Ποια είναι πιστεύεις η μεγαλύτερή σου διαφορά με ένα δημόσιο πρόσωπο; Σκέψου για λίγο την πιο μεγάλη προσωπικότητα που θαυμάζεις και τοποθέτησέ τη δίπλα σε σένα. Τι παρατηρείς να σας διαχωρίζει περισσότερο; Είναι η επιτυχία; Το ταλέντο ίσως, η ανεπιτήδευτη ομορφιά ή η διαφορά των μηδενικών στους αποταμιευτικούς σας λογαριασμούς. Είναι βλέπεις τόσες οι διαφορές, που δεν ξέρεις πού να εστιάσεις.

Υπάρχει όμως και μια διαφορά καθολική για όλους. Σε αντίθεση λοιπόν με σένα και μένα, κάποια στιγμή η ζωή αυτών των ανθρώπων απέκτησε ξαφνικά δημόσια έκταση, έγινε γνωστή, αρκετά ώστε να σου δίνεται η δυνατότητα να κάνεις όσες συγκρίσεις θες, κάποιες φορές προς το συμφέρον τους και κάποιες άλλες όχι. Κάπως έτσι φτάσαμε στο σήμερα, όπου η κρίση εύκολα περνάει στο στάδιο της κατάκρισης, πολλές φορές χωρίς ίχνος δισταγμού και χώρο για περαιτέρω αμφιβολίες. Μια διαρκής μάχη θα έλεγε κανείς, μεταξύ σωστού και λάθους, μπρος στις πράξεις ανθρώπων που ούτε καν γνωρίζουμε και στη μέση η δική μας απόλαυση να εκτιμούμε το τελικό σκορ, το οποίο θα επικροτήσει ή θα απαξιώσει όχι μόνο την πράξη, αλλά ολόκληρη την υπόσταση ενός άτομο. Με δύο λέξεις “Cancel Culture”.

Υπάρχει μια λεπτή ισορροπία μεταξύ θαυμασμού και απογοήτευσης όταν αναφερόμαστε σε διασημότητες. Έχουμε την τάση, ακόμη και στη δική μας ζωή, να ακυρώνουμε οτιδήποτε θεωρούσαμε μέχρι κάποια στιγμή θετικό, στη θέα ενός μοιραίου λάθους, έτσι είναι σχεδόν αδύνατο να μην εφαρμοστεί το ίδιο όταν πρόκειται για τη ζωή κάποιου στην οποία βρισκόμαστε απλοί θεατές. Το κάθε σχόλιο, η κάθε έξοδος, η κάθε τοποθέτηση, μπορεί να μετατραπεί σε μια μακρόσυρτη συζήτηση μεταξύ συμβούλων, μέχρι τουλάχιστον τα πράγματα να πάρουν μια πιο αυτοσχέδια τροπή, η οποία όμως συνήθως κοστίζει˙ είδες τι έπαθε κι ο Kennedy από ένα μόνο “Happy Birthday” της Μέρλιν.

Κρίνουμε κι αυτό αν μη τι άλλο είναι μια απόδειξη της δυνατότητάς μας να βγάζουμε δικά μας συμπεράσματα για ό, τι βλέπουμε, όσο φανταχτερό κι αν μας σερβίρεται. Οι προσωπικότητες που θαυμάζουμε δεν έχουν φτάσει τυχαία στα βάθρα που τους έχουμε στήσει. Δε χρειάστηκε μόνο το ταλέντο για έναν σπουδαίο ερμηνευτή  έτσι ώστε να λατρευτεί, δεν έφτασαν ποτέ μόνοι οι ηγετικές ικανότητες ενός πολιτικού για να δοξαστεί, ούτε έμειναν αλησμόνητοι στη μνήμη μας οι σπουδαιότεροι αθλητές μόνο και μόνο για το άλμα εις ύψος και την ταχύτητά τους. Κάθε ένας τους έγινε σπουδαίος γιατί λατρεύτηκε ως άνθρωπος, γιατί η ζωή και οι επιλογές του, δοσμένες πλέον στο κοινό, κρίθηκαν, αξιολογήθηκαν και πήραν τα μεγαλύτερα εύσημα. Όσο άδικο κι αν ακούγεται, η ταύτιση προκύπτει από τη γνώση, έτσι λατρεύουμε όσο τίποτ’ άλλο να γνωρίζουμε κάθε πτυχή της ζωής των αγαπημένων μας διασήμων.

Μια ματιά μόνο σε κάθε κεφάλαιο της ζωής κάποιας φιγούρας της επικαιρότητας, είναι αρκετή ώστε να ξεσπάσει θύελλα συζητήσεων και σχολιασμών. Ιδιαίτερα όταν αυτή δίδεται απλόχερα από την ίδια τη μορφή για την οποία γίνεται όλος ο ντόρος. Έπειτα, δε μπορεί παρά να είναι προετοιμασμένος κανείς γι’ αυτήν τη δημόσια έκθεση, η οποία μπορεί και να τον εκθέσει ανεπανόρθωτα. Και φυσικά δεν είναι λίγες οι φορές που το αποτέλεσμα δεν ήταν το αναμενόμενο. Σε μια εποχή όπου η τοποθέτηση της κοινής γνώμης είναι ευκολότερη από κάθε άλλη φορά και η ατομική ασφάλεια που δίνεται στον καθένα πίσω από μία συλλογική τοποθέτηση είναι πλέον αδιαμφισβήτητη, δυστυχώς προκύπτει η ευκαιρία για όποιον το θελήσει, να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες αυτές χωρίς να αντιλαμβάνεται το βάρος που κουβαλάνε.

Η λεγόμενη κουλτούρα της ακύρωσης, δεν αφορά πλέον στην κριτική η οποία έχτισε τις μεγαλύτερες ανθρώπινες μορφές της ιστορίας και καταδίκασε τις πιο τρανταχτές αποτυχίες της. Καθώς δε βασίζεται στην ευθύνη που φέρει μια άποψη, ατομική ή ιδιαιτέρως συλλογική, δεν αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα της τοποθέτησής της, πάνω σε τρανταχτά θεμέλια, με επιχειρηματολογία, αδιάψευστα στοιχεία και κυρίως έναν απώτερο σκοπό εποικοδομητικής κριτικής.

Τελικά, ίσως μας είναι τόσο εύκολο να έχουμε άποψη, που έχουμε ξεχάσει πως το δικαίωμα αυτό δεν έχει απλά κερδηθεί αλλά μας έχει παραχωρηθεί μαζί με το βάρος της ευθύνης να αποδεικνύουμε σε κάθε χρήση του, πως είμαστε άξιοι να το φέρουμε και όχι να το καταχραζόμαστε σε βάρος κανενός.

 

Συντάκτης: Μαρία Μόρρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου