Όλοι γνωρίζουμε αυτό το συναίσθημα όταν μπαίνουμε σπίτι μας μετά από μήνες γιατί μας έφαγε η ξενιτιά κι οι σπουδές. Ναι, οι σπουδές γιατί μόνο ο φοιτητής ξέρει τι είναι να αποχωρίζεσαι την πόλη σου, τη χώρα σου μόνο και μόνο για να έχεις πρόσβαση σε παιδεία επιπέδου και να πάρεις εκείνο το πολυπόθητο πτυχίο. Δε μας έφταναν οι κορνίζες στον τοίχο, θέλουμε και πτυχίο. Δεν είμαστε όλοι έτοιμοι να μετακομίσουμε και να φύγουμε απ’ το σπίτι μας, απ’ τις ανέσεις μας, μακριά απ’ τους γονείς μας – όσο κι αν συχνά δεν το παραδεχόμαστε. Δεν είμαστε όλοι φτιαγμένοι για αλλαγές και πρόθυμοι να φτιάξουμε μια καινούρια ζωή απ’ το μηδέν.
Φεύγεις λοιπόν, απ’ την πόλη που μεγάλωσες, απ’ τη χώρα που έμαθες να λες πατρίδα και πας σε μια πόλη που σε τρομάζει, δεν ξέρεις τους δρόμους, δεν αναγνωρίζεις τα σπίτια, όλα τα κτίρια φαντάζουν άσχημα και πιστεύεις πραγματικά πως δε θα αντέξεις σε αυτό το μέρος για πολύ. Στο κάτω-κάτω πήγες για να σπουδάσεις όχι για να αγαπήσεις μια άλλη, ξένη πόλη, λίγα χρόνια είναι θα συνηθίσεις, έτσι;
Όσο ζεις σε μια πόλη που δεν ήταν ποτέ ποθητός προορισμός για ‘σένα, γνωρίζεις κόσμο, γνωρίζεις την κουλτούρα θέλοντας και μη, γνωρίζεις τα όμορφα κρυφά μέρη που σε σαγηνεύουν. Γνωρίζεις μια πόλη ξανά απ’ την αρχή, τη γνωρίζεις και τη βλέπεις με άλλο μάτι. Καταλαβαίνεις ότι ίσως τελικά να έχει πολύ περισσότερα να σου προσφέρει από όσα νόμιζες.
Το διαμέρισμά σου όσο μικρό ή παλιό κι αν είναι, πλέον απ’ το φοιτητικό σου σπίτι μετατρέπεται στο δικό σου προσωπικό χώρο διασκέδασης, σκέψης, χαλάρωσης. Σε αυτό το σπίτι μέθυσες με την παρέα που έκανες σε αυτήν την πόλη, σε αυτό το σπίτι ερωτεύτηκες κι ήρθες κοντά με τον άνθρωπό σου, σε αυτό το σπίτι γνώρισες ξανά τον εαυτό σου μακριά από όλα όσα σε περιτριγύριζαν στο πατρικό σου και στην πόλη όπου μεγάλωσες.
Σε αυτήν την πόλη αγάπησες τους ανθρώπους που πλέον αποκαλείς κολλητούς, ερωτεύτηκες τον άνθρωπο που πλέον είναι η σχέση σου, συμπάθησες ως και παθιάστηκες με αυτό που σπουδάζεις, αυτό που εύχεσαι να είναι το μελλοντικό σου επάγγελμα.
Με τόσα που αγάπησες σε αυτήν την πόλη, πώς γίνεται να μην αγαπήσεις την ίδια την πόλη; Να μην είναι πλέον το «σπίτι» σου στο οποίο δε βλέπεις την ώρα να γυρίσεις μετά τις διακοπές; Δε βλέπεις την ώρα να γυρίσεις και να πάρεις του κολλητούς να πάτε βόλτα στο λιμάνι, να πάτε για καφέ στο μικρό γραφικό μαγαζάκι που ανακαλύψατε μια νύχτα που χαθήκατε όταν φεύγατε απ’ το μπαράκι. Θες να γυρίσεις για να πας σπίτι σου, εκεί που μαζεύεστε κάθε επόμενο βράδυ και κλαίτε απ’ τα γέλια με τις μαλακίες που λέτε.
Απρόσμενα κι ασυναίσθητα, η πόλη που σπουδάζεις γίνεται το πρώτο σου σπίτι και δεν είναι πια το δεύτερο. Όχι μόνο επειδή περνάς τους περισσότερους μήνες εκεί αλλά γιατί τους μήνες που είσαι στο πατρικό σου, στην πόλη σου, εύχεσαι να ήσουνα εκεί που σπουδάζεις.
Τα φοιτητικά τα χρόνια λένε ότι είναι τα καλύτερα και τα ομορφότερα. Δε λένε όμως ποτέ το γιατί. Η απάντηση στο γιατί είναι πως τα φοιτητικά χρόνια σου μαθαίνουν ότι γίνεται να αγαπήσεις πάνω απ’ όλα μια πόλη. Γίνεται να αποκαλείς πια δύο μέρη πατρίδα. Γίνεται, γιατί όταν ένας άνθρωπος, μια χώρα, μια πόλη σε κάνει ευτυχισμένο τότε αυτό είναι το σπίτι σου και σε αυτό θα θέλεις πάντα να γυρνάς.
Με αγάπη στις πόλεις που αγαπήσαμε και μας αγάπησαν.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη