Κάθομαι σε ένα παγκάκι με τα παιδιά μου σε μια από τις πλατείες – κούνιες – υπαίθρια γυμναστήρια της Γλυφάδας, από εκείνες τις καινούριες και τις καθαρές. Απέναντι είναι ένας από τους πιο in φούρνους (ναι παιδιά, όσο Γαλλικός και να είναι και όσο και να κινείται μεταξύ trendy και μοντέρνου, ψωμάκι βγάζει, άρα είναι φούρνος).
Η Ίριδα βλέπει τις γατούλες και προσπαθεί να παίξει μαζί τους κι ο Μιχάλης, που αγαπάει πιο πολύ τα σκυλιά παίζει ήρεμα με ένα πανέμορφο golden retriever, που έχει μια άλλη οικογένεια με παιδί.
Στο παγκάκι στην πιο μακρινή άκρη του πάρκου είναι ένας ρακένδυτος άντρας, όχι παραπάνω από 45-50 χρόνων. Με έχουν μαγνητίσει τα μάτια του. Νομίζω πως είναι τα πιο γαλάζια μάτια που έχω δει ποτέ. Το πρόσωπό του σκαμμένο, οι ρυτίδες του βαθιές και προσπαθεί να είναι αόρατος.
Τόσο παράταιρη η εικόνα του μέσα στο πάρκο της χαράς.
Κανένα από τα παιδιά δεν τον κοίτα και για κανέναν δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Είναι σα να είναι κομμάτι της εικόνας.
Μια κυρία, εκεί γύρω στα 50 κι αυτή, στεγνή, με προσεγμένο μαλλί και άψογο manicure, πλησιάζει μια γωνιά του πάρκου και βγάζει ένα ταπεράκι γεμάτο γατοτροφή. Μέσα σε χρόνο μηδέν όλες οι κρυμμένες γατούλες της περιοχής μαζεύονται και η εικόνα είναι πανέμορφη.
Μόνο που μέσα στην ομορφιά της εικόνας εκτός από την Luna, το Golden Retriever που έχει αράξει κοντά μας, έχει ενοχληθεί βουβά και κάποιος άλλος.
Ο ρακένδυτος κύριος που έχει ενσωματωθεί τόσο στην εικόνα που δεν παρατηρεί κανείς από την αρχή το βλέμμα του. Εκείνο το βλέμμα που διαβάζεις μέσα του την ανάγκη του να ήταν γάτα. Να ήταν ένα αδέσποτο κι εκείνος.
Πριν προλάβω να κάνω πράξη την σκέψη, βλέπω τον μπαμπά της άλλης οικογένειας και αφεντικό της Luna να του δίνει μια σακουλίτσα από το Fancy Γαλλικό φούρνο με.. η αλήθεια είναι πως δεν πρόλαβα να δω τι ήταν. Ο άστεγος κύριος, εκείνος που τώρα είχε χαμηλώσει το γαλανό του βλέμμα, είχε εξαφανίσει το ό,τι φαγώσιμο είχε η σακούλα μέσα σε χρόνο dt!
Κι ως εδώ, είναι όλα «καλά». Ότι κι αν σημαίνει αυτό το «καλά».
Το σκηνικό του παραλόγου ξεκινάει την στιγμή που η στεγνή, ξινή κυρία με λέξεις μεταξύ ήχου και άηχου και απευθυνόμενη στον μπαμπά της άλλης οικογένειας ακούγεται να λέει «Έτσι, να τον ταϊζετε να μην φύγει ποτέ από δω. Τσάμπα προσπαθούμε να τον διώξουμε όλοι!»
Μας πήρε μερικές στιγμές να καταλάβουμε τι έχει γίνει. Οι τρεις ενήλικες να κοιταζόμαστε μεταξύ μας σαν να προσπαθούμε να μεταφράσουμε κάπως αλλιώς αυτό που είχαμε ακούσει.
Η κυρία ξινή με την γατοτροφή και ύφος αποστροφής προς εμάς και ο άστεγος που από αόρατος είχε γίνει πέτρα του «σκανδάλου» άθελά του, απλά επειδή καβάτζωσε το λάθος παγκάκι και χάλασε την εικόνα του πάρκου.
Κοιταχτήκαμε μεταξύ μας οι τρεις «μεγάλοι» και κάναμε μια σιωπηρή συμφωνία.
Χωρίς να το καλοσκεφτώ, χωρίς να απαντήσω τίποτα στην κυρία γιατί κακά τα ψέματα διάλογο με τον παραλογισμό δεν ανοίγεις, απομακρύνομαι και γυρνάω με μια σακούλα γεμάτη φαγώσιμα και νερό. Τα αφήνω δίπλα στον άνθρωπο, παίρνω τα παιδιά και φεύγω αφήνοντας την στεγνή, ξινή, καλοχτενισμένη κυράτσα να ωρύεται και να απειλεί για αστυνομίες και επιπτώσεις.
Δεν γύρισα το βλέμμα μου ούτε να την κοιτάξω. Δεν είχα τι να της πω. Δεν ήξερα τι να της εξηγήσω.
Να της πω πως έχω μεγαλώσει σε ένα σπίτι γεμάτο ζώα από σκυλιά μέχρι παπαγάλους και τα παιδιά μου από νεογέννητα όχι απλά τα αφήνω αλλά τα προτρέπω να αγαπάνε και να φροντίζουν τα ζώα;
Να της πω πως είμαι ουσιαστικά φιλόζωη και δεν επιτρέπω στα παιδιά μου να πηγαίνουν σε τσίρκο, έχοντας εξηγήσει το γιατί και το πώς;
Να της πω πως για να μπορώ να είμαι φιλόζωη οφείλω πρώτα να αγαπάω τους ανθρώπους;
Να της πω πως ο άνθρωπος που μου χάρισε το τελευταίο μου σκυλί, την Ερριέτα μου, μου έμαθε τα λόγια του Μίλαν Κούντερα «Οι σκύλοι είναι ο κρίκος που μας συνδέει με τον παράδεισο. Δεν γνωρίζουν από κακία, ζήλια και δυσαρέσκεια. Το να ρεμβάζεις παρέα με ένα σκύλο αραγμένος απόγευμα στη πλαγιά ενός λόφου είναι σαν να επιστρέφεις στην Εδέμ.»
Ναι, είμαι θυμωμένη. Είμαι θυμωμένη με την υπερβολή που μας διακατέχει. Αν πρέπει να σώσω ένα ζώο κι έναν άνθρωπο θα βάλω τα δυνατά μου να τα κάνω και τα δύο, αλλά θα ξεκινήσω από τον άνθρωπο.
Αν πρέπει να ταΐσω έναν άνθρωπο κι ένα ζώο θα τα ταΐσω τον άνθρωπο και θα κρατήσω κι ένα κομμάτι για το αδέσποτο.
Όμως κάποια στιγμή, πρέπει να βάλουμε και τα όρια μας και να τα κοιτάξουμε.
Όση αποστροφή μου προκαλεί κάθε ένας από αυτούς που τολμάνε να αγγίξουν, να πληγώσουν και να βιαιοπραγήσουν πάνω σε ένα ζώο, άλλη τόση μου προκαλεί ο άνθρωπος που έχει ξεχάσει να ασχοληθεί με το είδος του.
Όσο εγκληματία θεωρώ τον κάθε ανεύθυνο που παίρνει ένα κατοικίδιο και μετά το παρατάει στις ερημιές, άλλο τόσο θεωρώ και τον καθένα που ξεχνάει να κοιτάξει τον άνθρωπο δίπλα από το αδέσποτο.
«Γιατί μαμά αυτή η κυρία θύμωσε που ταϊσαμε τον άνθρωπο; Πρέπει να κάνουμε το ένα από τα δυο;»
Όχι, αγάπη μου! Δεν χρειάζεται ποτέ να επιλέξουμε ανάμεσα στα δύο. Απλά δεν πρέπει να αγαπάμε ένα από τα δυο. Αγαπάμε τους ανθρώπους δεν σημαίνει πως δεν αγαπάμε τα ζώα. Προσέχουμε πρώτα τους ανθρώπους δεν σημαίνει δεν φροντίζουμε τα ζώα.
Εν τέλει μια αγκαλιά, η φιλευσπλαχνία και η αγάπη δεν ζυγιάζονται.
Υπάρχουν και δίνονται, απλόχερα!