Από τον Σοφοκλή, τον Πλάτωνα, τον Πλούταρχο και τον Φειδία που διατηρούσαν σχέσεις με νεαρότερους άνδρες μέχρι τις αρχαίες Ελληνικές τραγωδίες και τα ποιήματα που βρίθουν από ερωτικές περιπέτειες αρχαίων Ελλήνων, η αρχαία Ελλάδα έχει συνδεθεί με τις ομόφυλες σχέσεις εστιάζοντας κυρίως στους άνδρες και εξαίροντας το ιδεώδες της ρομαντικής αγάπης μεταξύ τους.
Αυτό που έχει γίνει ελάχιστα γνωστό όμως είναι ότι η αρχαία Ρώμη αναγνώριζε και αποδεχόταν τις σχέσεις με το ίδιο φύλο για άνδρες και γυναίκες εξίσου, αποτελώντας ένα θετικό πρότυπο για την ταυτότητα των ομoφυλόφιλων ατόμων του Δυτικού κόσμου και μάλιστα είχε καθιερωθεί άτυπα η χρήση των Λατινικών ως μυστική γλώσσα της ελίτ κοινότητας των ομoφυλόφιλων πολιτών της. Με αυτό τον τρόπο ήταν εύκολο να συζητούν ανοιχτά για τις ερωτικές περιπέτειές τους χωρίς να γίνονται αντιληπτοί από το περιβάλλον τους.
Η ομοφυλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα θεωρούνταν σεβαστή καθώς εξέφραζε τη ρομαντική αγάπη κυρίως μεταξύ μεγαλύτερων και νεαρότερων ανδρών, όπως διαφαίνεται στα κείμενα αρχαίων τραγωδιών και ποιημάτων. Από το Συμπόσιο του Πλάτωνα και τις περιπέτειες του Αχιλλέα και του Πάτροκλου στην Ιλιάδα, όπου ο Όμηρος γλαφυρά περιγράφει και οι νεώτεροι ιστορικοί ερμηνεύουν ως αμοιβαία σχέση αγάπης μεταξύ ανδρών, μέχρι τους στίχους του Θεογνή που ξεκινούν με την πρόταση «Ώ ομορφότερο αγόρι» και τις απεικονίσεις ανδρών που φλερτάρουν επάνω σε αμφορείς της εποχής, η αρχαία Ελλάδα εξαίρει την ανδρική ομοφυλοφιλία καθιστώντας την σεβαστή πρακτική και ισχυρό προνόμιο, προσδίδοντας ένα ρομαντικό και ταυτόχρονα πνευματικό χαρακτήρα καθώς αφορούσε κυρίως άνδρες της ανώτερης τάξης.
Φιλόσοφοι, συγγραφείς, ανώτεροι στρατιωτικοί και πολιτικοί άνδρες αποτελούν τον πυρήνα της και τον κύριο λόγο για τον οποίο οι σχέσεις μεταξύ ανδρών είχαν μια έντονα αισθητική πλευρά, εξιδανικεύοντας την αγάπη και τη φροντίδα μεταξύ τους καθώς και το ήθος της ομοφυλοφιλίας. Στο πλαίσιο των πολυάριθμων συμποσίων και με την επίφαση πολιτικών και φιλοσοφικών αναζητήσεων, η σύναψη επαφών μεταξύ των συνδαιτυμόνων ήταν κάθε άλλο παρά απλή κοινωνική συνάντηση, μάλλον αφορούσε τον θαυμασμό του ανδρικού σώματος και τις περιπτύξεις.
Στον αντίποδα της ωραιοποιημένης και εμφανώς ιδανικής εικόνας της ομοφυλοφιλίας στην αρχαία Ελλάδα, η αρχαία Ρώμη εμφάνιζε μια περισσότερο προσγειωμένη αλλά θαρραλέα προσέγγιση στις σχέσεις ως προς τα δύο φύλα, που συμπεριελάμβαναν εξίσου τολμηρά αλλά και ρομαντικά στοιχεία. Γεγονός που ιστορικά συνετέλεσε περισσότερο στη διαμόρφωση της ταυτότητας των ομοφυλόφιλων ατόμων νεώτερων εποχών μέχρι και σήμερα, καθώς είχε έντονα στοιχεία ρεαλισμού και απουσία εξιδανικευμένων χαρακτηριστικών.
Η αντίθεση της Ρωμαϊκής προσέγγισης των σχέσεων διαφαίνεται στα κείμενα του προκλητικού ποιητή Κάτουλλου, όπου ανάμεσα στους ρομαντικούς στίχους για την «χαρά του κοριτσιού» και για τα «γενναία παιδιά της Ρώμης» σκανδαλίζει την εποχή με τολμηρές περιγραφές. Πλέον γνωστά είναι και τα ρωμαϊκά όργια αλλά και οι πολυάριθμοι γάμοι του αυτοκράτορα Νέρωνα τόσο με γυναίκες όσο και με άνδρες. Η σύναψη τέτοιων σχέσεων στην αρχαία Ρώμη αφορούσε στην ανάδειξη της δύναμης προσφέροντας ένα ελεύθερο πεδίο αναζητήσεων απαλλαγμένο από την ανάγκη απολογίας της εκάστοτε επιθυμίας.
Αν και οι γάμοι μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών δεν ήταν θεσμοθετημένοι υπάρχουν κείμενα που αναφέρουν γαμήλιες τελετές μεταξύ ανδρών, όπως οι φημολογούμενοι δύο γάμοι του αυτοκράτορα Νέρωνα με τον Σπόρο και τον Πυθαγόρα. Ανάμεσα στους μύθους του Ορφέα και του Νάρκισσου και τις Μεταμορφώσεις του Οβίδιου με την έντονη παρουσία ηθικών ελευθεριοτήτων στους στίχους του, γίνεται εμφανής μια ρεαλιστική πλευρά των ομοφυλόφιλων σχέσεων χωρίς να υπάρχει καμία διάθεση αναγωγής σε καλή ή κακή πράξη. Δεν υπάρχει ανάγκη να δικαιολογηθεί το άτομο για τις όποιες επιθυμίες του και δε λογοκρίνεται το φύλο στο οποίο αυτές οι επιθυμίες απευθύνονται.
Αν και διχασμένη στο σύνολό της η αρχαία Ρωμαϊκή κοινωνία ως προς τον έρωτα και την αγάπη, η παρουσία της ομοερωτικής ποίησης και η ανεκτικότητα των ομοφυλόφιλων σχέσεων δημιουργούν ένα πρωτότυπο και προχωρημένο ηθικά μοντέλο που εκπλήσσει σε σύγκριση με τη σημερινή εποχή όπου θεωρητικά οι σχέσεις είναι κοινωνικά αποδεκτές, στην πράξη όμως διατελούνται εγκλήματα τόσο κυριολεκτικά όσο και κατά της προσωπικότητας του ατόμου στο όνομα μιας απολυταρχικής ηθικής.
Η «προχωρημένη» ηθικά και κοινωνικά αντιμετώπιση της αρχαίας Ρώμης ως προς τις ομοφυλόφιλες σχέσεις , ή όπως με σύγχρονους όρους αναφέρεται η “Romosexuality”, έχει αρκετά κοινά στοιχεία με τη σημερινή εποχή αλλά η σημαντικότητα και η ουσία της αφήνεται να διαφανεί με έναν άλλο τρόπο. Η διαχρονικότητα και ο επαναλαμβανόμενος χαρακτήρας των ομοφυλόφιλων σχέσεων σε όλες τις προγενέστερες κοινωνίες διατελεί εμφανώς ένα αναπόσπαστο εκφραστικό στοιχείο του προσανατολισμού ενός μέρους του συνόλου αυτών των κοινωνιών.
Αν και ο όρος εμφανίστηκε τον 19ο αιώνα, η παρουσία της ομοφυλοφιλίας προϋπήρχε, με τον όρο να καλύπτει απλά την ανάγκη περιγραφής και οριοθέτησης της προτίμησης του ατόμου. Ανεξάρτητα από την πραγματική προέλευση της προτίμησης του ίδιου φύλου για τη σύναψη σχέσης, είτε αυτή είναι εξωγενώς υιοθετημένη από το άτομο είτε αποτελεί εγγενώς βιολογικό χαρακτηριστικό, διεγείρει πολλά ερωτήματα και συζητήσεις που ισορροπούν σε ακραίες πολλές φορές θέσεις.
Η ομοφυλοφιλία αποτελεί ένα θέμα που διαμέσου των αιώνων και των ποικίλων πολιτισμών άλλοτε εμπνέει την τέχνη όπως στην αρχαία Ελλάδα, άλλοτε λοιδορείται και απορρίπτεται από τα διαφορετικά θεολογικά δόγματα στο πέρασμα της ιστορίας και άλλοτε περιθωριοποιείται και αποτελεί στοιχείο κοινωνικής αντιπαλότητας. Στο ερώτημα με ποια πεποίθηση ταυτίζεται ο καθένας από εμάς, η απάντηση μπορεί να είναι μόνο η παρακάτω: «Ο Άνθρωπος είναι η απάντηση όποια και αν είναι η ερώτηση.» (André Breton)
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου