Είναι εκπληκτικό πόσο κομπλέ έχουν βγει τελικά οι γονείς μας αν αναλογιστείς πόσα κοινωνικά «πρέπει» τους έχουν βαρύνει και ίσως συνεχίζουν να τους βαραίνουν μέχρι σήμερα. Θα μπορούσαμε να πούμε με σιγουριά πως τουλάχιστον οι μισές απ’ τις πιο σοβαρές αποφάσεις που έχουνε πάρει στη ζωή τους ήταν απόρροια κανόνων και στερεοτύπων που άλλοι είχαν θέσει για αυτούς. Παρολ’ αυτά κατάφεραν να μεγαλώσουν τις επόμενες γενιές, εμάς, με πολύ λιγότερα «πρέπει» και περισσότερη ελευθερία. Ή τουλάχιστον αυτός ήταν ο αρχικός στόχος.
Μέχρι ένα σημείο αυτός ο στόχος έχει επιτευχθεί. Έχουμε καταφέρει να αποβάλλουμε πολλά κι άλλα τόσα έχουμε περιορίσει και απομονώσει χτίζοντας τα τείχη προστασίας μας έναντι καλοθελητών που θα ήθελαν να τα γκρεμίσουν. Σήμερα παλεύουμε για τη διαφορετικότητα σε ένα επίπεδο που όλα περιλαμβάνονται και συνυπολογίζονται. Μια συλλογική θα έλεγε κανείς προσπάθεια, όχι απλούστατα αποδοχής του διαφορετικού, αλλά αποδοχής του συνηθισμένου και του ασυνήθιστου, που μπορεί να ξεφεύγει απ’ τις νόρμες ή να έχει εδραιωθεί σε αυτές. Πώς αλλιώς θα μπορούσε κανείς να παλεύει για την αποδοχή όταν αυτή δεν περιλαμβάνει όσα κρίνονται περισσότερο διαφορετικά απ’ όσο θα «έπρεπε» και όσα κρίνονται κοινότυπα για να μπορούν να διαφέρουν;
Το πώς γίνεται αυτή η μάχη είναι μια άλλη ιστορία. Κι εδώ δε μιλάμε φυσικά για την κοινωνική μάχη, η οποία βρίσκεται και σε άλλο επίπεδο. Όλα κάπως ξεκινάνε σε προσωπικό βαθμό και καθώς ανέρχονται σε επίπεδο συνόλου καταλήγουν να αφορούν εμάς και τη δική μας αντίληψη απέναντι στα πράγματα. Πώς καταφέρνεις να αποβάλεις τα «πρέπει», με τα οποία ανατράφηκες και βάσει αυτών καλλιέργησες τουλάχιστον ένα μέρος του εαυτού σου; Το «πώς» εδώ δεν αποτελεί ρητορική έκφραση με στόχο την έμφαση στη δυσκολία του έργου που έτσι κι αλλιώς είναι αυτονόητη αλλά εδώ ψάχνουμε απαντήσεις.
Μπορεί να σε βοηθήσει να ρίξεις μια ματιά στα αποτελέσματα της προσπάθειας. Ένα πράγμα ξέρουμε καλά να κάνουμε κι αυτό είναι να θέτουμε τους κανόνες μας. Αυτοί μπορεί να οριοθετούν τις επιθυμίες μας, να οργανώνουν την ασάφεια των σκέψεών μας και να μας βγάζουν από περιττούς κόπους και πιθανές αποτυχίες. Μπορεί να δείχνουν την ανάγκη μας να εξερευνήσουμε μονοπάτια που ξεφεύγουν από την πεπατημένη. Κι ενώ η ασφάλεια των υποχρεώσεων έχει εξελιχθεί σε μια μορφή καταπίεσης, τα εργαλεία μας προς την αφαίρεσή της παραμένουν ίδια. Ξέρουμε καλά να θέτουμε και να ορίζουμε τα «πρέπει» κι αυτό το χρησιμοποιούμε πλέον για την πάταξή τους. Παλεύουμε ενάντια στα κοινωνικά «πρέπει» δημιουργώντας παράλληλα καινούρια.
Μοιάζει αντιφατικό κι όμως είναι αναμενόμενο. Σε μια προσπάθεια να αποκηρύξουμε όσους κανόνες επιβάλλουν την ισχύ τους στη ζωή μας, δημιουργούμε κανόνες ασφαλείας. Έξυπνο και πρακτικό ως πρώτο βήμα, επικίνδυνο και αναποτελεσματικό ως μόνιμη λύση. Είναι λες και προσπαθείς να αποτάξεις την πεποίθηση πως όλοι πρέπει να παντρευόμαστε και να κάνουμε οικογένεια, αποφασίζοντας πως ο γάμος δεν πρέπει να γίνει ή πιο σωστά πως «πρέπει» να καταργηθεί. Είναι όπως όταν αντιδράς στο κοινωνικό κατεστημένο που επιβάλει μια γυναίκα να μαγειρεύει αποφασίζοντας ως γυναίκα να μην ξαναμαγειρέψεις ποτέ.
I get the point αλλά αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί λύση, παρά μόνο μια πολύ καλή δήλωση. Κι αυτό γιατί οι δηλώσεις έχουν στόχο ριζικές αλλαγές, αλλαγές που αφήνουν περιθώρια να εδραιωθεί όλο το φάσμα απόψεων και αντιλήψεων, στη λιγότερο -αν όχι εξ ολοκλήρου- μη επιβλητική μορφή τους στους γύρω θεατές. Δεν είναι αυτό εξάλλου για το οποίο παλεύουμε;
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.