Οι άντρες είναι σαν τα χρυσόψαρα. 

Κλείσ’τους σε μια γυάλα, άλλαζε τους που και που το νερό, ρίχ’τους κι όση τροφή χρειάζονται -ποτέ παραπάνω γιατί θα σου ψοφήσουν- και άσ’τους να φέρνουν χορτασμένοι βόλτες στο νερό. 

Συγχώρα με, που αυτή την προαναφερθείσα πρακτική ποτέ μου δεν μπόρεσα να εφαρμόσω και αν και δηλώνω απρόθυμη ακόμη και σήμερα, δείχνω κατανόηση στους λόγους και στους συμμετέχοντες.

Καθένας παίρνει ό,τι μπορεί, όσα θεωρεί ότι αξίζει, όσα πιστεύει πως μπορεί να αποκτήσει. 

Ναι δε μιλάμε για κατάκτηση, αυτή έχει άλλους νόμους, άλλες αρχές, ίσως πιο πολύπλοκες. Εδώ μιλάμε για απόκτηση και το μέσο είναι ένα και όπως είπε και η αοιδός, εκτός από μέσο είναι και στόχος. Και αυτός, δεν είναι άλλος από τα λεφτά.

Μην κοκκινίζεις μικρό μου. Δεν σου έθιξε κανείς την αξιοπρέπεια. Κανείς δεν είπε ότι εκδίδεσαι, μόνο δίνεσαι εκεί που η μπάνγκα βαράει κόκκινο.

Και αν θες τη γνώμη μου καλά κάνεις. Δούνε και λαβείν είναι αυτή η ζωή.

Δούνε και λαβείν και ό,τι αρπάξει ο κώλος μας.

Και όσο υπάρχουν γυάλες θα υπάρχουν και χρυσόψαρα. Και όσο υπάρχουν χρυσόψαρα θα υπάρχουν και θύτες.

Βλέπεις δεν είναι μόνο προσόν των αντρών. Υπάρχουν και αυτές οι γυναίκες για τις οποίες η δοτικότητα είναι μια έννοια που έχει να κάνει μόνο με το «λαβείν».

Δεν τις αδικώ. Ίσως τις καμαρώνω, όχι γιατί κρύβουν μια θλιβερή ιστορία κάπου στα βάθη της καρδιάς τους, αλλά γιατί γεννήθηκαν και μεγάλωσαν με έναν και μόνο στόχο, να πιάσουν το μεγάλο ψάρι και να το ξεκοκκαλίσουν. 

Η ακριβή γοητεία ενός αρσενικού για αυτές τις γυναίκες, έχει μια πιο χειροπιαστή διάσταση και αυτή είναι το πορτοφόλι.

Όσο πιο φουσκωμένο, τόσο μεγαλύτερος ο έρωτας, όσο πιο γρήγορο το αυτοκίνητο, τόσο πιο σύντομα θα φτάσεις στο ζητούμενο καλέ μου.

Μιλάμε για μεθοδικότητα, όχι παίξε γέλασε.

Δεν είναι η γυναίκα αράχνη, αλλά υφαίνει έναν ιστό για να πιάσει όσα περισσότερα γίνεται.

Ξέρεις, σκέφτομαι πως όλα έχουν να κάνουν μέχρι που φτάνουν τα όνειρά σου, ειδικά τώρα τελευταία όλο και πιο συχνά.

Τα δικά της δείχνουν να σταματάνε στις ακριβές βιτρίνες, σε αυτές τις φανταχτερές που δεν αναγράφονται οι τιμές.

Η δική της τιμή όμως είναι ευανάγνωστη και σίγουρα όχι ανεκτίμητη.

Ό,τι πληρώνεις παίρνεις άλλωστε, λέει ο λαός.

Και σε αυτή την περίπτωση η συμβατότητα χαρακτήρων και προσωπικοτήτων δεν έχει καμιά θέση.

Η αγάπη και ο έρωτας μοιάζουν στο μυαλό της σαν την Ανταρκτική. Μια άγνωστη ήπειρος που δε θα γνωρίσει ποτέ. Ένα άσκοπο ταξίδι για το οποίο δε θα βγάλει ποτέ εισιτήριο.

Μην μπερδεύεσαι αν την δεις να πονά, να κλαίει και να οδύρεται.

Ο εγωισμός της είναι που κάνει εμφάνιση. 

Δεν τον αντέχει τον ανταγωνισμό και από τα αγαπημένα της σπορ -μαζί με το τζετ σκι- είναι η θυματοποίηση και η επιτήδευση. 

Θέλει όλα τα φώτα επάνω της, άλλωστε τι νόημα έχει αν δεν είναι στραμμένα σε αυτήν;

Θα φροντίσει να είναι η πιο επιθυμητή.

Θα αφήσει αβάντες και περιθώρια για να σου τραβήξει το ενδιαφέρον και στο τέλος της βραδιάς θα σε αφήσει με το ποτό στο χέρι.

Εσένα και άλλους δέκα, γιατί η ποσότητα για αυτή τη γυναίκα κάνει τη διαφορά.

Ό,τι πληρώνεις, παίρνεις φίλε μου. Ό,τι πληρώνεις, παίρνεις, στο ξαναλέω να το θυμάσαι.

Και είναι και αυτό το ένστικτο του αρσενικού, που σε οδηγεί να αποδείξεις πόσο άντρας είσαι, βγάζοντας το πορτοφόλι σου και κουνώντας το στον αέρα, για πάρτη της. Γιατί το τραβάει και ο οργανισμός σου.

Είναι εύκολο βλέπεις να εξαγοράζεις την ηρεμία σου με χαρτονομίσματα και αυτό μου το δίδαξε ο φίλος μου ο Γιάννης.

Γλυκό παιδί, εξαιρετικό μυαλό, ωραίος άντρας, με σπίτι, σπορ αυτοκίνητο, δουλειά και λεφτά.

Καθώς μιλούσαμε για την τελευταία σχέση του γυρίζει και μου λέει: «Μαράκι, θα ήθελα μια μέρα να αποκτήσω αμύθητα πλούτη και η γκόμενα που θα έχω να με θέλει μόνο για αυτά. Ούτε για τον χαρακτήρα μου, ούτε γιατί είναι ερωτευμένη. Αυτά γίνονται και ξεγίνονται. Θέλω μια γκόμενα να με θέλει για τα λεφτά μου, για όσα μπορώ εγώ και μόνο εγώ να της παρέχω και δεν μπορεί να τα βρει αλλού.».

Καθότι ιδεολόγος ανέβασα πίεση. «Πώς είναι δυνατόν να σκέφτεσαι έτσι;» αναφώνησα αλλά όταν καλοσκέφτηκα, απεφάνθη πως είχε απόλυτο δίκιο.

Εξαγόραζε την συναισθηματική ασφάλεια. Ποτέ δε θα χρειαζότανε να κάνει κάτι παραπάνω, να χαθεί στην μετάφραση μιας κίνησης της, να καίγεται για ώρες σκεπτόμενος αν τον αγαπά ή όχι, αν του το φοράει το κέρατο, ή αν τέλος πάντων υπάρχει εμπιστοσύνη.

Θα ήταν μια δίκαιη σχέση, χωρίς σκοτεινά σημεία, χωρίς τόλμη και γοητεία, αλλά με ξεκάθαρα «θέλω».

Εγώ θέλω μια ωραία γκόμενα, εκείνη τα λεφτά μου και τέλος.

Ούτε παραμύθια, ούτε μαδημένες μαργαρίτες, ούτε ανασφάλειες.

Ούτε καμένα «σ’ αγαπώ »στην πυρά ενός χωρισμού, ούτε ξενύχτια, μήτε κλάματα και δράματα.

Μόνο γυάλες και λεφτά. 

 

Συντάκτης: Μαρία Κωφίδου