Μες στην καθημερινότητά μας, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε είναι πολλά. Το να μοιραζόμαστε λοιπόν κάθε μέρα διάφορους προβληματισμούς της ζωής μας είναι ένα δώρο, μια κίνηση που ξελαφρώνει, που ηρεμεί. Μιας κι όλα σ’ αυτή τη ζωή, προϋποθέτουν αυτό το «μοιράζομαι». Καθώς όμως, ερχόμαστε σε επαφή με διαφορετικά άτομα, διαφορετικούς χαρακτήρες, διαφορετικές προσωπικότητες, οι διαφωνίες που μπορεί να υπάρχουν μεταξύ μας όταν μοιραζόμαστε απόψεις, όνειρα και προβληματισμούς ποικίλουν.

Οι διαφορές αυτές φυσικά, όποια μορφή κι αν έχουν, είτε είναι προσωπικές, είτε επαγγελματικές, για να λυθούν προϋποθέτουν διάλογο. Η αλήθεια είναι όμως, πως δε διαθέτουν όλοι την υπομονή και τη θέληση για διάλογο.

Ωστόσο, όταν έρχεται η στιγμή που εμείς θέλουμε να λύσουμε μια διαφωνία με κάποιο ακόμα άτομο, καθόμαστε κάπου και ξεκινάμε να απαριθμούμε τα θέματα τα οποία έχουν προκύψει. Η ένταση που υπάρχει μεταξύ μας και η αγωνία που μπορεί να έχουμε κι από τις δύο πλευρές, είναι τόσο μεγάλη που πολλές φορές δεν επιτρέπει την παρουσία του διαλόγου. Και καθώς εμείς ξεκινάμε τον μονόλογο κι ο συνομιλητής μας τις φωνές, είναι σαν να στήνουμε κάποιον στον τοίχο και μετά να καθόμαστε κι εμείς δίπλα του για παρέα. Η ορμή μας και το πάθος για τα πιστεύω μας, γίνονται πολλές φορές η δικαιολογία μας όταν ξεσπάμε στον άλλον -χωρίς στην πραγματικότητα να είναι. Εκείνη τη στιγμή λοιπόν, πρέπει να ηρεμήσουμε και να θυμηθούμε τον σκοπό του διαλόγου και τις βάσεις του.

Μπορεί να είναι δύσκολο να διακόψουμε τον άλλον -ή εμάς- πάνω στην ορμή του, αλλά ο μόνος τρόπος για να επανέλθει μια συζήτηση στα λογικά της, είναι να επισημάνουμε όσα μας ενοχλούν, με ήρεμο τρόπο, τονίζοντας την ουσία του διαλόγου. Όταν λέμε ο ένας στον άλλον πως δε μας αρέσει αυτό που γίνεται, καταφέρνουμε να κοπάσουν τα πνεύματα και να μπορέσουμε να εστιάσουμε στο πραγματικό πρόβλημα, όχι στο ποιος έχει δίκιο.

Όταν λέμε σε κάποιον όσα μας ενοχλούν με έντονο ύφος, είναι σαν να τον βομβαρδίζουμε με τα λάθη του, εκείνα που ξεχνά ή εκείνα που δε θέλει να κάνει. Όταν τον στήνουμε στον τοίχο, είναι σαν να τον καταδικάζουμε για αυτά.

Όταν μπαίνουμε σε άμυνα ή επίθεση, η κατάστασή μας δεν είναι και πολύ καλή. Θέλουμε να αντεπιτεθούμε σε όλα εκείνα που μας καταλογίζουν, μερικές φορές άδικα και να αμυνθούμε για να μη χάσουμε τον εγωισμό μας. Και κάπως έτσι, το μέτρο χάνεται, ο διάλογος χάνεται και χανόμαστε κι εμείς σε μια άνιση μάχη.

Για αρχή λοιπόν, σε τέτοιες καταστάσεις, πρέπει να ξεκινάμε να λύνουμε τα πιο σοβαρά, βήμα-βήμα, ώστε να μη μας βαραίνουν όσο προχωράει η συζήτηση. Γιατί όταν προχωράμε στα λιγότερο σημασίας δεδομένα, ο θυμός κι οι τόνοι πέφτουν και μπορούμε έτσι να μιλήσουμε με περισσότερη ευκολία. Με αυτό τον τρόπο μάλιστα, θέτουμε τις προτεραιότητές μας και καταφέρνουμε, έστω και προσωρινά, να λύσουμε κάποια θέματα.

Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, η συναισθηματική μας φόρτιση, δε μας αφήνει να σκεφτούμε λογικά ή να μιλήσουμε «σαν άνθρωποι». Όταν παίρνουμε όμως, την απόφαση να φερθούμε πιο πάνω από τα ίδια μας τα συναισθήματα, τότε καταφέρνουμε να δαμάσουμε όλα εκείνα που μας ενοχλούν και να βάλουμε σαν προτεραιότητα την επιθυμία μας για τις λύσεις τους. Βέβαια, η αλήθεια είναι πως δεν είναι πάντα εύκολο και ειδικότερα όταν δε βλέπουμε τα αποτελέσματα που περιμέναμε. Γιατί, δεν έχουν πάντα όλες οι πλευρές τη θέληση να βρεθούνε λύσεις. Μερικοί άνθρωποι γουστάρουν το σύστημα επίθεση.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Σία Πέρση
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου