Κάποια στιγμή στη ζωή σου θα έχεις ζήσει ένα σκηνικό όπου δεν είχες τον έλεγχο της κατάστασης και του εαυτού σου, με αποτέλεσμα να φτάσεις στο σημείο να ξεστομίσεις κάτι, που υπό κανονικές συνθήκες ίσως να μην έλεγες ποτέ. Θες να είναι ο φόβος της αντίδρασης; Ή ο φόβος να μη βγεις από τη ζώνη ασφαλείας σου; Πάντως λίγες είναι οι φορές που θα πεις πραγματικά και στην ώρα του αυτό που νιώθεις ή σκέφτεσαι. Γιατί, όμως, να συμβεί όταν θα βρίσκεσαι εν βρασμώ ψυχής ή θα έχεις κατεβάσει όλη την κάβα στο μπαρ που συχνάζεις;
Ίσως η απάντηση είναι ότι σε κατάσταση θυμού ή μέθης, ρίχνεις οποιοδήποτε είδος ασπίδας είχες προηγουμένως κι εκφράζεις χωρίς αναστολές κι ενδοιασμούς κάθε μύχιο συναίσθημα και κάθε ενδόμυχη σκέψη. Λες όλα αυτά που για κάποιο -δικαιολογημένο ή μη- λόγο τα έκρυβες μέσα σου, τα κρατούσες κρυφά από όλους και δεν τα μοιραζόσουν. Αλλά γιατί; Γιατί φοβόσουν ότι ίσως όλη αυτή η αλήθεια κι η ειλικρίνεια να πείραζαν, να ενοχλούσαν και να έφερναν τον άλλον σε δυσφορία, τόσο που στην τελική να αναγκαζόσουν να έλεγες «Τι το ‘θελα και το είπα;». Ξέρεις κάτι; Καλά έκανες! Χίλιες φορές να πάρεις το ρίσκο σου παρά να μείνεις στη σκέψη και να εγκλωβιστείς σ’ ένα μεγάλο «τι θα γινόταν αν…».
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Και στον θυμό και στο μεθύσι υπάρχουν κοινά σημεία, αλλά κι ειδοποιοί διαφορές. Ως προς τον θυμό, λίγο-πολύ έχεις επίγνωση περί τίνος πρόκειται. Είτε είναι ένας τσακωμός με τους γονείς σου ή μια έντονη διαφωνία με τον άνθρωπό σου, θα υπάρξει η στιγμή εκείνη που το ποτήρι θα ραγίσει, που θα μπει το κερασάκι στην τούρτα, που θα σπάσει ο διάολος το ποδάρι του κι εσύ θα κάνεις την έκρηξή σου. Μετά από συνεχόμενες υποχωρήσεις κι αρκετούς συμβιβασμούς, λες αυτό που πραγματικά θες δίχως δεύτερη σκέψη και με τέτοιο τρόπο, που ο απέναντι κάνει ένα βήμα πίσω. Γιατί διακατέχεσαι από έντονο πάθος, που πιθανόν να υποδηλώνει οργή αλλά κι αγανάκτηση, αφού ούτε κι εσύ δεν μπορείς να θυμηθείς πόσο καιρό πίνεις το αμίλητο νερό και μένεις στο παρασκήνιο.
Όπως λένε και οι παλιοί, η υπομονή έχει και τα όριά της. Έτσι, λοιπόν, φτάνει και για σένα η ώρα να πατήσεις πόδι, να υψώσεις το ανάστημά σου και ν’ ακουστεί η φωνή σου, δίχως της άμυνες που βάζει το μυαλό σε μια κατάσταση πιο ήπιων τόνων. Αντίστοιχα, ο θυμός, αποτελεί μιας πρώτης τάξεως άλλοθι για να μπορέσεις μετά, ό,τι μετανιώσεις που ειπώθηκε να το πάρεις πίσω. Άρα, σου επιτρέπει να πετάξεις από πάνω σου τα προσχήματα, όταν η λογική σου δε σου το επιτρέπει.
Ως προς το κεφάλαιο «μεθύσι», εδώ οι ιστορίες δίνουν και παίρνουν, με πρωταγωνιστή στις περισσότερες των περιπτώσεων τον έρωτα. Μήπως θυμάσαι σε κάποια έξοδο με την παρέα σου να έχεις πιει διψήφιο αριθμό ποτών, να βάζει ο dj ένα καψουροτράγουδο και να παίρνεις αγκαλιά με λαβή κεφαλοκλειδώματος τους κολλητούς σου ξεκινώντας να λες τα εσώψυχά σου; Είναι μια στιγμή, που θα κάνει μέσα σου το click και θα σε κάνει να εκτεθείς λέγοντας όλα όσα σε πνίγουν, όχι επειδή σου ξεφεύγουν, αλλά επειδή βρίσκεις ένα κομμάτι του εαυτού σου σε αυτή την πιο αφημένη σου εκδοχή, που διψάει να βγει προς τα έξω. Αισθάνεσαι ότι κάνεις μια κατάθεση ψυχής, αλλά εκ του ασφαλούς και πάλι, κι ενδεχομένως σε κάποιο παράλληλο σύμπαν να είχες κάνει εξαρχής και πιο «νηφάλια». Το τώρα, όμως, που ζεις σε μια κατάσταση ζάλης κι οι δεύτερες σκέψεις αργούν να κάνουν εμφάνιση, σου δημιουργεί, αγκαλιά μ’ ένα μπουκάλι, το τέλειο σκηνικό για να μοιραστείς αυτά που ξεμέθυστος είναι πιο δύσκολο γιατί λογοκρίνεις τον εαυτό σου. Μάλλον στο μεθύσι αυτή η ζάλη κι η ευθυμία που σε κυριεύουν σου προκαλούν την ανάγκη να γίνεις ευάλωτος. Είναι σαν να κάνει το συναίσθημα παράκαμψη κι από την καρδιά, να πετιέται απευθείας στα χείλη.
Το σημαντικό που πρέπει να κρατήσουμε ως ηθικό δίδαγμα είναι το εξής: Μπορείς να επιλέξεις την αλήθεια ως μόνιμη τακτική και τότε δε θα χρειαστεί ποτέ να καταπιεστείς, άρα και να ξεσπάσεις. Μην οδηγείσαι σε εξόδους κινδύνου προκειμένου να πεις την άποψή σου. Το να υπερβαίνεις τα όρια δεν είναι επιλογή ζωής. Με καθαρό μυαλό και συνείδηση μπορείς να περάσεις το μήνυμά σου και να έχεις επίγνωση των πράξεών σου. Κι εδώ που τα λέμε, είναι κι ο μόνος τρόπος να σε πάρει κι αυτός που το ακούει στα σοβαρά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου