Ανέκαθεν ήμουν αυτό το άτομο που εξαιτίας του μπορούσες να χάσεις την τελευταία παράσταση της χρονιάς γιατί έφτανε ένα τέταρτο μετά την έναρξη, με βρεγμένο μαλλί και τα ξεχασμένα αθλητικά που βρήκε στο αυτοκίνητο. Ήμουν αυτή στην οποία η παρέα έλεγε πάντοτε ένα μισαωράκι νωρίτερα απ’ ό, τι έχουν συνεννοηθεί όλοι οι υπόλοιποι, έτσι ώστε να φτάσει τελευταία αλλά όχι πριν παραγγείλουν το τελευταίο ποτό. Αυτή για την οποία το κουδούνι της πρώτης ώρας χρησίμευε ως ξυπνητήρι μιας και έμενε τοίχο τοίχο με το σχολείο κι αυτή που τελείωσε στα έξι χρόνια τη σχολή κι αυτό μερικώς γιατί έχανε τουλάχιστον ένα μάθημα ανά εξεταστική, στο οποίο δεν προλάβαινε να φτάσει πριν να κλείσουν οι πόρτες.
Η τυπικότητα μπορεί να θεωρηθεί χάρισμα ανεκτίμητης αξίας, ιδιαίτερα αναγνωρισμένο κυρίως από όσους δεν το κατέχουν. Αυτοί και μόνο εξάλλου έχουν ζήσει στο πετσί τους τις συνέπειες της απουσίας του. Τον κρύο ιδρώτα που σε λούζει όταν κάθε φορά που έχεις μια εργασία, ξεκινάς δυο μέρες πριν το deadline και όπως πολύ καλά προδίδει και η λέξη, είσαι στα όρια πριν φτάσεις στο καρδιακό μέχρι να καταφέρεις να την παραδώσεις εγκαίρως. Και το εύλογο ερώτημα όλων είναι φυσικά, αφού το ξέρεις γιατί δεν ξεκινάς νωρίτερα; Έλα μου ντε, πώς και δεν το σκέφτηκα;
Αυτό είναι ίσως και το μεγαλύτερο πρόβλημα με την έλλειψη τυπικότητας, το ότι τελικά παραδίδεις την εργασία εγκαίρως, το ότι φτάνεις στο σχολείο ένα τέταρτο αργότερα και καθώς αυτό είναι πλέον συνηθισμένο, δεν παίρνεις καν απουσία. Με άλλα λόγια, τα κουτσοβολεύεις κάπως. Κι αφού η έλλειψη οργάνωσης που από νεογνό σε συντροφεύει, δεν επιφέρει και καμιά τραγική αλλαγή στην πορεία της ζωής σου, ποιος ο λόγος να ξεβολεύεσαι για χάρη της και να προσπαθείς να αλλάξεις συνήθειες και τρόπους; Κάπως οι γύρω σου το έχουν αποδεχθεί, κάπως κι συ έχεις συμφιλιωθεί με το άγχος της τελευταίας στιγμής, μέχρι και που έχεις πείσει τον εαυτό σου πως αυτή η κατάσταση έχει και τα θετικά της. Το πώς μόνο εσύ το ξέρεις.
Χωρίς βέβαια να αποσύρουμε την πρωταρχική ευθύνη η οποία βαραίνει εσένα και κανέναν άλλον, η έλλειψη οργανωτικότητας δεν είναι κάτι που παρουσιάζεται σπανίως ή μόνο σε λίγους, αλλά θα μπορούσαμε να πούμε πως ανθεί ανάμεσά μας. Αυτό εγείρει και ένα δεύτερο ερώτημα. Μήπως η κοινωνία καλλιεργεί τέτοιου είδους συμπεριφορές; Ή αντιστρόφως, μήπως τα πρότυπα και οι ρυθμοί ζωής που έχουμε φτιάξει, στην πραγματικότητα βρίσκονται απέναντι στην εκ φύσεως ανάγκη μας να λειτουργούμε χωρίς προθεσμίες και χρονοδιαγράμματα;
Είναι ξεκάθαρο πως μια μερίδα από εμάς έμαθε να λειτουργεί με το ρολόι στο χέρι πριν καν καλά καλά μάθει την προπαίδεια και η πικρή αλήθεια είναι πως αυτή η μερίδα τείνει και να θριαμβεύει. Παραδόξως βέβαια και προς έκπληξη πολλών αυτό συμβαίνει και σε πολλούς για τους οποίους η έννοια του χρόνου παραμένει κυρίως ένα πεδίο της φυσικής και μάλιστα ελάσσονος σημασίας. Κάνεις δεν μπορεί να πει με σιγουριά αν είναι κυρίως θέμα φύσεως, αν είναι μια συνήθεια που καλλιεργείται ή ίσως και εντείνεται από το τρόπο ζωής που επιλέγει ο καθένας, αλλά σίγουρα δεν είναι ποτέ ένα αίτιο αποτυχίας.
Η επιτυχία έχει να κάνει με την προσπάθεια και την αφοσίωση, σε ό,τι χρόνο κι αν αυτό πραγματοποιείται. Ε, κι άμα τύχει να χάσεις και καμιά πτήση στο ενδιάμεσο, δε χάλασε κι ο κόσμος μωρέ.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου