Υπάρχει ένα προϊόν μπροστά μας, που με μια πρώτη ματιά μας φαίνεται φθηνό. Το κοιτάμε, έτσι, αδιάφορα και το προσπερνάμε, χωρίς να ταλαντευτούμε καθόλου μπροστά στο ενδεχόμενο αν θα το πάρουμε ή όχι. Μετά όμως, βλέπουμε ξαφνικά την ετικέτα που κρέμεται πάνω του, όπου αναγράφεται και το κόστος του: Τελικά, είναι ένα ακριβό προϊόν, πολύ ακριβότερο, μάλιστα, απ’ ότι υποθέταμε. Βλέποντας τη μεγάλη του αξία, το προϊόν ανεβαίνει στα μάτια μας και μας αρέσει ξαφνικά. Το κοιτάμε, λοιπόν και το ξανακοιτάμε, το παίρνουμε στα χέρια μας και θέλουμε να το κάνουμε, οπωσδήποτε, δικό μας.
Με τον ίδιο τρόπο που το προϊόν εκτιμήθηκε μόνο όταν εμφανίστηκε το πραγματικό του κόστος, μπορεί να μας αντιμετωπίσει κάποιος και με μια πρώτη ματιά, ίσως να του φανούμε «φθηνοί», να υποτιμήσει την αξία μας και ν’ αδιαφορήσει για εμάς. Όταν, όμως, μάθει πως είμαστε τελικά κάτι πιο σπουδαίο απ’ αυτό που υπέθετε, ανεβαίνουμε στα μάτια του κι επιδιώκει να έρθει κοντά μας και να μας συναναστραφεί.
Ένας λόγος που δεν αξίζει να έρθουμε κοντά με τα άτομα που έπρεπε να δουν την «τιμή» μας, για να μας εκτιμήσουν, είναι γιατί βγάζουν επιπόλαια συμπεράσματα. Μπορούν να μας εκθειάσουν, ή να μας υποβαθμίσουν, ανάλογα με την πρώτη εντύπωση που θα τους προξενήσουμε, χωρίς να διεισδύσουν βαθύτερα στην προσωπικότητά μας. Η συμπάθεια ή η απαξίωσή τους, έτσι, δε θα στηρίζεται σε κανένα σοβαρό επιχείρημα.
Αυτοί που επιδιώκουν να μας ακολουθήσουν όταν μάθουν ότι είμαστε πιο επιτυχημένοι απ’ ότι πίστευαν, δε θα μπορούν παρά να απομακρυνθούν από κοντά μας, όταν υποστεί κάποιο πλήγμα η καταξίωση που μας συνοδεύει. Έτσι, αν με κάποιο τρόπο μας πλησιάσουν, η συνύπαρξή μας θ’ αντέξει μόνο για όσο παραμένει ακέραιη η επιτυχία μας. Στην αντίθετη περίπτωση, θα χαθεί ο λόγος που θεωρούμασταν άξιοι της προσοχής τους και θα μας αποδεσμεύσουν απ’ τη συντροφιά τους.
Τέλος, εκείνοι που θέλουν να μας «αγοράσουν», γιατί τελικά είμαστε πιο «ακριβοί», απ’ ότι φαινόμασταν, δε θα μπορούν παρά να μας βάλουν ξανά πίσω στο «ράφι», αν πέσει στην αντίληψή τους ένα πιο ακριβό «προϊόν». Με λίγα λόγια, πρόκειται για άτομα που μας εκτιμούν, σύμφωνα με την τιμή και την «εμπορικότητά» μας, χωρίς να αξιολογούν πρώτα την ποιότητά μας. Έτσι, θ’ αγοράζουν πάντα ό,τι πιο ακριβό κυκλοφορεί, άσχετα αν η τιμή του δεν είναι πάντα ανάλογη με το ποιόν του.
Βλέπουμε, λοιπόν, πως η αξία μας μπορεί να υποτιμηθεί, εάν δε δείξουμε την ετικέτα όπου θα αναγράφεται το πραγματικό μας κόστος, όμως αν παρουσιάσουμε την «τιμή» μας, τότε θα δούμε να έρχονται προς το μέρος μας άτομα, που μας θεώρησαν φθηνούς στην αρχή και μας προσπέρασαν αδιάφορα. Πολύ πιθανόν να μην έχουν αρκετά «λεφτά», ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν στο κόστος μας και παρ’ όλη την επιθυμία τους να μας αποκτήσουν, να μην έχουν τη δυνατότητα να μας αγοράσουν. Με λίγα λόγια, ενδεχομένως να μην υπάρχει κανένα ενθαρρυντικό στοιχείο πάνω τους, για το οποίο να επιθυμούμε να έρθουμε κοντά τους. Αντιθέτως, η απροκάλυπτη αλλαγή της στάσης τους, δε θα μπορεί παρά να μας αποτρέψει από το ενδεχόμενο να τους συναναστραφούμε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου