Με ρωτάς αν είμαι ρομαντική.
Ναι, δε νομίζω να έχω και άλλη επιλογή.
Βασικά δε θέλω να έχω άλλη επιλογή.
Κάποιος μου είπε ότι θα έπρεπε δίπλα στο ρομαντική να προσθέσω και το μπετόν.
«Η ρομαντική του μπετόν», σκληρή απ’έξω και μέσα βούτυρο.
Δεν είχε άδικο. Άλλωστε αν η ευαισθησία για τον πολύ τον κόσμο ισούται με ρομαντισμό, ναι είμαι.
Φυσικά δε θα με ακούσεις να λέω ποτέ «τι ρομαντικό» αλλά «πόσο τρυφερό».
Μου ταιριάζει περισσότερο, μου ηχεί πιο σωστό, όταν γίνομαι μάρτυρας ή αποδέκτης της όποιας εκδήλωσης συναισθημάτων ή μιας κατάστασης που έχει κάτι από όνειρο.
Βλέπεις, η αντίληψη περί ρομαντισμού διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Οι περισσότεροι μασάνε αυτή την τεράστια τσιχλόφουσκα για να μην κάνει εμφάνιση η ζωή τους η άχαρη, την συνδέουν με υποκείμενα, θεωρούν πως επιβάλλεται μοίρασμα, δράμα, μια λύτρωση, κάτι φαντασμαγορικό, όπως στις αμερικάνικες κινηματογραφικές ταινίες.
Και με ενοχλεί ο θόρυβος.
Έτσι κάπως διαβάζω για ρομαντικούς προορισμούς, για ρομαντικούς ανθρώπους, μέχρι και για καρό ρομαντικά μαξιλαράκια, ακούω φίλες να γκρινιάζουν για τα αγόρια τους, τους φίλους μου να πηγαίνουν τις κοπέλες τους για ρομαντικό δείπνο, ρομαντική ταινία, ρομαντικά μέρη.
Πώς μία έννοια -της οποίας την φιλοσοφική διάσταση δεν θα την αναπτύξω τώρα- μετατρέπεται λόγω λανθασμένης αντίληψης, σημαία για την διαφυγή από την καθημερινότητα;
Αυτή την καθημερινότητα που σε αντιδιαστολή με το παραμύθι που φτιάχνεις στο μυαλό σου, θέλω να σε ενημερώσω ότι διέπεται από άκρατο ρομαντισμό.
Μην προτρέξεις να πεις ότι δεν είναι έτσι.
Κοίτα γύρω σου.
Σε αγκαλιάζει κάθε μέρα.
Είναι εκεί, γραμμένος στους τοίχους με σπρέι και ζεσταίνει το κρύο μπετόν της μεγαλούπολης.
Σου φωνάζει πως σ’ αγαπάει, πως αντιστέκεται, πως δεν μπορεί χωρίς στα μάτια σου, καταγγέλλει την κυβέρνηση, απαιτεί εργασία, ίσα δικαιώματα, κρατάει μνήμες, επαναστατεί.
Ο πραγματικός ρομαντισμός είναι στον χειμωνιάτικο περίπατο με ένα καφέ takeaway να σε ζεσταίνει καθώς μοιράζεσαι τη σιωπή με ή χωρίς έναν άνθρωπο.
Είναι σε μια ζεστή αγκαλιά, σε ένα πρόσχαρο αναπάντεχο τηλεφώνημα, σε μια καλημέρα.
Όπου υπάρχει αγάπη, όχι η Κάντι Κάντι και ο Άντονι, εκεί έχεις ρομάντζο.
Και κάπως έτσι τα ηλιοβασιλέματα τα απολαμβάνω μόνη μου.
Το ίδιο και τις ήσυχες μπόρες του φθινοπώρου, καθώς επίσης όλες αυτές τις μικρές στιγμές που κλείνουν το μάτι στην πραγματικότητα.
Λυγίζω εκεί που υπάρχει αγάπη, ω ναι, εκεί γίνομαι αθεράπευτα ρομαντική,
Η λογική μου οπισθοχωρεί στην απώλεια, στον έρωτα, στο ιδεώδες αυτού, στη δέσμευση ότι μπορούμε τα πάντα όταν αυτά είναι αληθινά.
Κάθε φορά που γεμίζει το φεγγάρι προτιμώ να σηκώσω το βλέμμα μου και να το κρατήσω για μια στιγμή δικό μου.
Δεν το μοιράζομαι.
Μπορώ να σου μιλήσω για αυτό, να του βάλω χρώμα, να του καρφώσω και ένα χαμόγελο, μα δε θα σου πω ότι σου μοιάζει.
Το φεγγάρι άλλωστε είναι ένας δορυφόρος, αυτή είναι η αλήθεια.
Με ρωτάς τι είναι ρομαντισμός.
Να παίζει η πραγματικότητα σε γιγαντοοθόνες και εσύ να σηκώνεις το βλέμμα ένα κλικ πιο δίπλα για να πιάσεις το χαμόγελο του περαστικού, να βλέπεις το καλό σε μια καθημερινότητα που θλίβει και συνθλίβει.
Ίσως να είναι ο απελευθερωτής της φαντασίας και του συναισθήματος κόντρα στη λογική.
Σίγουρα όμως δε χρειάζεται ούτε κρασί ούτε θάλασσα και ορισμένες φορές ούτε το αγόρι μου.