Μια αλεπού έβγαινε κάθε πρωί στη γύρα κι όταν τέλευε η ημέρα της, έσπευδε στο πηγάδι για να πιει νερό. Δεν ήξερε, ωστόσο, πως αυτό το νερό δεν ήταν συνηθισμένο και πως την έκανε να εξομολογείται όλα τα κρίματα που διέπραξε στη διάρκεια της ημέρας. Κι έτσι, λοιπόν, το γευόταν κι αρχινούσε ν’ αραδιάζει ένα- ένα τ’ ατοπήματά της: «Ξεγέλασα μιαν κότα», «Τσαλαπάτησα μιαν φωλιά», «Παραβίασα έναν φράχτη».
Όλοι οι άλλοι, σαν την άκουγαν να ομολογεί τις αποτρόπαιες πράξεις της με τόση ειλικρίνεια, έφταναν και να την λυπούνται ακόμη. «Την καημένη την αφελή», έλεγαν και την κοιτούσαν πονετικά. «Ποιο νοήμων πλάσμα πάει και διαλαλεί τέτοια αποκρουστικά κατορθώματα;». Κι αντί στο τέλος να την πατσίσουν για τ’ ατοπήματά της, λοιπόν, απλώς την συμπονούσαν για την αφοπλιστική αφέλειά της.
Σαν αυτήν την αλεπού, λοιπόν, μπορεί να φέρεται κι ο σύντροφός μας και, σαν να πίνει κι αυτός απ’ το εξομολογητικό νερό, να έρχεται και να μας ξεφουρνίζει από μόνος του όλα τα σφάλματά του. Μ’ αυτόν τον τρόπο, μπορεί να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο, μα ωστόσο, πιο πολύ κερδισμένος δεν παύει να βγαίνει εκείνος απ’ αυτήν του τη συμπεριφορά.
Καταρχάς, όταν η αλεπού ομολογούσε από μόνη της με τόση αθωότητα τις αποτρόπαιες πράξεις τις, ήταν σαν να έχαναν και λίγο απ’ την αποκρουστικότητά τους. Έτσι κι όταν ο σύντροφός μας μάς ξεφουρνίζει ευθύς αμέσως τ’ ατοπήματά του, τα κάνει να μη φαίνονται και τόσο σοβαρά, καθώς θα σκεφτούμε πως «Αν επρόκειτο, στο κάτω-κάτω, για κάτι τόσο σημαντικό, δε θα ερχόταν να μας το εξομολογηθεί τόσο εύκολα». Κι έτσι, ακόμη και μερικά σοβαρά λάθη του, θα χάνουν τη βαρύτητά τους και θα μοιάζουν ανάξια τόσο μεγάλης προσοχής.
Επιπλέον, όταν ομολογεί από μόνος του ένα λάθος του, είναι σαν να έχει μετανιώσει κάπως γι’ αυτό. Κι ενώ, φυσικά, η αλεπού, δεν είναι δυνατόν να μετανιώνει που κάνει ό,τι κάνει στην κότα, ωστόσο θα δίνει αυτήν την εντύπωση και θα θαρρούμε, λοιπόν, πως για να το ομολογήσει, πάει να πει πως το θεωρεί κι εκείνη λάθος. Βλέποντας, λοιπόν, το σύντροφό μας ν’ αντιλαμβάνεται κι ο ίδιος αμέσως πως το κακό που διέπραξε δεν έπρεπε να γίνει, δε θα τον καταδικάσουμε και τόσο αυστηρά, καθώς όταν το έκανε, δεν καταλάβαινε, τάχα, πως ήταν λάθος.
Όταν, όμως, ο σύντροφός μας έρχεται αμέσως και μας λέει τα λάθη του, τότε, με την αφέλειά του, μπορεί να τα κάνει να φανούν και κωμικά ακόμη κι αντί να εξαγριωθούμε, να φτάσουμε και να γελάσουμε μ’ αυτά. Κι είναι σ’ αυτό το σημείο, που η αφέλειά του μπορεί να μας σφίξει την καρδιά και να μας κάνει -λανθασμένα- μέχρι και να τον λυπηθούμε και να πούμε από μέσα μας «Καημένο μου παιδί, αυτά τα πράγματα δεν τα λέμε».
Τέλος, όταν ο σύντροφός μας ξεφουρνίζει αμέσως όλα τα λάθη του, μπορεί να είναι γιατί δεν τα αντέχει η συνείδησή του. Έτσι, λοιπόν, καθησυχάζει τις τύψεις του όταν από μόνος του τα ομολογεί και ξεφορτώνεται τα λάθη που κάνει. Δε σκοτίζεται, ωστόσο, που εκείνη την ώρα τα λάθη του τα φορτωνόμαστε εμείς και που μας κάνει να σκεφτόμαστε ξανά και ξανά, ίσως και με πόνο, όσα μας εξομολογείται.
Κι έτσι, λοιπόν, κερδισμένοι με το εξομολογητικό νερό έβγαιναν όλοι: και η κακούργα αλεπού που έπαιρνε, κάπως, άφεση αμαρτιών με την αφέλειά της, μα και οι άλλοι, που δε χρειαζόταν πια ν’ αναρωτιούνται τι κακά πήγε κι έκανε, ούτε να γυρεύουν τις ζημιές της για να τις φτιάξουν.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου