Κάποιοι από εμάς περνάμε κι ανέκαθεν περνούσαμε τα καλοκαίρια στο χωριό μας. Απολαμβάναμε τη θάλασσα, τις γιαγιαδίστικες συνταγές και την παρέα που ποτέ δε μας άφηνε να αισθανθούμε μόνοι. Από μικροί, ίσως από τότε που αρχίσαμε να έχουμε αναμνήσεις του εαυτού μας, είχαμε ένα ιδιαίτερο δέσιμο με το χωριό μας· ενδεχομένως η παρουσία του παππού ή της γιαγιάς να μας έκανε να το αγαπάμε λιγάκι παραπάνω και να θέλουμε διακαώς να το επισκεφτούμε.

Μόλις κλείνανε τα σχολεία περιμέναμε πώς και πώς πότε επιτέλους θα μας έστελναν οι γονείς μας στο λατρεμένο χωριό μας. Αυτό φάνταζε σαν τον παράδεισο στα παιδικά μας μάτια και, σαφώς, συνεχίζει να διατηρεί τον χαρακτήρα του «επίγειου παραδείσου» και στα ενήλικα μάτια μας. Εκτιμάμε δεόντως την ύπαρξή του και την εκμεταλλευόμαστε όσο μας το επιτρέπει το επιφορτισμένο πρόγραμμά μας.

Μετά από τόσα χρόνια που το επισκεπτόμαστε συνεχίζουμε να μην το βαριόμαστε· ίσως διότι τα χρόνια περνούν, αλλά τα οικεία πρόσωπα συνεχίζουν να βρίσκονται εκεί και να μας περιμένουν. Να περιμένουν να μας αγκαλιάσουν, όπως μας έσφιγγαν όταν ήμασταν μικρά παιδιά  και να μοιραστούν μαζί μας τα νέα και τα όνειρά τους. Ίσως δε μας κουράζει το χωριό μας διότι εκεί γεννήθηκαν το πρώτα όνειρά μας,  εκεί γεννήθηκε ένα κομμάτι της σημερινής μας ύπαρξης.

Εκεί μάθαμε τόσα πράγματα που διαμόρφωσαν τον τρόπο σκέψης μας και αυτό που είμαστε πλέον. Το χωριό μας αποτελεί ένα κομμάτι του εαυτού μας εν γένει· ένα κομμάτι που δεν μπορούμε και δε θέλουμε να αποβάλουμε. Διότι σβήνοντάς το, θα σβήσουμε όμορφες αναμνήσεις και ανθρώπους που αξίζουν πολλά για εμάς. Ανθρώπους που θέλουμε να κρατήσουμε στη ζωή μας για πάντα, αν αυτό είναι εφικτό, γιατί αξίζουν μια θέση εκεί.

Το χωριό μου το αγαπώ όχι γιατί τυχαίνει να είναι το συγκεκριμένο μέρος, με το συγκεκριμένο όνομα, αλλά γιατί μπορώ να το αποκαλώ «δικό μου» και μένει πάντοτε στην ψυχή μου, όσο μακριά του κι αν βρεθώ. Το χωριό μου το αγαπώ διότι εκεί κατοικούν άνθρωποι που αγαπώ και με γεμίζουν. Το αγαπώ γιατί εκεί βρίσκονται οι ρίζες μου κι όλοι αυτοί που τις κρατούν ζωντανές.

Είναι τύχη να ‘χεις την ευκαιρία να έχεις το δικό σου χωριό, που μπορείς να επισκέπτεσαι και να νιώθεις πραγματικά σαν το σπίτι σου. Να υπάρχουν άνθρωποι εκεί που σε κάνουν να αγαπάς τον τόπο σου και σου δίνουν έναν ακόμα λόγο να θες να το επισκεφτείς. Είναι πολύ σημαντικό να έχεις ένα μέρος που να σημαίνει τόσα πολλά πράγματα για σένα. Να ξέρεις πως πάντοτε θα είναι το «θερινό» καταφύγιό σου, που θα προφυλάσσει όλα τα μυστικά κι όλα τα όνειρά σου.

Κάθε φορά που επισκέπτομαι το χωριό μου συγκινούμαι. Κι η συγκίνησή μου πηγάζει απ’ την κατανόηση της αναγκαιότητάς του· αντιλαμβάνομαι το καλό που μου πρόσφερε τόσα χρόνια που εγώ το είχα δεδομένο. Πλέον αναγνωρίζω ότι τίποτε δεν είναι δεδομένο κι εκτιμώ τα πάντα. Εκτιμώ ακόμα και αυτά που θεωρούσα αρνητικά και προσπαθώ να καταλάβω το λόγο ύπαρξής τους -διότι κι αυτός είναι κρυμμένος κάπου.

 

Συντάκτης: Θάνος Κουλουβάκης
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη