Ένα αρνί διαπίστωσε το πρωί πως η πόρτα στο μαντρί τους ήταν ανοιχτή. «Ποιο αρνί ήταν υπεύθυνο να κλειδώσει την πόρτα και δεν το έπραξε, καθιστώντας σε κίνδυνο τις ζωές μας, μιας κι ακριβά θα μας στοίχιζε αν ο λύκος επιχειρούσε να περάσει απ’ αυτήν;», ρωτούσε να μάθει αυστηρά.
Τ’ αρνιά τότε με φόβο κοιτάχτηκαν, μα έπειτα κάποιο πετάχτηκε και είπε, ανακουφίζοντάς τα: «Αποκλείεται, αρνί μου, να μην κλειδώσαμε εμείς την πόρτα. Πάω στοίχημα, πως αυτός ο λύκος την άνοιξε, μπήκε μέσα, έλεγξε πόσα αρνιά είμαστε μαζεμένα, κι αθόρυβα ύστερα αποχώρησε. Το δίχως άλλο κάτι θα ετοιμάζει».
Όλα τ’ αρνιά, τότε, ανακουφισμένα, αφού η ευθύνη για την ανοιχτή πόρτα δε βάραινε τα ίδια, αρχίνησαν να φωνάζουν: «Ναι, ο λύκος άνοιξε την πόρτα, αυτός ήταν σίγουρα». Μα, κι όταν όλο το γάλα απ’ τον κουβά κάποτε χύθηκε, τ’ αρνιά με την ίδια βεβαιότητα είπαν: «Αποκλείεται από πόδι αρνιού ο κουβάς να ‘πεσε κάτω. Σίγουρα ο λύκος κάτι θα σκάρωσε, άσχετα αν δεν έχει πρόσβαση στο μαντρί μας, μιας κι είναι γνωστό τι πανούργο πλάσμα είναι, για να μας χύσει το γάλα».
Σαν αυτά τα ευθυνόφοβα αρνιά, λοιπόν, δε διστάζουμε για ό,τι δεινό μας βρίσκει, να ρίχνουμε το φταίξιμο στο μέγιστο εχθρό μας και να τον κατηγορούμε για όλα έστω κι αν δεν υπάρχουν ενδείξεις για την ενοχή του.
Καταρχάς, τ’ αρνιά δε βαραίνονταν από ηθικούς προβληματισμούς όταν κατηγορούσαν το λύκο για τα δεινά που συνέβαιναν στο μαντρί τους, μιας και ήταν που ήταν κακός, οπότε άλλο ένα κακό δε θα μαύριζε το όνομά του, που ήδη σκιαζόταν από πολλά κακουργήματα εις βάρος των αρνιών. Έτσι κι εμείς, λοιπόν, δε διστάζουμε να κατηγορήσουμε κάποιον που εχθρευόμαστε για ό,τι κακό μας βρίσκει, μιας και θεωρούμε πως είναι ήδη στη μαύρη λίστα κι ότι άλλη μια κατηγορία δεν μπορεί να προσθέσει ούτε να αφαιρέσει κάτι απ’ την υπόληψή του.
Επιπλέον, τείνουμε να ρίχνουμε τις ευθύνες για ό,τι κακό μας συμβαίνει σε εκείνον που εχθρευόμαστε, στην προσπάθειά μας να πείσουμε και τους άλλους πως έχουμε δίκιο όταν ισχυριζόμαστε πως είναι τόσο κακός, διαστρεβλώνοντας ακόμη και τα στοιχεία που υπάρχουν, προκειμένου να εμφανίζεται πέραν πάσης αμφιβολίας ως υπαίτιος. Αυτό που θέλουμε πιο πολύ, μάλιστα, είναι να πούμε στο τέλος το πολυπόθητο: «Εγώ σας τα ‘λεγα πως η συμπεριφορά του είναι χείριστη. Άλλη μια απόδειξη, λοιπόν, που το μαρτυρά».
Τέλος, το να κατηγορούμε πάντα κάποιον άλλο, πόσο μάλλον εκείνον που εχθρευόμαστε για τις κακοτυχίες μας, είναι ο πλέον εύκολος τρόπος για να καλύπτουμε τη δική μας αδυναμία. Δηλαδή, τ’ αρνιά γνωρίζοντας πως το να κλειδώσεις απλώς μιαν πόρτα και το να προσέξεις λίγο παραπάνω ώστε να μη ρίξεις κάτω έναν κουβά, δεν ήταν δα και δύσκολες δουλειές. Μα ομολογώντας πως μήτε αυτές δεν κατάφεραν να προσέξουν, γνώριζαν πως δικαίως θα κακοχαρακτηρίζονταν. Κι έτσι, ρίχνοντάς τα όλα στο λύκο που τον είχαν και άχτι, ήταν τόσο απλό να γλιτώσουν.
Κι έτσι, λοιπόν, ό,τι λάθος κι αν γινόταν μες το μαντρί, τ’ αρνιά απαλλάσσονταν ευθύς αμέσως απ’ την ευθύνη του, λέγοντας σύσσωμα πως «αυτός ο κακούργος λύκος θα το ‘πραξε». Κι αφού ήξεραν πως πάντα θ’ απέφευγαν τις κυρώσεις απ’ τις απροσεξίες τους, ξέχασαν κι άλλη φορά να κλειδώσουν το μαντρί τους. Ο λύκος τότε όρμησε μέσα και όταν έτρωγε τ’ αρνιά με περίσσεια ανοιχτοχεριά έλεγε: «Τα συχγωρώ που την αφεντιά μου κατηγορούσαν για όλα, αφού γι’ αυτό τόσο απρόσεχτα μου άφησαν ανοιχτή την πόρτα».
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.