«Έλα να πάμε σ’ ένα μέρος, άνθρωπος να μην υπάρχει» μας λέει ο Γιάννης Πάριος στο ομώνυμο άσμα κι εμείς τρέχουμε στα λιμάνια, για να «δέσουμε» σε κάποιο κυκλαδίτικο νησί ή σε μια καταπράσινη όαση του Ιονίου. Όποια κι αν είναι η επιλογή, το σίγουρο είναι ότι το νησί σου αποπνέει αμέσως έναν αέρα πιο καλοκαιρινό. Στο μυαλό μας έχουμε συνδέσει τα νησιά με τις διακοπές μας τους πιο ζεστούς μήνες του χρόνου και με τη συνακόλουθη χαλάρωση, ηρεμία και ξεγνοιασιά. Η κατάσταση, φυσικά, καλυτερεύει όταν επισκεπτόμαστε κάποιο νησί λίγο νωρίτερα. Είτε πρόκειται για την περίοδο του Πάσχα, για την Πρωτομαγιά ή το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος, η πρώτη εξόρμηση στο νησί μας φέρνει μια ανάσα πιο κοντά στο καλοκαίρι.

Στην πραγματικότητα, ωστόσο, έχουμε σκεφτεί εις βάθος τι είναι αυτό που μας κάνει να σκεφτόμαστε αμέσως καταγάλανα νερά, τζιτζίκια στην εξοχή και τον παφλασμό των κυμάτων; Θες να είναι οι ατελείωτες ώρες κολύμπι στα παγωμένα νερά; Θες να είναι οι διαδρομές με το αμάξι στα μικρά χωριά του νησιού, που κρύβουν μια άγρια ομορφιά απομακρυσμένη από τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της Χώρας; Ή μήπως τα τοπικά εδέσματα που ανοίγουν τους γευστικούς ορίζοντες; Οποιαδήποτε απάντηση κι αν δώσουμε, μόνο σωστή μπορεί να θεωρηθεί, αφού ο καθένας έχει και μια διαφορετική άποψη επί του θέματος.

Όπως και να έχει, στο μυαλό μας το νησί είναι ένας μικρός παράδεισος περιτριγυρισμένος από θάλασσα, με μυστικές εκπλήξεις που περιμένουν να ανακαλυφθούν από τους επισκέπτες του και να διατηρηθούν από τους κατοίκους του. Ο ζεστός ήλιος να μας καίει το δέρμα και το αεράκι με την αλμύρα της θάλασσας να χαϊδεύει το πρόσωπο και να μάς οδηγούν σε μια κατάσταση νιρβάνας, η οποία απέχει μακράν από άγχη, μποτιλιάρισμα κι υποχρεώσεις. Η καθαρή ατμόσφαιρα και το παρθένο έδαφος να μάς ανοίγουν τα μάτια και να κοιτάμε με θαυμασμό το τοπίο, μιας κι έχουμε συνηθίσει σε ένα πιο σκληρό σκηνικό, μια τσιμεντένια ζούγκλα.

Και τι δε θα δίναμε για να είναι η καθημερινότητά μας μέσα στα πέτρινα σοκάκια! Με τους πιο χαλαρούς ρυθμούς, τους ανθρώπους που τους γνωρίζουμε με το μικρό τους όνομα και την αίσθηση ελευθερίας κι ευεξίας. Είναι, άραγε, τυχαίο, ότι με το άκουσμα της λέξης «νησί», όλες οι αισθήσεις μας διεγείρονται; Αυτόματα μεταφερόμαστε σ’ ένα μπαλκόνι με μια κούπα ελληνικό καφέ κι ένα λουκουμάκι δίπλα ή κάτω από ένα αλμυρίκι, να διαβάζουμε ένα βιβλίο υπό τον ήχο του θροΐσματος των φύλλων.

Αναπολούμε όλες εκείνες τις οικογενειακές διακοπές που ως παιδιά πηγαίναμε στη θάλασσα το πρωί με τους φίλους μας, επιστρέφαμε στο σπίτι για φαγητό και μεσημεριανή σιέστα και το απόγευμα ξανά στη θάλασσα μέχρι το ηλιοβασίλεμα, για να μας βρει το βράδυ σε μια πλατεία να παίζουμε και να τρώμε παγωτό. Ως ενήλικες, το πλάνο αλλάζει αλλά συχνά-πυκνά στο πίσω μέρος του μυαλού μας επανέρχονται οι μνήμες και μας ωθούν να κατεβάσουμε ταχύτητες και να βγάλουμε το παιδί που κρύβουμε μέσα μας.

Πόσες φορές έχουμε πιάσει τους εαυτούς μας να χαζεύουν μια παρέα παιδιών που πλατσουρίζουν στα ρηχά, τρέχουν κατά μήκος της παραλίας και παίζουν με νεροπίστολα και με κουβαδάκια; Τα θαυμάζουμε και καθώς τα κοιτάμε, ξεφυσάμε γνωρίζοντας ότι υπήρχαν στιγμές ανεμελιάς που ίσως δεν εκτιμήσαμε αρκετά. Μπορεί ένα κομμάτι του εαυτού μας να θέλει να κρατήσει ζωντανή αυτή την πλευρά κι εμείς με τις πράξεις μας να την κλειδώνουμε σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο μακριά από το φως της ζωής.

Μιας κι οδεύουμε με γοργούς ρυθμούς προς το καλοκαίρι, ας εκμεταλλευτούμε τον ήλιο και την καλή διάθεση κι ας κλείσουμε εισιτήρια για ένα νησί, που θα μας κλέψει την καρδιά και θα μας θυμίσει ότι η ομορφιά βρίσκεται στα πιο μικρά και τα πιο απλά.

Συντάκτης: Κατερίνα Καλακίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου