«Δε θα σ’ αφήσω, ποτέ.»
«Ποτέ μου δε θα σε ξεχάσω.»
«Κανείς ποτέ δε θα μ’ αγαπήσει πιο πολύ από ‘σένα.»
Και πέρασε ο καιρός, και τον άφησες, και τον ξέχασες, και βρήκες κάποιον να σ’ αγαπάει πιο πολύ. Γιατί αυτή είναι η ζωή. Μια ανατρεπτική τράπουλα, που δε σου επιτρέπει στιγμή να σιγουρευτείς για τη φύση του χαρτιού σου, παρά μόνο όταν μοιραστεί κι η τελευταία κάρτα. Και κάπως έτσι, οι άνθρωποι λένε με κάλπικη βεβαιότητα «Δεν υπάρχει περίπτωση», αγνοώντας τις χιλιάδες περιπτώσεις που η ζωή επιφυλάσσει κι ο άνθρωπος είναι ανίκανος να προβλέψει.
Όταν λες «Ποτέ δε θα το έκανα αυτό» μπορεί, στ’ αλήθεια, να το πιστεύεις και μπορεί, όντως, στη δεδομένη περίοδο της ζωής σου, κάτω απ’ τις συγκεκριμένες συνθήκες, να μην το έκανες. Οι εξελίξεις της ζωής, παρ’ όλα αυτά, είναι χειμαρρώδεις κι όταν οι καταστάσεις, οι συνθήκες, τα συναισθήματα αλλάζουν, αλλάζει μαζί κι ο τρόπος που αντιδρούμε σ’ αυτά. Σε μια ζωή τόσο απρόβλεπτη, λοιπόν, όπου καταστάσεις ανατρέπονται και κύκλοι τετραγωνίζονται, καλή θα ήταν η αποφυγή των απολυτοτήτων.
«Τα πάντα ρει, μηδέποτε κατά τ’ αυτό μένειν» είπε ο Ηράκλειτος. Τα πάντα ρέουν και τίποτα δε μένει. Όλη μας η ζωή, δηλαδή, υπόκειται σε μια αέναη μεταβολή, αφού τίποτα γύρω μας δε μένει στάσιμο. Επομένως, κάθε φράση που συμπεριλαμβάνει τους όρους «ποτέ» και «πάντα» τείνει να ‘ναι εξ ορισμού ανυπόστατη κι αναληθής, αν αναλογιστούμε πως τίποτα δε διαρκεί για πάντα, εφόσον το «ποτέ» είναι ένα αρνητικό «πάντα».
«Ποτέ μη λες ποτέ», λοιπόν. Μια ωδή στην απόκλιση μηδαμινών επιλογών και την αποδοχή της ατέλειωτης αλλαγής που, ηθελημένα και μη, η ζωή μας επιδέχεται. Κάτι απρόβλεπτο έρχεται, εκεί που δεν το περιμένεις, για να σου αποδείξει πως τα πιο τρανταχτά σου «ποτέ» μπορούν να γίνουν τα μεγαλύτερά σου «για πάντα». Ισχύει, όμως, για όλους, αυτό; Το «ποτέ μη λες ποτέ» είναι, όντως, μία φράση στην εκφώνηση της οποίας αμέτρητα ενδεχόμενα ανοίγονται κι αποφεύγονται καταστάσεις καταπάτησης των λεγομένων σου, αφού δεν τείνεις να αποδεχτείς κάτι που αρχικά απέκλεισες. Για κάποιους, όμως, αυτή η φράση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως θέσφατο, προσφέροντάς τους άλλοθι για να λένε και να αναιρούν χωρίς συνέπειες.
Αυτές είναι περιπτώσεις ανθρώπων ευθυνόφοβων, αναβλητικών ή αδρανών, που ενόψει της εύκολης διαφυγής απ’ το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί, καταφεύγουν σε γενικολογίες, δικαιολογίες τύπου «Ποτέ μη λες ποτέ, δεν ξέρεις τι γίνεται». Ευτυχώς, όμως, αυτές είναι και περιπτώσεις ελάχιστες, καθώς η πλειοψηφία παρατηρείται να καλύπτει το «ποτέ μη λες ποτέ» ως μια φράση κλειδί για την ανατρεπτική φύση της ζωής κι όχι ως τρόπο διαφυγής απ’ τις ευθύνες που της αναλογούν. Δηλαδή, αντιλαμβάνονται τη φράση αυτή ως αποδοχή του γεγονότος ότι το να προβλέπεις πως στο απρόβλεπτο θα φερθείς με τα τωρινά σου θεωρητικά πιστεύω είναι ωδή στο «πλανάσαι πλάνην οικτρά».
«Ποτέ μη λες ποτέ», συνεπώς, γιατί κάθε φορά που το λες μια ευκαιρία της ζωής σου απομακρύνεται από κοντά σου. «Ποτέ μη λες ποτέ», γιατί όσα «ποτέ» και να πεις, η ζωή θα σ’ ακούει και θα γελάει με την αφέλειά σου. Γιατί «ποτέ» και «για πάντα» δεν υπάρχουν.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη