Είναι Κυριακή απόγευμα και στο σαλόνι του σπιτιού παρατηρούνται οι εξής παράλληλες διαδικασίες: ο γιος μου κι εγώ παίζουμε ποδόσφαιρο (απόρροια της καραντίνας που πλέον έγινε συνήθεια, καθιστώντας με έτοιμη για ομάδα τουλάχιστον Β’ Εθνικής), ενώ η κόρη μου ασχολείται με τη φωτοτυπία των μαθηματικών της στο τραπέζι, χαμηλώνοντας πού και πού το κεφάλι αριστοτεχνικά για να αποφύγει τις κεφαλιές. Ο σκύλος μας τρέχει γαβγίζοντας εκστασιασμένος από τη μαγεία του ποδοσφαίρου -όπως λένε και οι εκφωνητές των αγώνων- και μου φέρνει τα παιχνίδια του να του τα πετάξω πάλι πίσω, την ίδια στιγμή που πασάρω στον γιο μου και εξηγώ τι είναι η κλασματική μονάδα στην κόρη μου. Όλα αυτά σε ένα σαλόνι μονάχα 20 τετραγωνικών.
Το διαμέρισμά μας είναι ακριβώς 78 τετραγωνικά, στα οποία πρέπει να χωρέσουν τρεις άνθρωποι, ένας σκύλος και πολλά βιβλία, νεύρα, άγχη και παιχνίδια. Θα μου πει κάποιος -και εύλογα αν με ρωτάτε- τι κάνω λες και πρόκειται για κάτι πρωτοφανές, μιας και τόσοι άνθρωποι ζουν καθημερινά με τις οικογένειές τους σε πολύ μικρότερα σπίτια από το δικό μου και δεν το κάνουν θέμα. Εγώ προσωπικά όσα καπέλα κι αν φορούσα θα τους τα έβγαζα, μιας και καταφέρνουν κάθε μέρα να κάνουν την προσωπική τους υπέρβαση και να χωρέσουν τόσα πολλά αντικείμενα και συναισθήματα σε λίγα μόνο τετραγωνικά μέτρα.
Η καθημερινότητα μιας οικογένειας συχνά είναι γεμάτη μικροεντάσεις και παρεξηγήσεις, ιδιαίτερα στις σχέσεις που αναπτύσσουν μεταξύ τους τα αδερφάκια, τα οποία και έχουν ανάγκη τον προσωπικό τους χώρο για να διαβάσουν, να χαλαρώσουν και να παίξουν μέχρι τελευταίας ρανίδας. Η έλλειψη επαρκούς χώρου στο σπίτι και η αναγκαστική συνύπαρξη στο υπνοδωμάτιο μπορεί να προκαλέσει λογομαχίες και αγανάκτηση σε χρόνο μηδέν. Οι γονείς καλούνται να βγάλουν την μπαγκέτα του μαέστρου σε μια προσπάθεια να διευθύνουν τις καταστάσεις, ώστε να επιτευχθεί η πολυπόθητη ισορροπία. Δεν είναι λίγες οι φορές που πρέπει να βάλoυν στην άκρη τις δικές τους ανάγκες για ιδιωτικότητα και ξεκούραση και να μετατρέψουν ακόμη και το υπνοδωμάτιό τους σε παιδότοπο με πλήθος παιχνιδιών σκορπισμένα παντού, σε φαρμακείο με δοσομετρητές, σιρόπια και θερμόμετρα ή ακόμα και σε εστιατόριο με πιάτα, ποτήρια, κρέμες και ξεχασμένα μεσημεριανά φαγητά που δε φαγώθηκαν ποτέ.
Φυσικά δεν υπάρχουν μαγικά φίλτρα όπως του σοφού Δρυίδη Πανοραμίξ -πιστέψτε με, έχω διαβάσει ακόμη και τους εργαζόμενους στον εκδοτικό oίκο του διάσημου κόμικ- για τη διαχείριση της κατάστασης. Το σίγουρο είναι ότι κατά μεγάλο ποσοστό η αντιμετώπιση της κατάστασης εναπόκειται στις αμοιβαίες υποχωρήσεις, στο να δεις τα πράγματα με χιούμορ και να έχεις πολλή υπομονή. Εξάλλου αν κάποιος έχει μια δύσκολη ή απαιτητική μέρα οι υπόλοιποι μπορούν να του δώσουν λίγο περισσότερο χώρο -κυριολεκτικά και μεταφορικά-, ώστε να ανταπεξέλθει στη συγκεκριμένη συνθήκη. Την επόμενη μέρα κατά πάσα πιθανότητα θα βρεθεί κάποιος άλλος στη θέση του.
Η κόρη μου πολλές φορές με ρωτάει με παράπονο πώς γίνεται να δουλεύω τόσες ώρες και να ζούμε εδώ, ενώ η συμμαθήτριά της, της οποίας οι γονείς δουλεύουν λιγότερο ζει σε εκείνο το ωραίο διώροφο που είχε δει τότε στο πάρτι της. Πώς να της εξηγήσω ολόκληρο το κοινωνικοοικονομικό σύστημα μιας χώρας, τη στιγμή που στα δικά της μάτια εκείνη διασχίζει τον διάδρομο που οδηγεί στα δωμάτια σε 10 nanosecond ενώ στο σαλόνι της συμμαθήτριάς της μπορεί να διοργανωθεί μια μίνι συναυλία του Tiesto (πάντα τηρώντας τις απαιτούμενες αποστάσεις). Αυτό που μπορώ να της πω με σιγουριά είναι ότι το δικό μας σαλόνι -όπως και πολλών άλλων οικογενειών εκεί έξω- στεγάζει τη δύναμη τριών ξεχωριστών ανθρώπων -και ενός κουταβιού, μην ξεχνιόμαστε, θα μου κρατάει μούτρα αν δεν μπει κι αυτός στη μαρκίζα- που στο τέλος της μέρας το κέντρο του κόσμου τους είναι αυτά τα λίγα τετραγωνικά, τα οποία πολλαπλασιαζόμενα με την αγάπη κάνουν ένα σωστό Buckingham Palace!
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.