Η έξοδος που θα έσπαγε τη μονοτονία εκείνου του απογεύματος ήταν κανονισμένη πολλές μέρες πριν. Με δύο φίλες. Νύχτα αφιερωμένη στη μαύρη μουσική των δεκαετιών ’60 έως ’90. Σαν γραπτή εξέταση όλως των εκπομπών του GPoly που έντυσαν τα βράδια της εφηβείας σου θα ήταν. Η μονοτονία θα έσπαγε με την πιο ερωτική μουσική της πόλης στο πιο ζεστό στέκι της Αθήνας. Το τραπέζι ήταν το ίδιο, το αγαπημένο. Η Aretha Franklin ανέβαζε το beat με το Think όταν μπήκατε στο μαγαζί και η μονοτονία ήταν πλέον παρελθόν. Ένα «ωπ!» που ακολούθησε λίγο αργότερα έκανε τη νύχτα μοναδική.
Υπάρχει ο άνδρας ο γοητευτικός, που τον γνωρίζεις κι ενθουσιάζεσαι. Και θέλεις να γίνει φίλος σου, σύντροφος, σχέση. Εκείνος για τον οποίον ανάμεσα στην πρώτη ματιά και την πρώτη σκέψη μεσολαβεί χρόνος, τόσος ώστε να γεννηθεί προσδοκία. Μικρή ή μεγάλη.
Και σπάνια, μία σκόρπια στιγμή μέσα στο χρόνο (αν συμβεί κιόλας) υπάρχει ένας άλλος άνδρας. Εκείνος που δεν αφήνει περιθώρια για σκέψη. Για προσδοκίες μετά από σκέψη. Θες μόνο το τώρα. Το απόψε. Κι αυτό το τώρα να κρατήσει όσο περισσότερο μπορεί. Ποιος νοιάζεται για τα υπόλοιπα;
Εκείνος καθόταν στο διπλανό τραπέζι με τριμερή παρέα. Σε κοιτούσε ώρα κι εκείνος -το «ωπ!» ήταν αμοιβαίο. Μεσολαβούν πολλά λεπτά μέχρι να συνειδητοποιήσεις ότι δεν ψάχνει το σερβιτόρο. Επίσης, ποτέ δε φημιζόσουν για την τύχη σου. Η Chaka Khan παίρνει τη σκυτάλη με το I feel for you και αρχίζει ένα τρελό μεθύσι με κοκτέηλ από βότκες, ατάκες, ματιές, λικνίσματα, επιφωνήματα μες το κεφάλι σου και βελούδινες φωνές στα ηχεία. Λίγα λεπτά αργότερα είναι δίπλα σου κι έχετε ανοίξει ψιλή κουβεντούλα. Χαμογελάει ενώ μία από τις δεκάδες φωνές στο κεφάλι σου ψιθυρίζει: «Αγόρασε και κάνα λαχείο απόψε!»
Το έχεις ήδη αποφασίσει. Θα φύγετε από το μαγαζί απόψε μαζί. Απλά πρέπει να ενημερωθεί και ο άλλος. Σίγουρα το θέλει, το μυρίζεις στην ατμόσφαιρα, μα ίσως δε θα άφηνε την παρέα του, όχι απόψε δηλαδή. Οι δικές σου φίλες θα καταλάβουν. Είναι καιρός από την τελευταία φορά που ήσουν παρορμητική. Εκείνες που θα δυσκολεύονταν να καταλάβουν είναι οι ενοχλητικές εσωτερικές φωνές σου. Ιδίως εκείνη η μία. Η σεξιστικά συντηρητική, εκείνη που σου ψιθυρίζει: «Τώρα θα γίνεις ξεκωλάκι, στα 40;» Μία ακόμη βότκα θα την κάνει να το βουλώσει. Εβίβες!
Λίγη ώρα μετά, όλα περιστρέφονται γύρω από το πώς θα τον πείσεις να φύγετε μαζί, να μη μεσολαβήσουν ώρες και μέρες από τη δεύτερη συνάντηση. Πρέπει να αφήσει την παρέα του, κίνηση σαφώς αντιδεοντολογική στη φιλία.
Μία πρώτη ιδέα είναι η ουτοπική δολοφονική ειλικρίνεια, αυτό που ο κάφρος εαυτός σου σου προβάλει στο μυαλό σαν πρώτη εναλλακτική, άσχετα από την αισθητική του, που σου θυμίζει λίγο πέδιλο με κάλτσα. Ή, ακόμη χειρότερα, ανδρικό πόδι σε σαγιονάρα με δίχαλο. «Δεν τους βαρέθηκες τόσα χρόνια τους ίδιους λεχρίτες; Φύγε μαζί μου τώρα, μανάρι μου, κάνε την ανατροπή!». Σιγά μην το έλεγες ποτέ αυτό! Πέδιλο με κάλτσα εσύ, ποτέ!
Η μουσική σε προκαλεί ν’ αφεθείς. Να χαλαρώσεις. Μα το ίδιο μυαλό που θέλει να χαλαρώσει, δουλεύει τώρα σαν εργοστάσιο ιδεών. Τρόπων. Μπορείς να το παίξεις γατούλα. Χαζοχαρούμενη κι άμαθη στο ποτό που θα χρειαστεί δυο στιβαρά μπράτσα να την γυρίσουν σπίτι. Γούτσου-γούτσου, «αχ πώς θα γυρίσω τώρα σπίτι;», νιάου-νιάου. Μα δεν το έχεις, είναι αυτό που κοροϊδεύεις με τις φίλες σου και θα μοιάσεις με τον Βαγγέλη τον οικοδόμο με γούνινο μπολερό.
Μπορείς ακόμη να το παίξεις ντίβα και μυστήριο. Σάρον Στόουν, αλλά με βρακί. Να πεταρίσουν λίγο τα μάτια, να τινάξεις με μυστήριο τα μαλλιά πίσω και να πετάξεις άλλη μία ατάκα με κρυφό νόημα.«Είναι όλα θέμα προτεραιοτήτων, μωρό μου!» ή κανένα «Αυτά που θα κερδίσεις είναι περισσότερα από αυτό που νομίζεις ότι θα χάσεις». Μα αν δεν είναι και το πρώτο μυαλό και ρωτήσει «ορίστε;» Ας μην είναι. Δεν τον θες για να γραφτείτε παρέα να πηγαίνετε με αμάξι στη MENSA, τον θέλεις γι αυτό που σε κάνει να αισθάνεσαι από το πρώτο λεπτό. Ερωτική. Μοναδική. Δε θα το ρισκάρεις. Αντίο Σάρον!
Πλήθος ιδεών κι εναλλακτικών σου τρελαίνουν τον εγκέφαλο, ενώ παράλληλα χορεύεις, πίνεις, μιλάς και χαμογελάς. Κι όσο τον βλέπεις μπροστά σου να λικνίζεται στο Don’t look any further του Dennis Edwards (πόσο τρελαίνεσαι γι΄αυτό το κομμάτι!), όλα πλέον είναι ξεκάθαρα. Στο μυαλό σου έρχονται όλα όσα έχεις σκεφτεί και φιλοσοφήσει περί αποπλάνησης. Η αποπλάνηση σαν πνευματική τεχνική είναι μία θαυμάσια εμπειρία. Σημαίνει «προσπαθώ να σε κερδίσω με ό,τι είμαι». Μόνο με ότι είμαι. Αυτό που πρέπει να αντιληφθείς αμέσως είναι το τι λείπει από το άλλο άτομο και απλά να του το δώσεις. Το βλέπεις. Δε θέλει άλλη μία από τα ίδια. Κάτι φτιαχτό. Ένα ακόμη αντίγραφο. Μία ακόμη απόφοιτο της σχολής «πάμε να την βρούμε;»
Ναι, υπάρχουν πολλοί τρόποι να επιτύχει μία γυναίκα μια γαμάτη βραδιά. Ανάλογως την αισθητική της καθεμίας και του τι θεωρεί γαμάτο ως μετέπειτα στάδιο. Κάθε μία θα βάλει μπρος ό,τι μέσο θεωρεί η ίδια ότι έχει περισσότερες πιθανότητες. Λίγο βυζί κοντά στη μούρη του άλλου η μία, λίγο περισσότερη αυτοπροβολή και αυτοδιαφήμιση η άλλη.
Πέρα από τις παραπάνω πεπατημένες, η αποπλάνηση αφορά ένα παιχνίδι του μυαλού που μπορεί να σε ικανοποιήσει εσωτερικά, όσο το καλύτερο σεξ. Δύο πράγματα χρειάζονται. Να είσαι ο αυθεντικός εαυτός σου, αυτό που «μύρισε» ο άλλος όταν σε πρωτοπλησίασε. Και το να βρεις την κατάλληλη στιγμή για την τελική σου ατάκα. Αυτή θα σε βοηθήσει ώστε να «χτίσεις» στιγμιαία το σύνδεσμο που θα σε βοηθήσει να αποκτήσεις αυτό που θες. Να νιώσει ο άλλος ότι μπαίνει σε έναν καινούριο κόσμο, όχι σε ένα ακόμη κρεβάτι.
Από όλα τα τρελά σενάρια του μυαλού σου, ένα μόνο χρησιμοποίησες. Αυτό που σκέφτηκες στο τέλος. Φόρεσες το πραγματικό σου πρόσωπο, το μοναδικά δικό σου χαμόγελο, πήρες τα κομμένα από τη ντροπή γόνατά σου και τον πλησίασες λίγο παραπάνω, έτσι ώστε να μπορείς να του ψιθυρίσεις στο αυτί: «Πάμε;». Λίγο πριν βγείτε από την πόρτα του μαγαζιού μαζί, στα ηχεία άρχισε το Come into my life της Joyce Sims. Τίποτα στη ζωή δεν είναι τυχαίο.