Υπάρχουν φορές που μας συμβαίνουν πράγματα που δε θα τα ευχόμασταν ούτε στο χειρότερο μας εχθρό. Είναι τόσο φρικτά κι ανατρεπτικά που το μόνο που εύχεσαι είναι να βγεις από αυτήν την κατάσταση απλά ζωντανός. Kι ας έχεις δεχτεί αμέτρητα κτυπήματα.
Απλά να βγεις ζωντανός θέλεις. Αυτό που πέρασε δε σε «σκότωσε». Μπορεί να σε διέλυσε, να σε κατέστρεψε, να σε άφησε μισό αλλά η κουβέντα που θα ακούσεις κάθε φορά είναι το «ό,τι δε σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό». Και μ’ αυτήν την κουβέντα πρέπει εσύ – υποτίθεται – να πάρεις δύναμη και να συνεχίσεις τη ζωή σου πριν καλά καλά σταθείς στα πόδια σου. Αυτή η φράση δημιουργήθηκε σε μια στιγμή αδυναμίας για να έχουμε κάτι να λέμε σ’ αυτούς που νοιαζόμαστε για να νιώσουν καλύτερα. Αυτή η φράση υπάρχει, επίσης, για να τη λέμε κι εμείς στον εαυτό μας μήπως και κάποτε το πιστέψουμε.
Αυτό που ισχύει είναι πως δεν έχουν όλοι τη δυνατότητα και τη δύναμη να ξαναβρίσκουν τον εαυτό τους αφότου χάσουν κάτι σημαντικό. Ό,τι δε σε σκοτώνει συνήθως σε αφήνει βαριά τραυματισμένο και χιλιο-κομματιασμένο. Δηλαδή μόνο πιο δυνατό δε σε κάνει. Μακάρι να ήταν πάντα έτσι. Μακάρι πάντα να έβγαινε κάτι καλό από μια δυστυχία. Πολλές φορές έρχονται και άλλα κακά όπως η καχυποψία, η εσωστρέφεια κι η ψυχρότητα.
Από το ένα άκρο μέχρι το άλλο, απ’ το να χάσεις και να απομακρυνθείς από ένα φίλο μέχρι το να χάσεις κάποιο δικό σου άτομο δια παντός, το κάθε σενάριο έχει τις επιπτώσεις και τις συνέπειές του. Μα είναι φυσικό να αναθεωρείς πτυχές της ζωής σου ή της συμπεριφοράς σου μετά από ένα άσχημο συμβάν. Πώς να συνεχίσεις να εμπιστεύεσαι χωρίς δεύτερη σκέψη όταν κάποιοι το βρήκαν ως μειονέκτημα κι ευκαιρία προς εκμετάλλευση; Πώς να μην κλειστείς στον εαυτό σου όταν γύρω σου δεν υπάρχει κάποιος που να σε νιώθει ή έστω να είναι διατεθειμένος να σε βοηθήσει να βγεις από το καβούκι σου;
Η απογοήτευση είναι συνήθως η πρωταγωνίστρια σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Είτε απογοητευτείς από κάποιον δικό σου άνθρωπο, είτε απ’ τον εαυτό σου ή ακόμη κι απ’ την ίδια τη ζωή, μένεις απελπισμένος, τη στιγμή που το μόνο που χρειάζεσαι είναι μια δόση ελπίδας. Μια δόση ελπίδας που δεν έρχεται στη άκουσμα μιας ανούσιας και ψεύτικης φράσης, αλλά μια δόση ελπίδας που βλέπεις στη μορφή κάποιου που αγαπάς και σε νοιάζεται. Και μιας καλής ημέρας που θα έρθει απρόσμενα.
Ό,τι δε σε σκοτώνει δε θέλεις να σε κάνει άνθρωπο χωρίς όνειρα, που δεν πιστεύει πως υπάρχει καλοσύνη, στοργή, ανθρωπιά. Τσίπα, όπως λέγεται κοινώς. Ό,τι δε σε σκοτώνει δε θέλεις να σ’ εμποδίσει στο να βάλεις κάποιον άνθρωπο στη ζωή σου μετά από μια μάταια σχέση ή ένα ανυπόφορο αποχωρισμό. Ό,τι δε σε σκοτώνει δε θέλεις να σε μεταλλάξει σε πλάσμα που δε γελάει, δεν τρώει, δε μιλά και δε λαλά. Μια παγοκολόνα ανάξια του να νιώσει το οτιδήποτε.
Ό,τι δε σε σκοτώνει δε σε κάνει πιο δυνατό. Συνήθως σε κάνει πιο καχύποπτο, πιο εσωστρεφή και πιο ψυχρό αλλά μην το επιτρέψεις για πολύ. Και μην αφήσεις να σου ξαναπούν και να ξανακούσεις αυτή τη φράση. Ό,τι δε σε σκοτώνει το κάνεις τελικά ό,τι θέλεις εσύ.
Επιμέλεια κειμένου Πηνελόπης Παυλίδη: Ελευθερία Παπασάββα