Δεν είναι οι νευρικές απολήξεις στα χείλη που σε κάνουν να αισθάνεσαι ένα φιλί. Μια συνταγή ενός κοκτέιλ ορμονών ρέει στο σώμα σου και όχι του «Campari ρέει» και ένας δεσμός ενισχύεται όταν τα χείλη πιέσουν ένα ζεστό και φιλόξενο στόμα. «Και πήραν τα χείλη μας φωτιά και έδωσαν φως στον Άδη» μας λέει ο ποιητής δείχνοντας τη δύναμή του.
Αυτή η τρυφερή πράξη αγάπης και ερωτισμού έχει πολλές θεωρίες για την ιστορία της, επιστημονικές και μη. Μία από αυτές που μας μεταφέρει την ένταση δύο ανθρώπων τη στιγμή που ενώνονται τα χείλη τους, ξεκινάει από κάποιες παλιές θρησκείες που υποστηρίζουν ότι η ψυχή ζει στην
ανάσα. Όταν δύο άνθρωποι ακουμπήσουν τα χείλη τους οι ψυχές τους έρχονται σε επαφή και μπλέκονται για πάντα. Ποιες ενέργειες όμως συμμετέχουν σε αυτόν τον ασίγαστο πόθο; Τι κάνει ένα σώμα μπροστά σε ένα αδηφάγο βλέμμα, που προστάζει φιλήδονα την υποταγή και την παράδοση; Ποιος είναι αυτός που διατάζει το φιλί και εξουσιάζει τα χείλη;
Μα ποιος άλλος από τον Έρωτα. Αλήτης και Gentleman είναι ο γιος του Πόρου και της Πενίας όπως αναφέρεται στον διάλογο μεταξύ της ιέρειας Διοτίμας και του Σωκράτη στο Συμπόσιο του Πλάτωνα, με αφορμή την ερώτηση του Σωκράτη για τη φύση του Έρωτα. Ένας όμορφος μύθος ξεδιπλώνεται χιλιάδες χρόνια πριν, από το στόμα μιας γυναίκας (που εκείνη την εποχή ο ρόλος της ήταν δευτερεύων) και μας δίνει την ερμηνεία του Διαβολόπαιδου που είναι αναγκαίο στη ζωή μας.
«Ποιος είναι ο πατέρας του», ρώτησα τότε εγώ, «και ποια η μητέρα του;»
«Αυτό», απάντησε, «απαιτεί περισσότερο χρόνο για να στο διηγηθώ. Θα στο πω όμως. Όταν ήρθε στον κόσμο η Αφροδίτη, είχαν τραπέζι οι θεοί, με τους άλλους μαζί και ο Πόρος, ο γιος της Μήτιδας. Σαν απόφαγαν, ήρθε, όπως θα περίμενε δα κανείς σε μεγάλο φαγοπότι, η Πενία για να ζητιανέψει, και στεκόταν εκεί κοντά στην πόρτα. Ο Πόρος τότε μεθυσμένος από το νέκταρ, βγήκε έξω στον κήπο του Δία και, καθώς είχε βαρύνει, έπεσε και κοιμήθηκε. Η Πενία εκείνη την ώρα, οδηγημένη από την ανέχειά της, συνέλαβε το σχέδιο να αποκτήσει παιδί από τον Πόρο. Πλαγιάζει λοιπόν δίπλα του και έτσι συνέλαβε τον Έρωτα.»
Σαν γιος λοιπόν του Πόρου και της Πενίας που είναι ο Έρως βρίσκεται στην εξής κατάσταση: Πρώτον είναι πάντα φτωχός και κάθε άλλο παρά
απαλός και ωραίος, όπως νομίζει ο πολύς κόσμος. Αντιθέτως, είναι τραχύς, ρυπαρός, ξυπόλυτος, άστεγος· πλαγιάζει πάντα χάμω, χωρίς στρώμα, κοιμάται κάτω από τον ανοιχτό ουρανό σε σκαλοπάτια και στις άκρες του δρόμου· μοιράζεται τη φύση της μάνας του και έχει για συγκάτοικο πάντα τη στέρηση. Σύμφωνα πάλι με τη φύση του πατέρα του επιβουλεύεται τα ωραία και τα εκλεκτά, είναι γενναίος, ριψοκίνδυνος, ορμητικός, κυνηγός τρομερός, που σκαρφίζεται συνεχώς τεχνάσματα, συγχρόνως όμως προικισμένος με πόθο για τη γνώση της αλήθειας αλλά και επινοητικότητα, διαρκώς σε όλη του τη ζωή αγαπά τη σοφία, δεινός σαγηνευτής, μάγος, σοφιστής.
Και δεν είναι η φύση του όμοια με αθάνατου ούτε όμως πάλι με θνητού. Άλλοτε μέσα στην ίδια μέρα ανθεί και ζει, όταν βρει τα μέσα, άλλοτε πεθαίνει, μα ξαναζωντανεύει πάλι χάρη στη φύση του πατέρα του. Ό, τι αποκτά κάθε φορά τρέχει σιγά σιγά και χάνεται. Δεν είναι λοιπόν ο Έρωτας ποτέ ούτε τελείως φτωχός σε μέσα ούτε πλούσιος. Και μεταξύ σοφίας και ανοησίας βρίσκεται πάλι στη μέση.
Αυτός είναι λοιπόν σύμφωνα με τον πλατωνικό μύθο ο Έρωτας, ένας «φτωχούλης» αλλά και ένας ικανός και διεκδικητικός καβαλάρης έτοιμος να κυνηγήσει ένα άλογο πάθος και να το κατακτήσει. Και το κυριότερο, δεν πεθαίνει ποτέ! Τα μάτια λένε είναι ο καθρέφτης της ψυχής και από εκεί ξεκινά και αυτός να ρίχνει τα βέλη και να υπογράφει τα ερωτικά συμβόλαια.
Κεντράρει λοιπόν και ξεκινάει, μα όταν βρει τον στόχο τότε «ανάβουν» τα μάτια και τραντάζουν την ψυχή. Εκείνη η στιγμή λοιπόν, πριν από την ένωση όταν τα διψασμένα στόματα λιώνουν, ζεις στιγμές αθανασίας. Ενεργοποιούνται οι αισθήσεις, τα σώματα χαλαρώνουν και εσύ θέλεις να ξοδέψεις όλο το χρόνο σου πάνω σε ένα χείλος. Τότε είναι που ένα μελωμένο φιλί γεφυρώνει την απόσταση που χωρίζει τις δύο σάρκες, φέρνοντας την καρδιά στα χείλη. Αυτό το πρόσταγμα της ψυχής να σταματήσεις τη φυγή και να κρατήσεις το χρόνο, μεταμορφώνει τη φύση και βάφει πολύχρωμο τον κόσμο.
Ζυμώνονται τα χείλη, μαλάσσονται, δαγκώνονται και με ένα τρόπο ανεξήγητο όσο πιο πολύ σάλιο ανταλλάσσεται τόσο πιο πολύ αξίζει! Με θέμα το φιλί γλύπτες και ζωγράφοι δώσανε βαρύτητα και υπόσταση στην αξία της πράξης. Με το γλυπτό «φιλί» ο Ογκύστ Ροντέν δίνει το ερωτικό σύμπλεγμα του Πάολο και της Φρατζέσκας στην Πύλη της Κολάσεως του Δάντη.
«Το σπουδαιότερο είναι να συγκινείσαι, να αγαπάς, να ελπίζεις, να πάλλεσαι, να ζεις» γράφει ο Ροντέν στη διαθήκη του. Και αυτό εμφύσησε και στο διάσημο γλυπτό του. Την πρώτη είσοδο (τα χείλη) στο είναι του άλλου. Ένα αριστούργημα! Από την άλλη το «Φιλί» του Γκούσταβ Κλιμτ, με την κίτρινη λάμψη διάχυτη στον πίνακα, μας δίνει μια ιερότητα και μια ανύψωση προς το λαμπερό φως, δίχως να είναι ξεκάθαρη η ανδρική ογκώδης φιγούρα που σχεδόν έχει εξαφανίσει τη γυναικά.
Δεν απαιτείται ιδιαίτερη ευφυία για το φιλί, ούτε ιδιαίτερες πρακτικές έχει, μόνο λίγο χώρο στην καρδιά μας χρειάζεται να κάνουμε και να δώσουμε μια πρόσκαιρη κατοικία στον Έρωτα, για ένα φιλί με «αναπάντεχη ποιότητα».
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου