Σ’ ένα κοτέτσι υπήρχαν μερικές ξεπουπουλιασμένες κότες. Οι πιο πολλές απ’ αυτές δεν το κουνούσαν από ‘κει, προκειμένου να μη δουν οι άλλες το πρόβλημά τους. Μερικές άλλες, όμως –που δεν ήταν και λίγες–, όχι μόνο έβγαιναν απ’ το κοτέτσι τους για να δουν όλες πόσο πολύ ξεπουπουλιασμένες ήταν, αλλά ευχαριστιόνταν κιόλας που έβλεπαν όλοι το πρόβλημά τους.
Το πρώτο είδος κοτών, λοιπόν, που σφαλίζονταν μέσα στο κοτέτσι, προκειμένου να κρύψουν την αδυναμία τους, μπορούμε να το καταλάβουμε, καθώς είναι πολλοί αυτοί που προτιμούν να κρατούν κρυφά τα τρωτά σημεία τους. Κι έτσι, θα καταπιαστούμε με το δεύτερο είδος κοτών, που τους άρεσε να προβάλλουν το πρόβλημά τους και θα προσπαθήσουμε να διαπιστώσουμε γιατί αντλούσαν τόση ευχαρίστηση επιδεικνύοντάς το.
Κοντολογίς, θα δώσουμε στις κότες ανθρώπινη διάσταση και θ’ ασχοληθούμε με το γιατί μας αρέσει όχι μόνο να πάσχουμε από κάτι, αλλά να το προβάλλουμε κιόλας με μεγάλη ευχαρίστηση, κάνοντας μάλιστα την κατάστασή μας να φαίνεται όσο πιο τραγική γίνεται.
Όταν, λοιπόν, υποφέρουμε για κάτι και θέλουμε οπωσδήποτε να μαθευτεί το πρόβλημά μας, ίσως να επιδιώκουμε, κατά βάθος, τη λύπηση. Μπορεί να μας αρέσει να παίρνουμε το ρόλο του αξιολύπητου, καθώς αυτή είναι μια θέση που εύκολα αποσπά τη συμπάθεια των άλλων.
Για παράδειγμα, δε θα πάμε να ταχθούμε δίπλα σ’ έναν δυνατό άνθρωπο, όσο κι αν τον θαυμάσουμε, γιατί δε θα έχει την ανάγκη μας. Απεναντίας, είναι στη φύση μας να σπεύδουμε σ’ έναν άνθρωπο που φαίνεται αδύναμος κι αξιολύπητος, καθώς ίσως να του είναι πιο χρήσιμη η παρουσία μας.
Οι άνθρωποι που μας αρέσει να έχουμε ένα πρόβλημα και να το δείχνουμε, ίσως να ονειρευόμαστε ότι μέσω αυτού θα μας προσεγγίσουν τα άτομα που χάσαμε απ’ τη ζωή μας. Σ’ αυτήν την περίπτωση, επιδιδόμαστε σε ονειροπολήματα και φανταζόμαστε πως ακόμη κι οι εχθροί μας θα σπεύσουν κοντά μας μόλις μάθουν το πρόβλημά μας, προκειμένου να μας πουν έναν λόγο παρηγοριάς.
Ονειρευόμαστε, ακόμη, πως όταν θα δουν πόσο τραγική είναι η κατάστασή μας, θα γεμίσουν με τύψεις που μας πλήγωσαν στο παρελθόν, θα παραδεχθούν πόσο πολύ μας αδίκησαν και θα ζητήσουν, μέχρι και γονατιστοί, τη συγχώρεσή μας.
Η τάση μας να έχουμε ένα πρόβλημα και να το επιδεικνύουμε, ίσως να μας είναι απαραίτητη, προκειμένου να έχουμε για όλα μια δικαιολογία. «Έλα, μωρέ, μην τον παρεξηγείς, αυτός έχει το τάδε πρόβλημα» είναι ο συλλογισμός που θέλουμε να κάνουν οι άλλοι για εμάς, προκειμένου να μας δίνουν πάντα ένα άλλοθι, για όλα τα λάθη και τις απροσεξίες μας.
Ξέροντας, λοιπόν, πως θα υπάρχει πάντα το πρόβλημά μας για να μας ξελασπώνει απ’ ό,τι κι αν κάνουμε, είμαστε καθησυχασμένοι και δε σκοτιζόμαστε να φερόμαστε με τον ιδανικό τρόπο. Παίρνουμε μόνοι μας το δικαίωμα, επομένως, να δίνουμε λιγότερα απ’ όσα θα έπρεπε, καθώς εμείς «έχουμε το πρόβλημά μας».
Τέλος, το πρόβλημά μας ίσως να ‘ναι ένα μέσο που θα διευκολύνει εμάς τους ίδιους να έρθουμε κοντά σε άτομα απ’ τα οποία έχουμε απομακρυνθεί. Δηλαδή, είναι ένας εύκολος τρόπος για να πάμε κοντά σε ανθρώπους που αποστασιοποιηθήκαμε για άσχετους λόγους, προβάλλοντας το πρόβλημα που έχουμε ως τη δικαιολογία μας που φύγαμε απ’ αυτούς. Κι έτσι, θα τους προσεγγίσουμε ξανά, χωρίς καν να χρειαστεί να ζητήσουμε τη συγγνώμη που τους οφείλουμε για την αδικαιολόγητη απομάκρυνσή μας.
Βλέπουμε, λοιπόν, πως όσο παράδοξο κι αν είναι που αρέσει σε μερικές ξεπουπουλιασμένες κότες να βγαίνουν απ’ το κοτέτσι τους και να επιδεικνύουν το πρόβλημά τους, ωστόσο μόλις βρήκαμε μερικές αιτίες που όχι μόνο μπορούν να εξηγήσουν λογικά την αλλόκοτη στάση τους, αλλά και να φανερώσουν πίσω απ’ αυτή μερικούς πονηρούς, αν κι όχι τόσο αξιοκατάκριτους, σκοπούς.
Αφιερωμένο, με όλη μου την αγάπη, στην «ξεπουπουλιασμένη κοτούλα» που είχα στο νου μου όταν έγραφα το άρθρο, στη μανούλα μου.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη