Υπάρχουν εκείνοι που ως έφηβοι έχουν ένα εκπληκτικό βιογραφικό σε χόμπι και λοιπές δραστηριότητες. Διάφορες ξένες γλώσσες, μουσικά όργανα σε ωδεία, ιππασίες και τένις και πόσα άλλα. «Γαλλικά και πιάνο» τους ονομάζαμε εμείς οι υπόλοιποι, ο απλός λαουτζίκος, όπως χιουμοριστικά αποκαλούσαμε εμείς οι υπόλοιποι τον εαυτό μας. Κι ας μας συγχωρέσουν όσοι γνωρίζουν γαλλικά και παίζουν πιάνο. Ποιοι είμαστε εμείς οι υπόλοιποι; Εκείνοι που μπορούσαμε μόνο τα στοιχειώδη να κάνουμε ως έφηβοι τη χρυσή εποχή της νεανικής δημιουργίας. Αγγλικά κι αυτά κάποιες χρονιές με το ζόρι. Ίσως και κανένα γυμναστήριο του δήμου στον οποίο υπαγόμασταν οι πιο αθλητικοί τύποι.
Οι κλίσεις και τα ταλέντα ποτέ δεν κοίταξαν καταγωγή, τάξη και τσέπη. Κι αν ορισμένοι άνθρωποι είχαν ένα ιδιαίτερο χάρισμα σε κάποιο μουσικό όργανο ή κάποιο «ακριβό» άθλημα και δεν ανήκαν στους «γαλλικά και πιάνο», τότε τυχεροί θα ήταν εάν το ανακάλυπταν κάποια στιγμή αργότερα. Η έκφραση «γαλλικά και πιάνο» διατηρήθηκε και κατά την ενήλικη ζωή, όπου δεν υπήρχαν τέτοιες εβδομαδιαίες δραστηριότητες, απλά και μόνο για να εκφράζει εκείνη τη μερίδα των ανθρώπων που κοιτούσαν αφ υψηλού, τουτέστιν με ψωνισμένη νοοτροπία, τις ασθενέστερες οικονομικά κατηγορίες. Ας μας ξανά-συγχωρέσουν οι κανονικοί «γαλλικά και πιάνο». Ίσως, με τη σειρά μας, γινόμασταν κι εμείς (κοινωνικά) ρατσιστές αποκαλώντας τους έτσι, μα θέλαμε κάπως να αντιδράσουμε. Κακή πρόθεση πάντως δεν είχαμε.
Μέχρι που φτάσαμε σ’ εκείνη την ηλιόλουστη μέρα του Καστελόριζου και οι μέρες μας, πριν ακόμη όλο αυτό φτάσει στο δέρμα και το αίμα μας ως κοινωνική πραγματικότητα γέμισαν από λέξεις κι εκφράσεις όπως «μνημόνια» και «οικονομική κρίση». Ιδίως η λέξη «κρίση» ήταν εκείνη που θρονιάστηκε λεκτικά σε κάθε μας αναφορά. Έξι-εφτά χρόνια αργότερα από την επισημοποίηση της νέας οικονομικής πραγματικότητας κι αυτό που όλοι ονομάζουμε οικονομική «κρίση», για τους βαθιά σκεπτόμενους δεν είναι τίποτα άλλο από έναν εκλεπτυσμένο, με την κυνική έννοια, οικονομικό πόλεμο. Χωρίς εισαγωγικά. Αναίμακτο, με τη μπότα του επίδοξου ή επιβεβλημένου κατακτητή αόρατη, χωρίς πεδία μάχης ορατά ρημαγμένα, μα επί της ουσίας πόλεμο.
Η έννοια της κρίσης, στο ίδιο, πιο ουσιαστικό μοτίβο, ταίριαξε περισσότερο στην προσκόλληση σε έννοιες όπως πολιτισμός, ηθική, αξίες, σχέσεις. Και δεν υπάρχει κρίση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή σύγκρουσης από την οποία δεν προκύπτει κάτι καλό. Καλό με την έννοια του γενικού καλού. Αντικειμενικά καλό. Ακόμη κι αν προέκυψε μέσα από συγκριτικά απείρως μεγαλύτερες απώλειες. Γιατί υπάρχει ένα μοναδικό καλό απ’ όλο αυτό το συρφετό των συνεπειών. Επιστρέψαμε στην ουσία μας. Οι περισσότεροι τουλάχιστον. Μέσω της επώδυνης οδού, χάνοντας δια παντός την ξεγνοιασιά μας, χάνοντας οριστικά και το παλιό εκείνο χαμόγελο αισιοδοξίας που είχαμε ανέκαθεν. Επιστρέψαμε όμως. Ίσως αλλιώς να μη συνέβαινε όλο αυτό. Χωρίς αυτό το συθέμελο ταρακούνημα ίσως και να μην ξυπνούσαμε.
Αλλάξαμε. Ξυπνήσαμε, ναι. Είχαμε φτάσει να παίρνουμε δάνειο για οτιδήποτε. Δάνειο για να πάμε διακοπές, δάνειο για να παντρευτούμε, δάνειο για τρίτο αυτοκίνητο στην οικογένεια, δάνειο και για αγορά ρούχων. Και ύστερα αρχίσαμε να παίρνουμε δάνεια για να στριμώχνουμε μέσα σε κάθε ένα απ’ αυτά δύο ή και περισσότερα άλλα δάνεια. Ναι, ανοίξαμε παρτίδες με αρκετές διαφορετικές τράπεζες απλά και μόνο για να αγοράσουμε με δόσεις και υψηλό τόκο λίγο παραπάνω lifestyle και άπειρα συμπλέγματα. Κοσμοφάνεια, νεοπλουτισμό, αισθήματα κατωτερότητας ή ανωτερότητας, μεγαλομανία, επιδειξιομανία, απληστία κι αδηφαγία είναι μερικοί απ’ τους λόγους για τους οποίους φουλάραμε κάμποσες πιστωτικές. Και μετά το μπαμ. Το μεγάλο μπαμ.
Πέρασε καιρός από εκείνο το μεγάλο μπαμ, χρόνος που δεν πέρασε ανώδυνα. Το μεταβατικό στάδιο ζωγραφίστηκε από ανθρώπινες απώλειες. Κι αν σ’ έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο οι ανθρώπινες απώλειες οφείλονται σε σωματικές κακουχίες από δεινά, σ’ έναν οικονομικό αυτό που πλήττεται είναι πρωτίστως η ψυχή. Οι οικονομικές στερήσεις χτυπούν στην ψυχή μόνο όταν αυτή η ψυχή στηρίζει ολόκληρο το οικοδόμημά της στον υλισμό. Αυτό το καλό μας έκανε η κρίση και ίσως είναι και το μοναδικό της όφελος. Συνετέλεσε έτσι ώστε να αποσυνδεθεί το ψυχικό μας κομμάτι από την ύλη. Επιστρέψαμε στις πραγματικές μας ανάγκες. Εκείνες, τις βασικές. Αρχικά αναγκαστικά και στην πορεία κατόπιν συνειδητοποίησης. Γίναμε περισσότερο άνθρωποι και λιγότερο μηχανές που ξοδεύουν. Επιστρέψαμε στην ουσία μας. Κι αυτή η ουσία δε γνωρίζει lifestyle.