Όλοι μας αναλώνουμε αρκετές ώρες απ’ τη ζωή μας συζητώντας για τις ζωές τρίτων. Πλάθουμε σενάρια συνωμοσίας ή κι επιστημονικής φαντασίας –ίσως ορισμένα από αυτά να ισχύουν, βέβαια– αναλύοντας πώς φανταζόμαστε ότι κυλά η καθημερινότητα των ανθρώπων που γνωρίζουμε.
Αρεσκόμαστε στο να χτίζουμε ιστορίες αφορμώμενοι από μικρά γεγονότα κι αδιαμφισβήτητα, μας προκαλεί ενδιαφέρον η ενασχόληση με τα προβλήματα των άλλων. Αναρωτιέμαι συχνά τι είναι αυτό που μας κάνει να αναλύουμε με τόσο ενδιαφέρον πράγματα που δεν αφορούν σε εμάς και δεν πρόκειται να μας αφορούν -εφόσον δεν αποτελούν καν γεγονότα που σχετίζονται με τη δική μας ζωή.
Σίγουρα, η περιέργεια αποτελεί ένα βασικό λόγο που οι άνθρωποι, εν γένει, παρεμβαίνουμε –με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο– στη ζωή των άλλων· εν τούτοις, δε νομίζω ότι μονάχα αυτό φτάνει για να μας προκαλέσει τόσο μεγάλο ενδιαφέρον η εισβολή, έστω και με τις σκέψεις, στα ζητήματα άλλων ανθρώπων.
Είναι δεδομένο, επομένως, ότι υπάρχουν βαθύτερα αίτια που μας κάνουν να συζητάμε –να λύνουμε κιόλας ενίοτε– τα θέματα των άλλων. Να αναφέρουμε, βέβαια, ότι όσα γράφονται δεν ισχύουν για όλους, δεν αποτελούν μία καθολική αλήθεια· δεν υπάρχουν ίδιοι άνθρωποι, συνεπώς είναι αδύνατον να βρούμε όλους τους πιθανούς λόγους που κάποιος προβαίνει στην εκάστοτε ενέργεια.
Είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε το εξής· ο άνθρωπος, απ’ την αρχή της ύπαρξής του, έχει μέσα του ένα ισχυρό συναίσθημα που τον κατευθύνει -αν αυτός του το επιτρέψει. Αυτό το συναίσθημα είναι η ζήλια· η ζήλια για όσα –καλά– έχει ή όσα –ζόρια– δεν έχει κάποιος άλλος-κι ό,τι συμπεριλαμβάνεται σε αυτό. Επομένως, αν θεωρήσουμε τα προαναφερθέντα ως δεδομένα, αβίαστα θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η ενασχόλησή μας με τα ζητήματα των άλλων, οι παρεμβάσεις –έστω κι αν αυτές είναι νοητές– αποτελούν εκδηλώσεις ζήλιας.
Βέβαια, ο καθένας μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν αισθάνεται ζήλια για τη ζωή του άλλου απλώς και μόνο επειδή συζητάει γι’ αυτή. Κι όντως μπορεί να ισχύει, όμως, πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας ότι η ζήλια δεν έχει πάντα πρόσωπο, δεν είναι πάντοτε στοχευμένη. Με άλλα λόγια, ίσως πραγματικά να μη ζηλεύουμε τη ζωή του άλλου, του εκάστοτε άλλου, ωστόσο όντας δυσαρεστημένοι με τη δική μας ζωή, τα ζητήματα που αντιμετωπίζει ο άλλος –τα οποία ίσως φαντάζουν χειρότερα απ’ τα δικά μας στα μάτια μας– να μας κάνουν να αισθανόμαστε ανακούφιση κι ελπίδα. Αντιλαμβανόμαστε, δηλαδή, ότι υπάρχουν άνθρωποι που βρίσκονται σε χειρότερη μοίρα από εμάς κι αυτό μας δίνει δύναμη.
Δε θα ηθικολογήσω· δεν υπάρχει λόγος να κρίνω μία ανθρώπινη συμπεριφορά, ιδίως τη συγκεκριμένη. Δεν υπάρχει λόγος καν να βάζουμε ταμπέλες στις συμπεριφορές των ανθρώπων, διότι ίσως ενίοτε τις υιοθετούμε κι εμείς οι ίδιοι -εσκεμμένα ή μη. Όσο δεν κάνουμε κακό στους άλλους, δεν υπάρχει λόγος να ανησυχούμε· φτάνει, βέβαια, να μην κάνουμε κακό στον ίδιο μας τον εαυτό.
Εκεί θέλω να καταλήξω· η συνήθειά μας αυτή, να μπερδευόμαστε στις ζωές των άλλων, να τις κρίνουμε και να τις αναλύουμε, ίσως να μη βλάπτει στους άλλους, τις περισσότερες φορές τουλάχιστον, εν τούτοις διαλύει εμάς. Δε μας επιτρέπει να εμπιστευτούμε τον εαυτό μας και δημιουργεί ένα αίσθημα αβεβαιότητας, αφού συνεχώς μας θέτουμε σε ένα πλαίσιο σύγκρισης.
Με άλλα λόγια δυσχεραίνει την καθημερινότητά μας και μας μειώνει στα μάτια του πιο πολύτιμου κριτή μας, του «εγώ» μας. Γιατί, λοιπόν, να μας ενδιαφέρει περισσότερο η ζωή των άλλων απ’ τη δική μας; Αν όντως βρίσκουμε τις άλλες ζωές πιο ενδιαφέρουσες, μάλλον πρέπει να αλλάξουμε ορισμένα πράγματα στη δική μας και μάλιστα άμεσα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη