Αποτελεί άραγε ο γάμος μια απαρχαιωμένη και ξεπερασμένη επιλογή, ή εξελίσσεται και μεταμορφώνεται σε νέα κι εναλλακτικά μοντέλα συμβίωσης; Σε μια καταναλωτική κοινωνία, που αναζητά και λαμβάνει την άμεση ικανοποίηση των επιθυμιών της, ακόμα και εις βάρος της κάποιες φορές, ποιος θα δεχόταν να εισέλθει σε μια ένωση με νομικό κύρος, αρκετούς περιορισμούς και παραχωρήσεις κι αποκλειστική μονογαμία;
Με ελάχιστα κοινωνικά κίνητρα, πολυάριθμες προσωπικές ευθύνες και «οικογενειακά βάρη», μόνο περιζήτητο κι ελκυστικό προϊόν δεν αποτελεί ο γάμος, ειδικά στις νεαρότερες ηλικίες. Με την οικονομία να έχει δεχθεί ένα σοβαρό πλήγμα και με τη γυναικεία χειραφέτηση και την αντίστοιχη οικονομική ανεξαρτησία που τη συνοδεύει, μοιάζει σαν το κέντρο της λεγόμενης πυρηνικής οικογένειας να έχει αλλάξει στόχους κι επιθυμίες. Και γιατί να μην το κάνει άλλωστε;
Το λεγόμενο πρότυπο της πυρηνικής οικογένειας με τη μαμά, τον μπαμπά και τα 2,5 παιδιά σαφώς κι αποτελεί πλέον σενάριο επιστημονικής φαντασίας, σχεδόν βγαλμένο από έργο του Isaac Asimov. Αυτές τις ημέρες, η ερωτική επαφή είναι εύκολα προσβάσιμη, σε κάθε φύλο και οι βασικές βιολογικές ανάγκες καλύπτονται με μια απλή αναζήτηση σε κάποια από τις πολυάριθμες εφαρμογές.
Οι ανοιχτές σχέσεις προσφέρουν ένα πεδίο ανακαλύψεων και απενοχοποιημένων απολαύσεων, που φαντάζει και πιθανώς είναι, άκρως ελκυστικό και στη διακριτική ευχέρειά μας. Περισσότερο διαθέσιμη επιλογή παρά εξαίρεση. Η εύκολη πρόσβαση ως προς το κομμάτι των επαφών (εικονικά ή φυσικά), η αντικατάσταση της ανθρώπινης παρουσίας με ρομπότ σαν παρτενέρ -σε κάποιες προηγμένες χώρες- και το δικαίωμα σε γάμους ίδιου φύλου, αφαιρεί την ανάγκη της κάλυψης συγκεκριμένων αναγκών μέσω του γάμου.
Η απόκτηση παιδιών εκτός γάμου, ως αναφαίρετο δικαίωμα, χωρίς το κοινωνικό στίγμα που επέφερε σε προηγούμενες εποχές και η ελεύθερη συμβίωση, που πλέον συνοδεύεται κι από ειδικά νομικά συμφωνητικά που διασφαλίζουν την οντότητα της σχέσης υπό συζήτηση, μάλλον συμβάλλουν στο να αποτελεί ο γάμος μια εξαιρετική συνθήκη, στατιστικά απίθανη και μη προτιμητέα.
Ο γάμος, ως θεσμός, αφορά περισσότερο το θρησκευτικό και νομικό πεδίο, ενώ στην ουσία το σύγχρονο μοντέλο συμβίωσης και δημιουργίας οικογένειας, είτε αμφιφυλόφιλης είτε ετεροφυλόφιλης, ζητά την αναγνώριση, περιέχοντας τα ουσιαστικά στοιχεία αλλά τροποποιώντας δραστικά τους όρους του θεσμού. Οι λόγοι που παλιότερα πιθανώς οδηγούσαν στον γάμο, δεν αποτελούν βάσιμο κίνητρο πλέον. Ίσως χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε τον θεσμό του γάμου, κι ό, τι αυτός απαρτίζει στη σημερινή εποχή κι όχι να μένουμε σε συνήθειες και ηθικές επιταγές του 1960.
Πλέον ο γάμος δεν είναι μια ανάγκη για να ξεφύγεις από κάτι, αλλά περισσότερο μια επιθυμία να επεκταθείς και να ωριμάσεις, εκπληρώνοντας όλες τις υλικές, συναισθηματικές, σωματικές και πνευματικές ανάγκες κι ανησυχίες μας. Έχοντας το πλεονέκτημα των συζυγικών δικαιωμάτων χωρίς τη σύναψη γάμου κι όλο και πιο μακριά από το νομικό και ηθικό κομμάτι της εξίσωσης, ο ακρογωνιαίος λίθος της κοινωνικής τάξης, ο γάμος, φαίνεται να μεταλλάσσεται και να θέτει νέους κανόνες.
Η αγάπη αποτελεί σημαντικό στοιχείο της εξίσωσης, σε αντίθεση με άλλες εποχές όπου η επιλογή συζύγου γινόταν για λόγους ανάγκης κι επιβίωσης και λιγότερο ως ατομική επιλογή. Χωρίς αμφιβολία, ο γάμος δεν αποτελεί στις ημέρες μας βασική αναγκαιότητα και συνθήκη κοινωνικής ευημερίας. Με τα ποσοστά των γάμων να πέφτουν από το 70% στο 50% σε κάποιες ηλικιακές ομάδες, φαίνεται ότι όλο και λιγότεροι επενδύουν στον θεσμό. Αν και εκ πρώτης, τα στατιστικά στοιχεία και νούμερα φαίνονται άκρως ανησυχητικά, σε τελική ανάλυση οι δεσμοί που παραπέμπουν στον γάμο υπάρχουν, αλλά οι ιδιότητες που έχουν είναι διαμετρικά αντίθετες.
Υπάρχουν ζευγάρια που θέλουν μόνο μια σύντομη συμβίωση, άλλα ζευγάρια που επιθυμούν μόνο την απόκτηση ενός παιδιού, άλλα που θέλουν να διατηρήσουν την ιδιωτικότητά τους μένοντας σε ξεχωριστά σπίτια κι άλλα ζευγάρια ίδιου φύλου που επιθυμούν τα νομικά δικαιώματα του γάμου.
Βλέποντας το θέμα από μια άλλη οπτική γωνία, τα πρόσφατα δεδομένα δείχνουν έναν επαναπροσδιορισμό του αρχικού ορισμού του γάμου, παρά μια συνειδητή πτώση του. Επιλέγοντας σε μεγαλύτερες ηλικίες να παντρευτούν κι ορίζοντας τον γάμο σαν μια συνειδητή κι υπολογισμένη φυσική επιλογή κι εξέλιξη μιας σχέσης, οι σημερινοί νέοι μετατρέπουν τον θεσμό από βασικό έπαθλο και σημείο σταθμό της ζωής ενός ανθρώπου, κάτι που ίσχυε σε παλιότερες εποχές, σε μια καλά υπολογισμένη κίνηση που ακολουθεί την επαγγελματική και οικονομική τους εξέλιξη και δεν προηγείται ή προκαλείται από αυτή.
Ίσως το επόμενο βήμα να είναι η κοινή αποδοχή ότι ο γάμος δεν αποτελεί το ξεπερασμένο και μη-λειτουργικό μοντέλο που επικρατούσε μέχρι πρόσφατα, αλλά ότι παίρνει μια νέα, συνεχώς εξελισσόμενη μορφή που στον πυρήνα της εμπεριέχει τον ουσιαστικό δεσμό και τα οφέλη που απορρέουν από αυτόν. Αυτή η ρευστότητα και η συνεχής εξελικτική αλλαγή απέχει πολύ από το αυστηρό δομημένο πρότυπο γάμου που επικρατούσε μέχρι πρόσφατα, αλλά δείχνει εμφανώς σημάδια κόπωσης κι ανικανότητας να συμβαδίσει με τις επιταγές της σύγχρονης εποχής.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί ν’ αμφισβητηθεί η ουσιαστική παρουσία του γάμου στην κοινωνική δομή και σταθερότητα. Προσπερνώντας τις κατηγορηματικές φωνές που στοχοποιούν την κρίση των αξιών για την έκπτωση του γάμου, ας σκεφτούμε ότι η σύζευξη δύο ανθρώπων είναι βασική ανάγκη και ποτέ μα ποτέ δεν μπορεί να εξαλειφθεί. Είναι όμως λογικό, όταν αλλάζουν κι εξελίσσονται οι παράμετροι μιας εξίσωσης, στην περίπτωση αυτή οι άνθρωποι, ν’ αλλάζει και το τελικό αποτέλεσμα.
Ας επιτρέψουμε αυτόν τον αέρα ανανέωσης, με σεβασμό κι υπευθυνότητα κι ας μην ανησυχούμε για την επιβίωση ενός θεσμού που χρονολογείται άλλωστε από τη νεολιθική εποχή. Είτε τον απορρίψουμε τελικά είτε τον αποδεχτούμε, ας δεχτούμε ότι ο γάμος αποτελεί άλλο ένα πεδίο ανακάλυψης σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο. Σε τελική ανάλυση, αυτό που μετράει και έχει σημασία είναι η ποιότητα της σχέσης μεταξύ δύο ανθρώπων, κανένας τίτλος κι ορισμός, ως πλατφόρμα εξέλιξης των ίδιων και κατ’ επέκταση της κοινωνίας ολόκληρης.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου