Πλησιάζοντας ηδονικά τη φλόγα του ήλιου στον ουρανό, ο Ίκαρος γεύτηκε την καταστροφική της μορφή. Τα φτερά του έλιωσαν με τον ίδιο να πέφτει στο κενό περνώντας στη λίστα όσων έμειναν στην ιστορία ως τολμηροί αλλά ταυτόχρονα αδηφάγοι κι ανυπόμονοι. Υπάρχει μια τεράστια ομοιότητα ανάμεσα στον Ίκαρο και τον αγαπημένο μας φτερωτό θεό, τον έρωτα. Παραδίνονται και οι δυο στο πάθος του να ζήσουν στο μέγιστο βαθμό αυτό που ονειρεύτηκαν, ρισκάροντας τα πάντα, ακόμη και το ίδιο το όνειρο. Και κάπως έτσι τα φτερά λιώνουν φανερώνοντας την αδυναμία που μας προσδίδει η ηδονή της έντονης επιθυμίας για να βιώσουμε το άπιαστο, το ιδανικό.
Αναζητούμε διακαώς τον έρωτα θαρρείς και θα αποτελέσει τη σωσίβια λέμβο σε οποιαδήποτε αναποδιά της ζωής μας. Προσκολλάμε σε συντρόφους θεοποιώντας τις ικανότητές τους να ανταποδώσουν το συναίσθημα που αποζητάμε. Μπορούν να το ανταποδώσουν κι αν ναι, σε ποιο βαθμό και με τι μέτρο σύγκρισης; Με εκείνο που οι ίδιοι οι σύντροφοί μας θεωρούν σωστό και ιδανικό ή στο μέτρο που εμείς προσδοκούμε από εκείνους;
Η μανία πολλών ζευγαριών για απόλυτη ταύτιση στο θέμα του έρωτα και της αγάπης αυξάνει τις απαιτήσεις που έχει ο ένας σύντροφος από τον άλλον με αποτέλεσμα πολλές φορές να ασφυκτιούν μέσα στον ίδια τους την ερωτική σχέση. Διότι δε γίνεται να απαιτείς από έναν άνθρωπο που συνάντησες τυχαία στη ζωή σου και με τον οποίο ταίριαξες σε πολλά σημεία, το να σου εκφράζει ανελλιπώς κι ακατάπαυστα τον έρωτά του. Δε νοείται η υπερβολική ανάγκη για τόσο συναίσθημα αφού θα καταφέρει να πνίξει ότι πιο όμορφο δημιουργήθηκε ανάμεσα στους δυο συντρόφους.
Κατά τον Pascal Bruckner, έναν από τους «νέους φιλόσοφους» της εποχής μας και συγγραφέα, τα ζευγάρια, διαλύονται όχι από απογοήτευση αλλά από υπερβολική ιδέα για τον εαυτό τους. Στο βιβλίο του, Το Παράδοξο του Έρωτα, ο Γάλλος συγγραφέας αναλύει τη φιλοσοφία που κρύβεται πίσω από την παραπάνω θεωρία. Βλέπετε, το θέμα δεν είναι τελικά το αν θα αγαπηθούμε ή το πόσο θα μας ερωτευτούν αλλά το πόσο πολύ το αποζητάμε ή σχεδόν το απαιτούμε από τους άλλους. Η υπερβολική ιδέα για τον εαυτό μας, στην οποία αναφέρεται ο Bruckner δεν είναι άλλη από την άσβεστη και ακόρεστη δίψα μας για συναισθήματα. Είναι με λίγα λόγια ο ίδιος ο έρωτας που πλησιάζει σαν άλλος Ίκαρος τον ήλιο. Ο έρωτας που εξιδανίκευσε τόσο τον εαυτό του, ώστε να τον απορροφήσει η αχόρταγη φύση του.
Ποτέ ξανά δεν ήταν πιο εύκολη η απόκτηση ερωτικών συντρόφων όσο στην εποχή που ζούμε. Η ανάγκη των ανθρώπων να ζήσουν το ιδανικό -το οποίο τελικά ισχύει μόνο στο μυαλό τους και δεν αποτελεί ρεαλιστικό σενάριο- είναι επίσης πιο μεγάλη από ποτέ. Ακόμη και μέσα σε έναν γάμο που θεωρείται η «ασφαλής» κατάληξη μιας σχέσης, έστω κι αν δεν είναι, μπορεί κανείς να παρατηρήσει την βουλιμική τάση των συντρόφων στο να κατασπαράξουν ο ένας τον άλλον όταν το συναίσθημα μπει σε δεύτερη μοίρα λόγω υποχρεώσεων και μιας απτής καθημερινότητας. Βλέπουμε ζευγάρια να παραπονιούνται διαρκώς για το ότι έχασαν την επαφή που πίστευαν πως είχαν ακόμη κι αν δεν την είχαν εκ των πραγμάτων, λόγω της λανθασμένης εξιδανίκευσης.
Δεν υποφέρουμε από έλλειψη συναισθημάτων αλλά από υπερβολική και υπέρμετρη ανάγκη για συναισθήματα. Κι ίσως να μην είναι ακριβώς συναισθήματα αυτά που αποζητάμε γιατί ακόμη κι αυτά θέλουν την εμβάθυνσή τους ενώ η τάση της εποχής στις σχέσεις είναι η απόλυτα επιφανειακή και καθαρά ανταποδοτική. «Μου έδωσες και θα σου δώσω, μου ανοίχτηκες και θα σου ανοιχτώ» είναι η εικόνα των ερωτικών σχέσεων που επισυνάπτονται σε μεγάλο ποσοστό με τον ρομαντισμό να παίρνει την κάτω βόλτα.
«Τα θέλω όλα και τα θέλω τώρα» είναι η φράση που επιβεβαιώνει την ακόρεστη επιθυμία των ανθρώπων καταδυναστεύοντας την όποια ερωτική σχέση. Τα ζευγάρια και οι σχέσεις δε διαλύονται από απογοήτευση ναι, αλλά από την υπέρμετρη φιλοδοξία του ότι οι άνθρωποι που έχουμε πλάι μας είναι το ιδεατό και το τέλειο. Μαντέψτε κάτι λοιπόν, τελικά δεν είναι. Καταρρίπτονται οι τέλειες εικόνες, οι πρίγκιπες και οι πριγκίπισσες χάνουν το στέμμα τους, οι γοητευτικοί το σεξαπίλ τους και τι μένει στο τέλος; Στο τέλος μένει η ουσία, ο έρωτας καθ’ αυτός με σάρκα και οστά, ευάλωτος απέναντι σε κάθε αδυναμία του χαρακτήρα του. Μας τρομάζει το να πάψουμε να απαιτούμε όλο και πιο πολλά;
Κι έτσι ο έρωτας θα αυτοπυρποληθεί. Δέσμιος των ίδιων του των παθών θα κάψει τα φτερά του. Εκείνοι που δε θα καταφέρουν να ικανοποιήσουν τη λαιμαργία τους για συνεχόμενη ένταση και συναίσθημα, θα αγγίξουν τελικά τον ήλιο, αλλά μόνο για λίγο. Θα γίνουν οι Ίκαροι της δικής τους ιστορίας. Γιατί εν τέλει δε μας φοβίζει η έντονη δυνατή φλόγα, αλλά εκείνη που τρεμοπαίζει.
Αφιερωμένο στους έρωτες που έλιωσαν από τη δύναμη της φλόγας τους.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου