Ο καθένας είναι ένα εν δυνάμει πιόνι ενός άλλου ανθρώπου, αρκεί να τον ερωτευτεί παράφορα. Ή απλά τρελά. Παθιασμένα. Αν τύχει και χωρίς ανταπόκριση, τρέχα-γύρευε…Σβήσε την παραπάνω υπόθεση, γιατί μόνο με το μονόπλευρο γίνεσαι πιόνι. Εάν και η άλλη πλευρά αισθάνεται το ίδιο, ποτέ δε θα επιτρέψει να μετατραπεί ο άλλος σε πιόνι. Το αμοιβαίο εξασφαλίζει κάποια μορφή δικαιοσύνης. Τάξης.
Ο καθένας μας είναι ένα εν δυνάμει πιόνι ενός ανθρώπου. Αρκεί να τύχει να τον συναντήσει και κατ’ επέκταση να τον ερωτευτεί. Αξίωμα. Δεν αποδεικνύεται. Απλά το χαζεύεις να συμβαίνει. Αν είσαι ανοιχτόμυαλος θα το βουλώσεις. Αν είσαι από κείνους με το μονίμως σηκωμένο δάχτυλο θ’ αρχίσεις τα «μα πώς μπορείς;», «πώς το αντέχεις;». Και θα κλείσεις, σουφρώνοντας τα χείλη και παρατηρώντας το φαινόμενο σαν απόμαχος της ζωής. «Καθόλου αξιοπρέπεια!» θα ψελλίσεις, πριν πάρεις τα μάτια σου απ’ το θλιβερό φαινόμενο.
Όσο αξιοπρεπής και να ‘σαι σε βάθος χρόνου, όσο κι αν έπιασαν τόπο οι νουθεσίες προγόνων μα κι η παιδεία που απέκτησες με τα χρόνια, όση αυτοσυγκράτηση, σύνεση και δύναμη χαρακτήρα κι αν έδειξες τόσα χρόνια, θα ‘ρθει η ριμάδα η στιγμή που θα γίνεις έρμαιο ενός πάθους και πιόνι του άλλου. Θα επιτρέψεις να χειραγωγηθείς από έναν άνθρωπο κι όχι μόνο δε θα ενοχληθείς, μα θα γουστάρεις κιόλας.
Πιόνι σημαίνει επιτρέπω να με «χρησιμοποιήσεις» για να καλύψεις την ανασφάλειά σου κι ας μην υπάρχει προοπτική για οτιδήποτε. Διατίθεμαι συνειδητά προς πάσης φύσεως εκμετάλλευση. Αυτό σημαίνει πιόνι. Ο άλλος δεν είναι εντάξει μαζί σου, μα ξέρει πώς αισθάνεσαι και το χρησιμοποιεί. Χρησιμοποιεί τη δοτικότητά σου σαν άνθρωπος για να παίρνει. Και να παίρνει. Και να ξανα-παίρνει.
«Μα πώς μπορείς;» πέφτουν να σε φάνε φίλοι και γνωστοί. «Πώς το επιτρέπεις;» συνεχίζουν. Άντε τώρα να τους βάλεις στο μυαλό πως αυτό που εισπράττεις είναι απείρως περισσότερο από αυτό που φαίνεται ότι δαπανάς. Από την αξιοπρέπεια που φαίνεται ότι χάνεις. Πώς να τους το βάλεις στο μυαλό; Και στην τελική, γιατί να τους το βάλεις; Όταν αισθανθούν το ίδιο, θα «φάνε» καλά κι εκείνοι!
Ας κρίνουν όσο θέλουν. Ας ξέρεις μόνο εσύ. Γιατί στο τέλος μόνο εσύ θα ξέρεις πως αυτό που εκείνοι βλέπουν ως χειραγώγηση, ως εκμετάλλευση, δεν είναι παρά αυτό το πόσο εσύ αποφάσισες να δώσεις για να αξιώσεις έναν άνθρωπο. Μόνο εσύ θα ξέρεις πως στην καψούρα μερικές φορές δεν χωράει η απόλυτη αξιοπρέπεια. Είναι το κόστος αυτό μερικές φορές για να νιώσεις αυτή την καύλα της μάχης του να κερδίσεις έναν άνθρωπο. Του να ξανακερδίσεις εκείνο το φιλί που σ’ έκανε να στροβιλίζεσαι.
Και στην τελική, δε θέλουμε να είμαστε κάποιοι μονίμως αξιοπρεπείς. Θέλουμε κι ένα διάλειμμα ρε αδελφέ! Θέλουμε να νιώσουμε την αδρεναλίνη του να πέφτεις από ψηλά στην καταπάτηση των ορίων σου. Απλά για ένα χαμόγελο. Για δυο γαμημένα μάτια για τα οποία γουστάρεις να νιώθεις «παραβατικός». Αναξιοπρεπής. Να πετάξεις την γραβάτα ή τα ψηλοτάκουνα και ξυπόλητος πλέον να κάνεις εκείνες τις μικρές και μεγάλες καφρίλες της καψούρας για τις οποίες όλοι αναρωτιούνται «μα πώς μπορεί;»
Να επιτρέψεις να είσαι και λίγο «θύμα», να δώσεις και πολλά παραπάνω ενώ παίρνεις ελάχιστα, να συγχωρέσεις και καμιά δεκαριά φορές ακόμη ενώ το όριο των «νομοταγών» είναι μία ή καμία. Να τρέξεις τη νύχτα που θα «σφυρίξει» γιατί νιώθει μοναξιά, να σκεφτείς αν πεινάει, αν κρυώνει ή αν πονάει ενώ σ’ έχει «γραμμένο». Ναι. Φαινομενικά είσαι ο μαλάκας του χωριού. Μέγα θύμα. Μα μόνο εσύ θα ξέρεις πως στο τέλος, εάν τύχει και κερδίσεις, αυτή την αίσθηση που θα έχεις, ούτε να την διανοηθούν δε θα μπορέσουν όσοι έκριναν.
Κι αν δεν κερδίσεις το ποθητό, το επιδιωκόμενο, παρηγοριά θα είναι ότι το πάλεψες με κάθε σου κύτταρο. Δε βαριέσαι ρε φίλε! Ωραίο ήταν το διάλειμμα από τον καθωσπρεπισμό, αναζωογονητικό. Κι η αίσθηση ότι τα έδωσες όλα ήταν απελευθερωτική. Κι ας έχασες το κορμί, το φιλί. Ναι, ο δοτικός άνθρωπος μερικές φορές φαίνεται αναξιοπρεπής. Πιόνι. Υποχείριο. Ας είναι. Μερικές φορές το μόνο που χρειάζεσαι δεν είναι να ‘σαι αξιοπρεπής, αλλά να νιώθεις ζωντανός.