Στο χώρο εργασίας, τα πράγματα δεν είναι πάντα εύκολα. Κάποιες φορές, δε, ειδικότερα όταν μιλάμε για ένα επάγγελμα ανταγωνιστικό, η δουλειά μοιάζει περισσότερο με ρωμαϊκή αρένα. Έτσι προκύπτει το εξής πολύ σκληρό φαινόμενο του να διεκδικούν μια θέση πολλοί, χωρίς να την αξίζουν όλοι ή να αξίζει σε όλους. Σε αυτήν την περίπτωση, λοιπόν, δεν είναι δεδομένο πως ένας υποψήφιος που γνωρίζει πως δεν το ‘χει για τη δουλειά, θα κάνει πίσω. Κι αυτό ως έναν βαθμό μπορεί να θεωρεί και υγιής φιλοδοξία. Μέχρι τον βαθμό που αυτή η φιλοδοξία θα γίνει άλλοθι να πατήσει επί πτωμάτων και να προβεί σε ανήθικες κι αντιεπαγγελματικές συμπεριφορές.
Και τότε, αν βρίσκεσαι στη θέση του συναδέλφου που βιώνει την αδικία, έχεις μπροστά σου δύο σενάρια. Είτε να δεχθείς να γίνει η ζωή σου κόλαση, γιατί δεν αντέχεις τον αθέμιτο ανταγωνισμό, είτε να γίνεις σκυλί του πολέμου και κάνεις ό,τι είναι δυνατόν για να κερδίσεις εσύ τη θέση ή απλώς να καταφέρεις να σαμποτάρεις τον αντίπαλο. Κανείς δεν εγγυάται, επίσης, πως αυτό το ό,τι είναι δυνατόν θα είναι τίμιο ή ηθικό. Και το ερώτημα είναι σαφές και καίριο: Είναι αυτό το φάγωμα σαρκών ένα σημείο των καιρών της ελεύθερης αγοράς ή ένα τρικ των εργοδοτών για να σκοτώνονται οι εργαζόμενοι μεταξύ τους και να επωφελείται η επιχείρηση από την υπερ-δουλειά τους;
Η απάντηση ίσως να βρίσκεται στον εκάστοτε εργοδότη και θα τη βρεις απλώς παρατηρώντας τις κινήσεις του. Καθυστερεί να πάρει αποφάσεις; Σας βάζει να αναλάβετε πρότζεκτ ως εκπαίδευση τα οποία μετά χρησιμοποιεί κανονικότατα στη δουλειά, ενώ ταυτόχρονα σας λέει ότι δεν είστε έτοιμοι; Είναι αόριστος σχετικά με το τι καθήκοντα θα έχετε και σας αφήνει να φορτώνεστε ό,τι μπορείτε; Έχει τύχει να μη δοθεί η θέση σε κανέναν ή σε κάποιον φανερά ακατάλληλο, ο οποίος δε διεκδίκησε περισσότερα χρήματα; Όλα αυτά είναι αντίστοιχα δείγματα. Και πώς νιώθεις τότε άραγε εσύ, που βλέπεις τη θέση να χάνεται μέσα από τα χέρια σου επειδή δεν είσαι σε θέση να ξεπουλήσεις τον εαυτό σου; Πόση, άραγε, πίεση θα χρειαστεί μέχρι να σπάσεις;
Όταν ένας άνθρωπος έχει προσπαθήσει πολύ για κάτι, έχει δώσει ό,τι χρόνο έχει και δεν έχει, ενώ η προσπάθειά του έχει υπερβεί τις ανθρώπινες δυνατότητες, τότε νιώθει απίστευτα προδομένος. Δεν αργεί λοιπόν η στιγμή που γίνεται κυνικός και παύει να τον νοιάζει η δουλειά που ξεκάθαρα δεν του δίνει πίσω αυτά που προσφέρει ο ίδιος, ανταποδοτικά. Έπειτα, δέχεται ένα πλήγμα στην αυτοεκτίμησή του, θεωρώντας πως ο χαρακτήρας του ήταν ο λόγος που δεν πήρε τη θέση και το γεγονός ότι δεν έκανε πίσω στις απαιτήσεις του. Καθόλου παράξενο και να πιστέψει πως τα skills του δεν ήταν ποτέ αρκετά, δημιουργώντας μέσα του το σύνδρομο του απατεώνα.
Κι εδώ επανερχόμαστε στο αρχικό κόνσεπτ της αρένας. Αν καταφέρεις να κουμαντάρεις το χάος που σου προκαλεί μια άδικη προαγωγή που άξιζες να πάρεις και δεν πήρες, τότε έχει καλώς. Αν τώρα η ψυχολογία σου σε ρίξει τόσο που φτάσεις να σιχαίνεσαι τη δουλειά που κάνεις, γίνεσαι ένας χαρακτήρας που επιστρέφει στο μηδέν, όσα βήματα κι αν έκαναν. Πράγμα που επηρεάζει και όλους όσοι συνεργάζονται με σένα.
Εύρημα εργοδοτών, σημείο των καιρών, πείσμα των ημερών, ό,τι κι αν είναι αυτή η κατάσταση το οφείλεις στον εαυτό σου να πας παρακάτω προσπαθώντας για το καλύτερο. Είναι σίγουρα βαρύ πλήγμα να μην είναι τόσο αυτονόητη όσο περίμενες η αναγνώριση της προσπάθειάς σου, αλλά μπορείς να συνεχίσεις να ψάχνεις μέχρι να βρεις το εργασιακό περιβάλλον που θα την εκτιμήσει. Και στις περιπτώσεις που δε σου πάνε τα πράγματα όπως ήθελες, ας μη γίνεις εκείνος που θα φέρει τους άλλους σε δύσκολη θέση. Ας δεχθείς την αποτυχία με αξιοπρέπεια. Είναι μια ευκαιρία να δεις τι πρέπει να αλλάξεις στην επόμενή σου προσπάθεια. Και κάπως έτσι, μέρα με τη μέρα, θα βρίσκεσαι όλο και πιο βαθιά στην υγιή πλευρά της δουλειάς.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου