Ας πούμε ότι τα αυτιά μας είναι ευαίσθητα κι όταν ακούνε την αλήθεια θορυβούνται. Τους αρέσουν τα χάδια και η επάλειψη με κολακευτικές κρέμες που τα κάνουν γυαλιστερά. Έτσι, όταν λέγονται ειλικρινή λόγια, κλείνουν ερμητικά για να προστατευτούν. Στο άκουσμα λέξεων ή φράσεων που ξεδιπλώνουν τις ορθές πτυχές μια ιστορίας ή μιας κατάστασης γίνονται κωφά. Την αλήθεια, είναι τόσο δύσκολο να την ακούσεις, πόσο μάλλον να την πεις. Δίκαια λοιπόν όλη η ύπαρξή μας κινείται μέσα από την αναζήτησή της. Γιατί αν μπορούσες να την πεις και να την ακούσεις, η Θέμιδα θα είχε βγάλει το μαντήλι από τα μάτια. Η αλήθεια σχετίζεται με ό,τι είναι ορθό, δηλαδή με ό,τι πραγματικό και δίκαιο.
Υπάρχουν, θα έλεγα, τρεις κατηγορίες ανθρώπων. Αυτοί που λατρεύουν το δίκιο τους, αυτοί που δε θέλουν να έχουν δίκιο κι αυτοί οι λίγοι που θα τους ονόμαζα ημί-δίκαιους κι αυτό γιατί η ανθρώπινη φύση απέχει πολύ από την τελειότητα. Οι πρώτοι που υπεραγαπούν το δίκιο τους και το αναδεικνύουν με μια υπερβολή, μπορεί να έχουν απόλυτο δίκιο αλλά το χάνουν εμμένοντας σε μια αδιάκοπη προσπάθεια για την απόδειξή του. Όταν έχεις δίκιο και δεν μπορείς να το διαχειριστείς, κυριαρχείς ενάντια του συνομιλητή σου κι αυτό συμβαίνει με έναν έντονο τρόπο. Ξεχνάς ότι είστε δύο κόσμοι που κινούνται διαφορετικά κι ενώ το ορθό σύμφωνα με μια πραγματικότητα είναι ένα, ο καθένας το βλέπει διαφορετικά.
Στη μάταιη αυτή προσπάθειά σου να το αποδείξεις, ξεμένεις από έμπνευση και δημιουργία και κλείνεσαι μέσα στο κουτί της υπεροχής σου. Παλεύεις μέχρι που οι δυνάμεις σου στερεύουν και τότε σωριάζεσαι. Ενώ, αν η προσέγγισή σου άγγιζε λίγο από την ιδιοσυγκρασία του συνομιλητή σου, χωρίς όμως τακτική κι ενέργειες που θα πρόδιδαν πονηριά, το αποτέλεσμα θα ήταν ή ευνοϊκό για σένα ή τουλάχιστον θα κατάφερνες να προβληματίσεις τον άνθρωπο απέναντί σου. Οπότε μιλάμε για απόλυτες συμπεριφορές, που δεν παίρνουν την ευθύνη της πραγματικότητας που ζουν και μένουν στάσιμοι σε ένα μεν δίκιο αλλά με μια μη δίκαιη μεταχείριση.
Δεύτερη κατηγορία, αυτοί που δε θέλουν να έχουν δίκιο. Οι απόλυτοι άνθρωποι, που πολλές φορές είναι οπαδοί μιας ιδέας η φιλοσοφίας και δεν παρεκκλίνουν καθόλου από τις μεθόδους που έχουν διδαχτεί κι ασπαστεί. Αποδοκιμάζουν τους συνομιλητές τους, δεν μπαίνουν καν σε διάλογο, καταδικάζουν εύκολα κι απόλυτα και μένουν απρόσωποι σε ένα πνεύμα κλεισμένο στα στενά όρια της δικής τους λογικής. Είναι πολύ δύσκολο να συναλλάσσεσαι με ένα τέτοιο άτομο, γιατί στην ουσία είναι απών. Σου δίνει την αίσθηση της δυναμικής παρουσίας και της ψυχικής δύναμης, αμφισβητώντας τα πάντα και προκαλώντας με το λόγο του, με τη διαφορά όμως, ότι δρα κάτω από τη σκεπή της ασφάλειας που του προσφέρει η ομάδα που ανήκει.
Το συνομιλητή, τον αποκαρδιώνει πολλές φορές με το σκληρό του λόγο και δεν πλησιάζει αρμονικά για μια σωστή επιχειρηματολογία. Δρα περισσότερο θα έλεγα σύμφωνα με τις τακτικές που παρουσιάζει ο Σοπενχάουερ στο βιβλίο του «Η τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο» βρίσκοντας τα τυφλά σημεία για κάθε περίπτωση. Οπότε, η ευθύνη του να έχουν δίκιο σε κάτι, δεν τους αφορά εφόσον αλληλοϋποστηρίζονται από ένα σύνολο ανθρώπων που ακολουθούν συγκεκριμένες οδούς. Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις οι άνθρωποι αυτοί κονταροχτυπιούνται. Οι μεν -θέλω το δίκιο μου- με τους άλλους, και οι δε που δε θέλουν να έχουν δίκιο, με τα στενά κουτάκια στο κεφάλι τους.
Και μένουν οι ημί-δίκαιοι άνθρωποι. Πλέον είναι επιστημονικά αποδεδειγμένα ότι το αίσθημα του δικαίου υπάρχει στα γονίδιά μας. Πειράματα σε πιθήκους απέδειξαν ότι αντιδρούν μπροστά στην αδικία. Και πόσο απέχει ο πίθηκος από τον άνθρωπο; Μάλιστα υποστηρίζουν ότι το ένστικτο της δικαιοσύνης είναι τόσο δυνατό που πολλές φορές βγαίνει μπροστά από τα συμφέροντα του ανθρώπου. Υποθέτω, λοιπόν, αφού όλα είναι ένα κοκτέιλ γονιδίων ότι οι δίκαιοι άνθρωποι μπορούν να αντιληφθούν με αγάπη, όχι περισσότερη, όχι λιγότερη, απλώς με αγάπη τη διαφορετικότητα και να μιλήσουν για το δίκιο τους με ένα μελωδικό σκοπό που ακόμα και αν δε συμφωνείς μαζί του, τον ακούς με ευχαρίστηση.
Μια δίκαιη μεταχείριση έχει σκληρή ομορφιά αλλά αυτό που μένει στο τέλος είναι η αλήθεια ενός ανθρώπου που σε σεβάστηκε, το όποιο σε κάνει και ευτυχή. Βέβαια σε μια άλλη σκηνή, πιο διευρυμένη, όπου παίζονται στα παρασκήνια πολιτικές και ηθικές συμφωνίες η αλήθεια απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Κι εδώ βρίσκεται η ελαστικότητα του ανθρώπου, που ενώ το ξέρει ότι οι καταστάσεις έχουν άλλη όψη, δέχεται την αλήθεια της σκηνής με γνώμονα ίσως ένα κοινό κι ευοίωνο μέλλον.
Θα μιλήσω για τον Τσόρτσιλ, που αν και διπολικός, μανία-κατάθλιψη και το μαύρο σκύλο να τον ακολουθεί υπήρξε μια μορφή που σημάδεψε την εξέλιξη της ιστορίας. Καυστικός κι αντισυμβατικός έγινε ένας ιστορικός πολιτικός που την ώρα που όλη η Ευρώπη βούλιαζε κάτω από τις ορδές των Χιτλερικών στρατευμάτων, αυτός αναφωνούσε στη Βουλή ότι η Γαλλία και οι Κάτω Χώρες είναι στο πλάι των Βρετανών και μάχονται ηρωικά, ενώ αυτές είχαν ήδη παραδοθεί. Όταν ερωτήθηκε γιατί λέει ψέματα, αυτός απάντησε: «Είμαι υποχρεωμένος να διαποτίσω το λαό με το πνεύμα ενός αισθήματος που δε γνωρίζει ότι διαθέτει.» Εδώ λοιπόν το αίσθημα του δικαίου και του δίκιου δίνεται μέσα από μια επιλογή ενός δυνατού ανθρώπου, για ένα ισχυρό κράτος. Οπότε, ενώ εκ πρώτης όψεως φαίνεται ψέμα, το αποτέλεσμα τον δικαιώνει.
Και τελειώνοντας και μιλώντας για μια δίκαιη μεταχείριση και πώς ο άνθρωπος ελίσσεται και διαφοροποιείται από τη μαζική υστερία φέρνοντας τη διαφορά θα αναφέρω τη φράση του, για τον Χίτλερ. «Δε μισώ κανέναν, εκτός από τον Χίτλερ. Κι εκείνον, για επαγγελματικούς λόγους.» Μια δίκαιη κι αμερόληπτη μεταχείριση από το Γέρο της Βρετανικής σκηνής.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου