Έχουν περάσει χρόνια αλλά ακόμη το αναφέρουμε σε κοινές εξόδους, την ώρα που μετράμε λάθη σε απολογισμούς εσωτερικής κατανάλωσης.
«Θα φύγει για μεταπτυχιακό ένα χρόνο και λέω να ακολουθήσω» μας είχε πει μια μέρα η Χ. «Μα θα αφήσεις τη δουλειά που μετά βίας βρήκες και που τα πας και καλά;» πέσαμε οι υπόλοιπες να την «φάμε». Δεν αντιλαμβανόμαστε τον μεγάλο της έρωτα και έχουμε σε υπερβολικό βαθμό ορθολογική σκέψη ήταν το πόρισμά της. Άντε καλά, είπαμε και δεν ξανασχοληθήκαμε.
Σε λιγότερο από ένα χρόνο, πριν καν τα μέσα εκείνου του θρυλικού μεταπτυχιακού, η Χ. επέστρεψε στην αφετηρία της φρεσκοχωρισμένη. Ο μεγάλος της έρωτας ξαφνικά είχε μικρύνει. Ή απλά δεν υπήρχε έτσι όπως εκείνη τον αντιλαμβανόταν. Περισσότερο της είχε στοιχίσει η δουλειά εκείνη που είχε αφήσει, παρά η ερωτική της φούσκα που της έσκασε στα μούτρα. Προς τί όμως η υπερβολή εκείνη; Όλο εκείνο το γιούργια γιατί;
«Ήμουν απλά υπερβολική» ψέλλισε. Είναι απίστευτο το πόσο ορθολογικά μπορείς να κρίνεις τον ορθολογισμό που κάποτε σου την έσπαγε! Απλά κατόπιν εορτής μπορείς να δεις καθαρά. Βγαίνοντας από έναν κύκλο μπορείς να δεις καθαρότερα ακτίνες και περιμέτρους. Κυρίως όμως το κέντρο του. Την ουσία του. Και η ουσία αυτή δεν είναι τίποτα άλλο παρά η σύνεση και ο λεπτός χειρισμός κάθε συναισθηματικής κατάστασης, η οποία θέλει το χρόνο της για να πάρει διαστάσεις και ταυτότητα.
Πολλοί όταν ερωτευόμαστε, στην παραζάλη μας, μπερδεύουμε τις έννοιες, με συνέπεια να υπεραμυνόμαστε αδίκως. Ο έρωτας θέλει το υπέρ του εξ ορισμού. Όμως δεν είναι η υπερβολή αυτό το οποίο χρειάζεται.
Το σωστό περισσότερο βρίσκεται μέσα στην έλλειψη, παρά στην υπερβολή (Ισοκράτης).
Η υπερβολή προστίθεται συνήθως από την αμηχανία ή την ανασφάλεια του ενός να καμουφλάρει κάποια μειονεξία, κατοχυρώνοντας δια της φασαρίας διάφορα κοσμητικά επίθετα (μεγάλος έρωτας-μεγάλη αγάπη). Το ατόφιο συναίσθημα, όταν υπάρχει και είναι αμοιβαίο, απαιτεί, σα να είναι ανθρώπινη προσωπικότητα, σεβασμό, σεμνότητα και ησυχία.
Η υπερβολή στην πράξη, όχι στο να το αισθάνεσαι, είναι συνήθως σαν τα συμπληρώματα διατροφής. Έρχεται να καλύψει κενά και ελλείψεις, στοιχίζει και με τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει αυτό για το οποίο προορίζεται. Όταν με υπερβολικές πράξεις και δηλώσεις προσπαθείς να πείσεις εσένα πρώτα και κατόπιν τον περίγυρο ότι «αυτή τη φορά» υπάρχει κάτι μεγάλο, μάλλον και αυτή τη φορά δεν υπάρχει.
Αυτό το υπέρ που τελικά χρειάζεται κάθε σχέση είναι η υπέρβαση. Όλα αυτά που θα κάνεις και θα πεις και είναι η πρώτη φορά γιατί νιώθεις ότι τώρα το μπορείς. Η υπέρβαση της ατομικότητάς σου και της αυτάρκειάς σου. Χωρίς τυμπανοκρουσίες και πανηγυρισμούς. Σεμνά και σιωπηλά. Εν οίκω.
Αν προσέξει κανείς πιο προσεκτικά τα ερωτικά γκράφιτι στους τοίχους της πόλης, αυτή την υπέροχη τέχνη των δρόμων, θα διαβάσει συνθήματα και λόγια για σχέσεις που έχουν τελειώσει. Κι αυτό γιατί όταν συμβαίνει κάθε «έντιμη συναλλαγή» προτιμά κανείς να είναι σιωπηλός, συγκεντρωμένος και σεμνός. Ακόμη όμως κι εκείνα που αφορούν το τώρα μιας σχέσης, γλυτώνουν από την κατηγορία της υπερβολής λόγω ανωνυμίας.
Οι τρελές και ακραίες πράξεις και κάθε είδους υπερβολή είναι σαν τα πυροτεχνήματα.
Διαρκούν λίγο, δεν επικυρώνουν ένα γεγονός, απλά χρωματίζουν με σχέδια τον ουρανό και την άλλη μέρα όλο αυτό θα έχει ξεχαστεί από τον κόσμο. Η λογική, ωστόσο, των πυροτεχνημάτων εντός μιας σχέσης είναι εκπληκτική. Κάθε σχέση είναι μία νοερή σφαίρα με χρωματιστά εκρηκτικά τα οποία ονομάζονται «αστέρια» και χρωματίζουν τον ουρανό όταν εκραγούν. Το αποτέλεσμα της έκρηξης ενός «πυροτεχνήματος» εξαρτάται από την πολύ συγκεκριμένη χημεία των εκρηκτικών μέσα στο ίδιο το πυροτέχνημα.
Είναι στο χέρι μας να κάνουμε, με απλές πράξεις και κινήσεις, τον ουρανό του άλλου γεμάτο χρώματα, σχέδια κι εκπληκτικούς ήχους. Μέχρι εκεί όμως. Οτιδήποτε άλλο τρελό ή ακραίο, οποιοδήποτε άλλο κοινωνικό «πυροτέχνημα», είναι απλώς υπερβολή.