Ένας κύκνος βρέθηκε μοναχός του μέσα στη λίμνη. Σε όλες τις μεριές κοίταξε, μα μετά λύπης διαπίστωσε πως πλάσμα άλλο κανένα δεν υπήρχε πουθενά. Ως τη στιγμή που μπρος στα μάτια του εμφανίστηκε η συντροφιά που τόσο πολύ λαχταρούσε, καθώς ένα σωρό βάτραχοι βρέθηκαν ξάφνου κοντά του. Δειλά τους πλησίασε, λοιπόν, λέγοντάς τους: «Βάτραχοι, σας είδα και άνοιξε η καρδιά μου. Κοντά σας να ζήσω θα είναι χαρά μου». Κι έτσι, έμεινε με τους βατράχους.
Έπειτα από λίγο καιρό, ωστόσο, κάποιοι κύκνοι ήρθαν στη λίμνη. Ο όμορφος κύκνος, τότε, άρχισε να φέρεται ακατάδεχτα στους βατράχους και η όψη τους που έκανε άλλοτε την καρδιά του να ανοίγει από ελπίδα, τώρα θυμό του προκαλούσε κι αηδία. «Τι γυρεύω εγώ, κοτζάμ κύκνος, με ένα σωρό άσχημα όντα συντροφιά;», έλεγε περιφρονητικά. Άρχισε, μάλιστα, να πλησιάζει ολοένα και πιο πολύ τους κύκνους, βεβαιώνοντάς τους: «Μη φανταστείτε πως ένας κύκνος σαν και του λόγου μου, καταδέχτηκε μ’ αυτήν την άσχημη ράτσα, τους βατράχους να ζήσει. Οι συγκυρίες, βλέπετε».
Σαν αυτόν τον υπολογιστή κύκνο, λοιπόν, απαξιώνουμε το περιβάλλον στο οποίο βρισκόμαστε, ξεχνώντας πως κάποτε μας συνέφερε να μπούμε σ’ αυτό.
Καταρχάς, ο όμορφος κύκνος φερόταν ωραία στους βατράχους όσο δεν υπήρχε άλλη καμία ψυχή στη λίμνη. Την ώρα, όμως, που άλλοι κύκνοι έφτασαν σ’ αυτήν, ξαφνικά του φάνηκαν άσχημοι οι βάτραχοι και κατώτεροί του. Στην πραγματικότητα, επομένως, η αλαζονεία που υπήρχε μέσα του, ουδέποτε θα του επέτρεπε να συναναστραφεί με πλάσματα που θεωρούσε υποδεέστερά του. Εκτός, όμως, από την περίπτωση η συσχέτιση μαζί τους θα ήταν μονόδρομος. Κι η δική μας αλαζονεία, λοιπόν, μας επιτρέπει να μπούμε σε ένα περιβάλλον που κατά βάθος υποτιμούμε, μόνο όταν δεν έχουμε άλλη επιλογή μπροστά μας κι όταν η εισδοχή μας σ’ αυτό φαντάζει ως η μοναδική μας ελπίδα.
Επιπλέον, ο κύκνος δε φέρθηκε άσχημα στους βατράχους, ως τη στιγμή της συσχέτισής του με τους κύκνους. Δηλαδή, δεν ήθελε να δημιουργήσει πρόβλημα στη συμβίωσή του με τους βατράχους μέχρι να είναι σίγουρος πως οι κύκνοι θα δέχονταν να τους ακολουθήσει. Δεν αποχωρούμε από ένα περιβάλλον που μπορεί να υποτιμούμε, λοιπόν, και δε δημιουργούμε προβλήματα, προτού καταφέρουμε να αναπτύξουμε σχέσεις με άλλα περιβάλλοντα για να μπορούμε αμέσως μετά σ’ αυτά και να γίνουμε δεκτοί στους κόλπους τους.
Τέλος, αρχίζουμε να περιφρονούμε φανερά ένα περιβάλλον, στο οποίο κάποτε μας συνέφερε να ενταχθούμε, όταν πια έχουμε μάθει απ’ αυτό πώς να επιβιώνουμε κι έχουμε αποκομίσει αυτά που μας εξυπηρετούν. Αφού έχουμε πια πάρει όσα καλά στοιχεία έχει να μας προσφέρει το περιβάλλον που κατά τ’ άλλα υποτιμούμε, μπορούμε κάλλιστα να το εγκαταλείψουμε και να ενταχθούμε μάλιστα και σε ένα άλλο, όπου θα παρουσιάσουμε τα όσα μάθαμε ως δικά μας ευρήματα και θα καυχηθούμε, αν τόσο είναι το θράσος μας, για τις πρωτοποριακές μας ιδέες.
Κι έτσι, λοιπόν, ο κύκνος άφησε τους βατράχους δίχως να τους ευχαριστήσει που κάποτε τον δέχθηκαν φιλόξενα στους κόλπους τους και που απ’ τη μοναξιά του, χωρίς αντίρρηση, τον είχαν σώσει. «Ήσασταν πραγματικά τυχεροί, βάτραχοι, που ένας κύκνος με την ταπεινότητά σας καταδέχτηκε να ζήσει», αντιθέτως, τους είπε πριν αποχωρήσει.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.