Ο έρωτας ξεσηκώνει στον άνθρωπο έναν τεράστιο κωλοπαιδισμό.
Ναι, γεννάει θύματα αλλά θύματα δεν είναι μόνο οι ήρωες που πέφτουν ένδοξα για να σώσουν κάποια πατρίδα ή ό,τι τέλος πάντων κάθε φορά υπερασπίζονται.
Θύματα είναι και οι χήνες που τους σφηνώνουν ένα καρύδι στο λαιμό για να πάθουν ασφυξία και έτσι βασανιστικά όπως παραδίδουν το πνεύμα τους, παρέχουν και ένα αφράτο συκώτι για να έχει κάθε μικροαστός που θα πάει ένα-δυο τριήμερα στο Παρίσι, να λέει πως δεν παρέλειψε να γευτεί ένα υπέροχο φουά γκρα το οποίο φυσικά και λάτρεψε και δεν νοείται να μην το κατατάξει στο top5 των αγαπημένων του πιάτων.
Επειδή δε, είμαι καλός άνθρωπος, δε θα βάλω σχετική παραπομπή με τη διαδικασία.
Μου φτάνει που όλοι αγαπάτε τον ένδοξο αυτό αυτό διαδικτυακό χώρο, που σε λίγες μέρες χρονίζει, ακριβώς γιατί σιχαίνεται τη μίρλα, τους μωροευαίσθητους, εκείνους που αγαπούν να βλέπουν τη ζωή τους ως λογοτέχνημα που θα μπορούσε να αποδοθεί άψογα μόνο σε σενάριο τούρκικης σειράς και απλά προσπαθεί να φωτογραφίσει τις σχέσεις χωρίς να κάνει Photoshop σε χούγια, ρυτίδες, κυτταρίτιδες.
Έλεγα λοιπόν, πως οι χήνες και οι πραγματικοί ήρωες δεν επιστρατεύονται στη συμφορά οικειοθελώς, όπως συμβαίνει με τους ερωτευμένους παύλα καψούρηδες παύλα επίδοξους «να παντρευτώ, να νοικοκυρευτώ, να βρω το ιδανικό ταίρι» όπου όλοι θα καμαρώνουν πως αυτοί ταίριαξαν με του σουλτάνου το παιδί.
Επειδή είναι τελείως διαφορετικό πράγμα το να κλαίει κανείς από το να κλαίγεται, ας το παραδεχτούμε μια φορά χωρίς υστερίες, εμείς οι αδικημένοι της ζωής. Κάνουμε μαλακίες.
Ο κολλητός ακούει τον κολλητό με τις ώρες. Αναλυτικότατα. Για να βγει πόρισμα. Να βρεθεί λύση.
Απόρριψη. Εγκατάλειψη. Αχαριστία. Αφού το διαλύσαμε, ξενογάμησε άρα ποτέ δεν ήθελε τίποτα από ‘μένα και με χρησιμοποίησε. Με κορόιδεψε. Ψευτιά. Αδικία. Αηδία.
Και ο κολλητός ως τρίτο μάτι, που στην τελική εμάς αγαπάει και εμάς θα στηρίξει, αλλά και ως πιο ψύχραιμος και διαυγής, βάζει και τη λογική του αφού δεν διακατέχεται από το ίδιο πάθος. Αποτέλεσμα; Δικαίωση. Έχουμε δίκιο.
Γιατί στον κολλητό δεν λέμε αυτά που δεν λέμε και στον εαυτό μας φυσικά.
Ναι, ακριβώς. Μιλάω για εκείνες τις φορές που ύψωσες τον τόνο της φωνής σου, μπορεί και να έσπασες και κάτι πάνω στα νεύρα σου, να είπες και καμιά κουβεντούλα παραπάνω επειδή ως αθώο παιδί που ήσουν, πίστευες στην ανυπόκριτη αγάπη που σου εξομολογούνταν πως νιώθει για ‘σένα, θα σε παρακαλέσει, θα πέσει και λίγο στα πόδια σου για να σου πει πως είσαι η αγάπη της ζωής του.
Εσύ δεν φέρεσαι ποτέ με μικροπρέπεια. Ποτέ δεν κάνεις κατινιές. Γιατί, λοιπόν, να μιλήσεις στους φίλους σου και στον εαυτό σου φυσικά και για αυτά τα σημεία του σκηνικού, καθώς ζητάς παρηγοριά;
Ο άλλος που χτυπιέται στα γυμναστήρια και ναι, γαμάει και δέρνει εμφανισιακά, δεν έχει αφήσει σαβούρα σε κάθε after που τον βρίσκεις μέρα, παρά μέρα, χωρίς να την τιμήσει, όταν τον πιάνει η κοπέλα του στα πράσα και του ρίχνει ένα ωραίο άκυρο, όταν αυτή αφού θα είναι και με το δίκιο της αδέσμευτη, θα κλαίγεται όταν την δει να βγαίνει με τον πρώην της για φαγητό.
Αλλά, βέβαια, δεν θα πει στους φίλους του, πως φέρθηκε σα μαλάκας και τώρα λούζεται τις συνέπειες. Θα πει «Ε, έκανα μια μαλακία και μαλώσαμε, αλλά τελικά η πουτανάρα μόνο οι ωραίοι κοιλιακοί την νοιάζανε (για να κάνεις και το κομμάτι σου) και με την πρώτη ευκαιρία πήγε αλλού να τον φάει, καλά έκανα και δεν την πίστευα και πήγαινα από ‘δω κι από ‘κει»
Ωραία, είναι ακραία παραδείγματα. Αλλά το θέμα είναι ότι όταν τα λέμε, τα πιστεύουμε. Και πριν τα πούμε, τα πιστεύουμε.
Αν δείτε τη σειρά Τhe Affair, το κάθε επεισόδιο είναι διαιρεμένο σε δύο μισάωρα, όπου στο καθένα ο κάθε πρωταγωνιστής περιγράφει τα ίδια ακριβώς περιστατικά όπως ακριβώς τα θυμάται.
Ο τηλεθεατής συγχύζεται, καθώς δεν ξέρει ποιος είναι, για παράδειγμα, ο πέφτουλας στην αρχή της γνωριμίας.
Η κεντρική ιδέα είναι πως η μνήμη στον κάθε άνθρωπο είναι επιλεκτική.
Αλλιώς τα ζει ο καθένας. Άλλα πράγματα κρατάει, άλλα πράγματα πετάει, από το κάθε τι που ζει, κατά την προσωπικότητα του και κατά τη μοναδικότητα του. Αλλά αυτό είναι κάτι που γίνεται ασυνείδητα.
Μήπως δεν έχει συμβεί σε φίλους που αγαπιούνται πολύ ο ένας να θυμάται τη γνωριμία τους με εξονυχιστικές λεπτομέρειες όπως τι ρούχα φορούσαν, τι ατάκες είπανε ενώ ο άλλος θυμάται μόνο ότι γνωρίστηκαν μέσω του τάδε στο δείνα μαγαζί;
Το ασυνείδητο, όμως, με το ασυνείδητα επιλεκτικό έχουν απόσταση. Και το δεύτερο δεν προσβάλλει κανέναν άλλον, παρά τον εαυτό μας.