν αλλιώς. Δεν έχουν καμία αυτοεκτίμηση, είναι τίγκα στην ανασφάλεια κι αναζητούν από εδώ κι από εκεί την επιβεβαίωση. Ελεημοσύνη θα το έλεγα εγώ, για να μην πω χειρότερα.
Υπάρχει, όμως, κι αυτή η απιστία που είναι σχεδόν «αναγκαστική». Είναι αυτή η απιστία που την κάνεις όταν έχεις φτάσει στα όριά σου, όταν νιώθεις πως είσαι σε μια σχέση στην οποία, όμως, νιώθεις πιο μόνος κι απ’ τους μόνους. Όχι, δεν είναι λύση να απιστήσεις ούτε σε δικαιολογεί. Όμως σε αυτές τις περιπτώσεις δε φταίει μόνο ο ένας.
Σήμερα, όμως, θα μιλήσω για το πρώτο είδος απιστίας. Αυτό που γίνεται με πατημένο το repeat και δεν έχει τελειωμό. Πληγώνει και θερίζει ψυχές και σώματα. Είναι ανήθικο κι –εννοείται– ασυγχώρητο. Αυτοί οι άνθρωποι που έχουν το κέρατο συνήθεια είναι αναίσθητοι. Περνάνε καλά όταν μοιράζονται σε κρεβάτια και ζωές και νιώθουν πολύ καλά με τον εαυτό τους.
Νιώθουν ότι τα έχουν όλα, αυτό που δεν ξέρουν είναι ότι πραγματικά στο τέλος δε θα έχουν τίποτα. Αφήστε τους να το χαρούν όσο προλαβαίνουν γιατί η μοναξιά θα γίνει σύντομα η μόνη τους παρέα. Νομίζουν –λανθασμένα– πως αυτό θα μπορούν να το κάνουν σε όλες και σε όλους. Εδώ θα έρθει ζωή και θα τους τα επιστρέψει όλα.
Είναι πιο δειλοί κι απ’ τους δειλούς. Είναι πιο ψεύτικοι κι απ’ τα ψέματα που λένε από εδώ κι από εκεί για να α-πατάνε ανθρώπους. Νιώθουν πολύ καλά όσο το κάνουν. Το απολαμβάνουν κι είναι κι απόλυτα άνετοι. Δε νιώθουν τύψεις. Το κάνουν με μεγάλη ευχαρίστηση και με καθαρή συνείδηση. Είναι μέχρι να βγουν τα άπλυτά τους στη φόρα, γιατί θα βγουν. Τότε γίνονται ακόμα πιο γελοίοι. Παρακαλάνε, κλαίνε, τάζουν ουρανούς κι άστρα, δίνουν όρκους πως δε θα επαναληφθεί κι άλλα τέτοια.
Δε θέλουν να πιαστούν στα πράσα, όχι γιατί τους νοιάζεις εσύ, αλλά γιατί θα βγούνε λάθος κι αυτό δεν το αντέχει ο οργανισμός τους. Θέλουν να κάνουν ό,τι κάνουν, αλλά να βγουν και λάδι. Καμία ευκαιρία δεν αξίζουν. Κανέναν οίκτο, κανένα σεβασμό. Ποιος έχασε το σεβασμό, για να τον αξίζει εκείνος που δε σεβάστηκε εσένα, όταν σε παραμύθιαζε.
Εννοείται πως θα το ξανακάνουν. Είναι δεδομένο. Δεν είναι ότι έκανες εσύ κάτι λάθος ή ότι δεν ήσουν αρκετός. Είναι ότι δεν τα έχουν βρει με τον εαυτό τους, δεν εκτιμούν τίποτα, άρα ούτε κι εσένα. Απόλαυσε την τραγική ερμηνεία τους, το θέατρο του παραλόγου όταν θα προσπαθούν να σε πείσουν πως θα αλλάξουν και δε θα σε προδώσουν ξανά, αλλά μην πιστέψεις λέξη. Ούτε κόμμα απ’ τις προτάσεις τους, για την ακρίβεια.
Έχω γνωρίσει τέτοιους ανθρώπους. Κι εσύ θα έχεις γνωρίσει ή θα γνωρίσεις στο μέλλον. Ευτυχώς για όλους μας, αν την πάθεις μία φορά, μετά μαθαίνεις και τους ξεχωρίζεις πιο εύκολα. Οπότε όλα γίνονται πιο απλά. Φεύγεις με συνοπτικές διαδικασίες. Για εσένα, ναι, για εσένα που με διαβάζεις κι είναι σαν να κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη, μία ερώτηση: «Τα έχεις καλά με το μέσα σου;».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη