Κι είμαστε ακόμα εδώ λοιπόν.
Οι ώρες περνούν, οι μέρες φεύγουν, τα βράδια χάνονται.
Γράψε μου σήμερα, σου γράφω σήμερα, αύριο ίσως να μην μπορούμε να λυπόμαστε.
Σκέφτομαι.
Σκέφτομαι τόσες μέρες πως δε γέμισαν, τόση ομορφιά τόση ζωή, πώς μου ξέφυγαν.
Ψάχνω να βρω κάτι, έναν σκοπό, ένα ιδανικό.
Πες μου πως εσύ το ‘χεις βρει.
Μακάρι να χα κάτι να αγαπώ, ή να μισώ. Όλα, άλλωστε, περνάνε κι απ’ τα δύο.
Προσπαθώ όμως, αλήθεια.
Προσπαθώ να βρω κάτι σταθερό. Μάταια.
Αλλά εν τέλει, αυτός δεν είναι λόγος να μην κάνω τίποτα.
Έμαθα, όμως, αλήθεια.
Έμαθα να αγαπώ ό, τι έχω χάσει
Θα κάνω μια άρρωστη απόπειρα να βρω μια αστραπή χαράς.
Θέλω πιο πολλά, αλήθεια.
Πιο πολλά όμως.
Θέλω να σου γράψω παντοτινή μου φίλη, κορίτσι τρομαγμένο.
Πρέπει να σου γράψω, όμως το λυχνάρι της νύχτας μου το ‘χουν σβήσει.
Κρίμα κι ήθελα τόσα πολλά απόψε να σου πω.
Δε με νοιάζει όμως, αλήθεια. Θα γράψω στο σκοτάδι.
Ίσως το πρωί να το ‘χω μετανιώσει, αλλά τώρα το θέλω.
Το θέλω τόσο πολύ τώρα που δε σκέφτομαι τίποτα άλλο.
Μπορεί αύριο να μην υπάρχω για να μπορώ να μετανιώνω.
Βυθίζομαι εδώ σε έναν ύπνο μοιραίο, χωρίς όρεξη να ξυπνήσω.
Πες μου.
Πες μου ότι εσύ ζεις, ότι υπάρχεις. Να ζηλέψω, να προσπαθήσω.
Κινδυνεύω εδώ, σε ένα μέρος που δεν ξέρω και σε κάποιες μέρες που παραμονεύουν.
Φοβάμαι.
Φοβάμαι μοναχός το σκοτάδι και κάνω θόρυβο.
Γυρεύω κάποιον. Εμένα. Εσένα. Πού είσαι, πού είσαι.
Βλέπω τα μάτια σου τη νύχτα μοναδική παρέα, που χάνονται όμως το ξημέρωμα.
Όλα τελειώνουν και πάλι από την αρχή. Είμαι. Θέλω.
Στιγμές έξω από τον ύπνο μου ανάβει το πάθος για τη γέννησή μου.
Ξέρεις πως εγώ δε γεννήθηκα ακόμη κι ας λέω πως έζησα τόση ζωή.
Περιφέρομαι μέσα σε πλέγματα.
Ο κόσμος με βλέπει, με ονομάζει, με αγγίζει.
Ακούει τη φωνή μου,
Δε γνωρίζει τη μυστική μου απουσία.
Κάπου κοντά όμως, θα δώσω το παρόν.
Κάθε πρωί πασχίζω να βρω το φως, μια μορφή αγαπημένη.
Σιγά-σιγά περνάμε προς την έξοδο.
Θα βγούμε και να ξέρεις πως όποιοι μας αγάπησαν, θα είναι αγαπημένοι.
ΥΓ: Γραμμένο ένα βράδυ του Μάρτη το 1996. 24 χρόνια πριν. Κι όμως μοιάζει τόσο επίκαιρο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου