Κλείνεις την πόρτα απαλά πίσω σου, χωρίς να κάνεις τον παραμικρό θόρυβο, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που μπήκες στη ζωή μου: διακριτικά, χωρίς φασαρίες και περιττές τυμπανοκρουσίες. Κι ενώ ήταν μια εικόνα που τριγύριζε συνεχώς στο μυαλό μου τους τελευταίους μήνες, μια εικόνα που πίστευα πως με απελευθέρωνε, κάπου στο βάθος πιάνω τον εαυτό μου να στενοχωριέται που σε χάνει.

Δεν ήταν πως δεν ταιριάζαμε. Ακούγαμε την ίδια μουσική, συχνάζαμε στα ίδια μέρη, άρεσαν και στους δυο μας τα ίδια φαγητά, όμως όλα αυτά περισσεύουν στον έρωτα. Γι’ αυτά έχω τους φίλους μου. Δε χρειαζόμουν ακόμη ένα άτομο που να του άρεσαν οι βραδινές βόλτες στο κέντρο της πόλης, η μουσική στα μπαράκια της Μαβίλη και το βρόμικο στις τέσσερις τα ξημερώματα.

Χρειαζόμουν κάποιον που θα μ’ έκανε να τρέμω κάθε φορά που θα έβλεπα το όνομά του στην εισερχόμενη κλήση, που θα τσακωνόμασταν για το ποιος τελικά είχε δίκιο στο στοίχημα που είχαμε βάλει, που θα μ’ έπαιρνε αγκαλιά κι έτσι απλά θα εξαφανίζονταν τα πάντα απ’ το μυαλό μου. Πραγματικά, πολύ θα ‘θελα να είσαι εσύ αυτό το άτομο.

Περάσαμε όμορφα οι δυο μας. Μαζί σου έμαθα πόσο σημαντική είναι η ηρεμία για την ψυχική ισορροπία, πόσο σημαντικό είναι το  γέλιο στην επίλυση των καθημερινών προβλημάτων. Εσύ μου έμαθες να αποδέχομαι τον εαυτό μου, όπως ακριβώς είναι, και να νιώθω περηφάνια για τα ελαττώματά μου. Μου έμαθες να μην το βάζω κάτω ποτέ, να κυνηγάω τα όνειρά μου, όμως να κάνω πίσω και να έχω υπομονή μέχρι να φτάσει η κατάλληλη στιγμή της υλοποίησής τους. Μου έμαθες τόσα πολλά κι εγώ το μόνο που κατάφερα να σου δείξω είναι ότι προτιμούσα την ένταση απ’ την ηρεμία και το πάθος απ’ την αγάπη.

Δε φταις εσύ, εγώ έχω την απόλυτη ευθύνη. Γιατί, παρ’ όλο που τα είχα καταλάβει όλα αυτά απ’ την πρώτη στιγμή, διάλεξα να κάνω αυτό το βήμα και να δεχτώ την πρότασή σου να βγούμε. Λάθος μου, εσύ δε φταις σε τίποτα. Εσύ απλά έβλεπες έναν άνθρωπο φαινομενικά ήρεμο κι ισορροπημένο. Πού να καταλάβαινες τι μάχη δινόταν στην ψυχή του; Πώς μπορούσες να ξέρεις ότι πάλευαν μέσα του δύο μεγάλες δυνάμεις για το ποια θα επικρατήσει; Ο έρωτας ή η αγάπη;

Ενώ εγώ γνώριζα.  Είχα καταλάβει, γιατί είχα ήδη διαλέξει. Προτιμούσα το πάθος κι ας ήξερα ότι στο τέλος μάλλον εγώ θα πληγωνόμουν. Ήθελα να ζήσω έναν έρωτα τρελό, δίχως όρια, δίχως καμία αίσθηση του κινδύνου. Να παραδοθώ έτσι απλά κι ας μ’ έβγαζε όπου ήθελε.

Σ’ αγάπησα, όμως. Αυτό μπορώ με σιγουριά να το πω. Σ’ αγάπησα, αλλά δεν κατάφερα να σ’ ερωτευτώ. Μ’ έκανες να νιώθω ασφαλής μαζί σου, ότι τίποτα κακό δε θα μπορούσε να συμβεί απ’ τη στιγμή που όλα αντιμετωπίζονται με χιούμορ κι ελαφρά την καρδία. Αγάπησα αυτό το χαμόγελο όλο αθωότητα, σχεδόν παιδικό, που έκανε κι εμένα να νιώθω παιδί. Μακάρι να τα είχαμε καταφέρει.

Ίσως κι εγώ με τη σειρά μου να σου έμαθα κάτι σημαντικό, χωρίς να το ξέρω. Το εύχομαι όσο τίποτα άλλο στον κόσμο. Κι ελπίζω να βρεις το συντομότερο δυνατό αυτό που ψάχνεις. Σου εύχομαι να βρεις το καλύτερο, γιατί φτιάχτηκε για σένα.

Όσο για μας, όλο και κάποια θέση θα υπάρχει στο τραπέζι για τη φωτογραφία μας. Διάλεξα την καλύτερη. Την πιο αυθόρμητη. Εκείνη που γελάμε κι οι δύο με μάτια κλειστά και μαλλιά ανέμελα στα πρόσωπά μας.

 

Συντάκτης: Mαριλένα Χρονοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη