Μετά από ένα χωρισμό οι συμπεριφορές ποικίλλουν. Άλλοι μένουν κολλημένοι στην πρώην σχέση τους, ελπίζοντας σ’ ένα θαύμα επανασύνδεσης, άλλοι βιάζονται να προχωρήσουν για να ξεχάσουν κι άλλοι αποφασίζουν να προσφέρουν την αποκλειστικότητα στον εαυτό τους.
Εκτός απ’ τις συμπεριφορές, ποικιλία παρουσιάζουν κι οι αντιδράσεις αυτών. Ενώ στις δύο πρώτες περιπτώσεις σπεύδουμε να κατανοήσουμε τα «θύματα», συμπονώντας κι επιβραβεύοντάς τα αντίστοιχα, στην τελευταία είμαστε κάπως περισσότερο καχύποπτοι απ’ όσο θα ‘πρεπε.
Η μοναξιά ήταν κι είναι, ακόμη, παρεξηγημένη από πολλούς. Τα social media έχουν συμβάλλει τα μέγιστα στην ενοχοποίηση αυτής. Αν το προφίλ σου δεν ανανεώνεται καθημερινά με φωτογραφίες που σε δείχνουν χαρούμενο, να τριγυρνάς ως αργά το βράδυ με φίλους από ‘δω κι από ‘κει, τότε σίγουρα κάτι παίζει με την πάρτη σου. Πόσο μάλλον, όταν είσαι φρεσκοχωρισμένος και πρέπει να υφίστασαι τις κραιπάλες που μοιράζεται κάθε τρεις και λίγο το πρώην ταίρι σου δημοσίως. Εσύ, μετά απ’ αυτό, έτσι άπραγος θα μείνεις;
Μετά τον χωρισμό θέλουμε ο πρώην σύντροφος να περνάει καλά, όμως κάπου σκαλώνει το πράγμα μέσα μας όταν βλέπουμε ότι η καλοπέρασή του ξεπερνάει τη δική μας. Και λέγοντας «περνάω καλά», συμπεριλαμβάνουμε όλα όσα η κοινωνία των social media κρίνει ως πραγματική ευτυχία: ατέλειωτες έξοδοι και νέα φλερτ, ποσταρισμένα με δόξα και τιμή σε ψηφιακούς τοίχους.
Επειδή, όμως, η διαρκής θυματοποίηση κανέναν δεν ωφέλησε, δε φταίνε μονάχα τα φοβερά και τρομερά social media. Έβαλε λιγάκι το χεράκι του κι ο εγωισμός μας, τον οποίο προσκάλεσε η ζήλια, εκείνο το ελαφρύ τσίμπημα που αισθανόμασταν στην καρδιά με κάθε καινούργια φωτογραφία ή σε κάθε ερώτηση ενός κοινού γνωστού για το πώς περνάμε.
Δειλά-δειλά, λοιπόν, αρχίσαμε να μπαίνουμε στο τριπάκι της συνειδητής έκθεσης, να πέφτουμε ολοένα και πιο βαθιά στη μαύρη εκείνη τρύπα για ν’ αποδείξουμε –σε ποιους, άραγε;– ότι κι εμείς προχωρήσαμε, βγάζοντας από πάνω μας τη ρετσινιά που μας κόλλησαν όσοι τόλμησαν να υποθέσουν ότι δεν καταφέραμε να ξεπεράσουμε το παρελθόν.
Αρχίσαμε να τρέχουμε σ’ έναν μαραθώνιο έκθεσης της ευτυχίας μας ενάντια στο πρώην ταίρι, αφήνοντας τους διαδικτυακούς φίλους μας ν’ αποφασίσουν για το ποιος τελικά περνάει καλύτερα απ’ τον άλλο. Κι όλα αυτά γιατί; Γιατί επιτρέψαμε στη μαύρη τρύπα να μας ρουφήξει; Γιατί, ενώ λέγαμε ότι περνάμε καλά, μέσα μας ζέχναμε άγχος και μιζέρια;
Διότι, στην ουσία, δεν περνάμε καλά. Επειδή «περνάω καλά» δε σημαίνει απαραίτητα αχαλίνωτο clubbing μέχρι πρωίας, ούτε καθημερινή εναλλαγή ερωτικών συντρόφων. «Περνάω καλά» σημαίνει ότι τα ‘χω βρει με τον εαυτό μου και προσπαθώ να κάνω πράγματα που τον ευχαριστούν. «Περνάω καλά» σημαίνει να μη βασίζομαι σε ψηφιακές εικόνες αλλά σε αληθινές πράξεις. Να προχωρώ μπροστά με σταθερά βήματα, εμποδίζοντας εκείνους που επιχειρούν να μου κλείσουν το δρόμο. Να καταρρίπτω τις υποθέσεις δήθεν φίλων κάθε φορά που θα προσπαθούν να λασπολογήσουν την προσωπικότητά μου με τις ανακρίβειές τους. Να ξαπλώνω τα βράδια στο κρεβάτι και κλείνοντας τα μάτια να χαμογελώ στη θύμηση των γεγονότων της ημέρας. «Περνάω καλά» σημαίνει να μπορώ να ‘μαι ο εαυτός μου.
Ο κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του τρόπο να περνάει καλά. Γι’ αυτό, λοιπόν, ας αφήσουμε στην άκρη τις κριτικές κι ας σκεφτούμε πώς θα μπορούσαμε ν’ αγγίξουμε τη δική μας ευτυχία.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη