Ένας ιπποπόταμος έβγαινε κάθε μέρα έξω απ’ το νερό κι άρχιζε να δίνει αναφορά και να λέει πως «Στο βυθό έγινε σήμερα το τάδε και το δείνα φοβερό γεγονός». Τα υπόλοιπα ζώα διψούσαν ν’ ακούσουν τα κουτσομπολιά που ‘χε να τους πει και ζητούσαν πάντα να μάθουν κι άλλα.

Ωστόσο, κάθε φορά που ο ιπποπόταμος έβγαινε στη στεριά, άκουγε πού και πού και μερικά παράπονα, που του ‘σφιγγαν κάπως την καρδιά: «Πρόσεχε, βρε ιπποπόταμε, γιατί μας φέρνεις νερά», ή «Πήγαινε λίγο πιο ‘κεί, να χαρείς, γιατί δεν μπορώ τη μυρωδιά του ποταμού που αναδίδεις».

Ο ιπποπόταμος, αρχικά, δεν έδινε και τόσο μεγάλη σημασία στις ιδιοτροπίες τους, αλλά από κάποια στιγμή και μετά, άρχισε να προσβάλλεται σοβαρά μ’ εκείνα που άκουγε. «Ποιος τους λογαριάζει όλους αυτούς τους τιποτένιους που μου κάνουν αυτές τις προσβλητικές παρατηρήσεις; Σκασίλα μου για όλους τους», σκέφτηκε, κι από τότε έβγαινε στη στεριά κι ούτε που άνοιγε το στόμα του, για να τους πει τα κουτσομπολιά του.

Όταν, όμως, βρισκόταν στη στεριά, μπορεί, μεν, να μην έριχνε ούτε ένα βλέμμα στα ζώα και να έκανε πως πρώτος αυτός τα περιφρονεί, μα μέσα του, σκεφτόταν: «Άραγε τώρα το πρόσεξαν ότι ήρθα κι ότι δεν τους μίλησα;».

Σαν αυτόν τον ιπποπόταμο, λοιπόν, κάνουμε κι εμείς πολλές φορές και καμωνόμαστε πως, τάχα, δε μας αφορά κάποιος, μα το γεγονός πως θέλουμε να το προσέξει πως δεν ασχολούμαστε μαζί του, μαρτυρά πως μας νοιάζει ακόμη η γνώμη του.

Καταρχάς, ο ιπποπόταμος αισθανόταν πως τα ζώα τον περιφρονούσαν κατά βάθος κι ότι αυτός ήταν ο λόγος που του έκαναν τις παρατηρήσεις τους, γι’ αυτό και στο τέλος αποφάσισε να τα περιφρονήσει εκείνος πρώτος και να μην τους μιλά. Έτσι κι εμείς, όταν υποψιαζόμαστε πως κάποιος μας απαξιώνει, τότε θέλουμε να του αποδείξουμε πως εμείς πρώτοι δεν τον λογαριάζουμε και πως δεν τον θεωρούμε και κανέναν σπουδαίο.

Έτσι, αν αποδειχθεί πως στ’ αλήθεια μας υποτιμά, δε θα ‘ναι και τόσο προσβλητικό για εμάς, καθώς θα σκεφτούμε πως «κι εμείς τον υποτιμάμε και του το έχουμε δείξει, κιόλας, προ πολλού».

Όταν επιδιώκουμε να προσέξει κάποιος πως δε μας ενδιαφέρει η γνώμη του, θέλουμε να τον κάνουμε να πονέσει που πάψαμε να τον λογαριάζουμε και να σκεφτεί: «Για δες, αυτός, που ήταν τόσο πιστός μου σύντροφος, έπαψε πια να με υπολογίζει».

Όπως ο ιπποπόταμος, λοιπόν, είχε έγνοια αν τα ζώα θα πρόσεχαν ότι δεν τους μιλούσε πια κι αν θα τους στοίχιζε που έπαψαν να μαθαίνουν τα νέα του, έτσι κι εμείς θέλουμε μέχρι και να υποφέρει κάποιος, όταν θα καταλάβει πως σταματήσαμε να του προσφέρουμε τη συμπάθειά μας και να του στοιχίσει η απώλεια ενός τόσο εξαιρετικού ανθρώπου, σαν κι εμάς.

Όταν προσπαθούμε να κάνουμε κάποιον να δει πως δε μας αφορά, ίσως να θέλουμε να καταλάβει πόσο πολύ μας αδίκησε με τη συμπεριφορά του. Θα χαρούμε αν πει: «Αν δεν του φερόμουν τόσο σκάρτα, τώρα θα είχα ακόμη την προσοχή του». Έτσι, θα τον απαξιώνουμε, τάχα, μα μέσα μας δε θα μπορούμε παρά να περιμένουμε τη στιγμή που θα επιστρέψει με δάκρυα μετάνοιας για να τον συγχωρήσουμε και θα μας παρακαλά για μια στάλα απ’ την προσοχή, που του δίναμε πρωτύτερα.

Κι έτσι, λοιπόν, ο αφελής ιπποπόταμος μέσα του το ευχαριστιόταν που έδειχνε στα ζώα πως πρώτος αυτός τα περιφρονεί και χαιρόταν, καθώς σκεφτόταν πόσο πολύ θα τους στοίχιζε που έπαψαν πια να ακούν τις ενδιαφέρουσες πληροφορίες που τους έδινε.

Μια μέρα, ωστόσο, γύρισε δειλά να τα δει και, προς έκπληξή του, κανένα ζώο δεν τον κοίταζε και δε φαινόταν να σκοτίζεται καθόλου γι’ αυτόν.

 

Συντάκτης: Δημήτρια Κουρίδη
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου