Δεν ξέρω αν έχετε δει την ταινία The Meddler με την αξεπέραστη ερμηνεία της Susan Sarandon αλλά προσωπικά αφότου την είδα κατέληξα σε πολλά συμπεράσματα για τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται κάποιες φορές η σχέση γονέων- παιδιών. Η ταινία εν ολίγοις αφορά στο πόσο κάποιοι γονείς προσκολλώνται στις ζωές των παιδιών τους και πού αυτό οδηγεί. Οι δυο πρωταγωνιστικοί ρόλοι -μητέρα και κόρη- σκιαγραφούν το εν λόγω θέμα κι οι καταστάσεις που βιώνουν ακροβατούν ανάμεσα σε τρανταχτές αλήθειες και συναισθηματικά αδιέξοδα.
Ανέκαθεν υπήρχαν όπως κι υπάρχουν, στις μέρες μας, γονείς που ενεργούν κατά τρόπο που κάνει τα παιδιά τους να ασφυκτιούν. Είναι κοινό μυστικό. Οι αιτίες έχουν όλες την ίδια βάση: την ακόρεστη, ανάγκη για συνεχή επικοινωνία και τη σχεδόν «βουλιμική» τάση για παρέμβαση σε κάθε τομέα. Αυτή η ανάγκη κι αυτή η τάση υπερβαίνουν τα όρια του φυσιολογικού με έντονο το στοιχείο της προσκόλλησης.
Μια μορφή παθογένειας στη σχέση γονιός- παιδί θα λέγαμε πως οδηγεί με βεβαιότητα σε ακραίες συμπεριφορές. Για παράδειγμα, υπάρχουν γονείς που δε χάνουν την ευκαιρία να «προσκαλέσουν» θα λέγαμε τον εαυτό τους στην καθημερινότητα των παιδιών τους χωρίς να τους ζητηθεί και με τρόπο άκομψο. Γονείς που θα επισκεφτούν τα παιδιά τους -αν ζουν μακριά– χωρίς καν να μπουν στη διαδικασία να ενημερώσουν. Σκεφτείτε τι επιπτώσεις μπορεί να έχει κάτι ανάλογο αν τα παιδιά τους έχουν δημιουργήσει επίσης οικογένεια, η οποία μπαίνει σε mode εφηβικής σχέσης, όπου χρειάζεσαι έγκριση από τον γονέα σου και ξαφνικά βρίσκεσαι ξανά σε ένα σημείο που δεν αποφασίζεις εσύ για τη ζωή σου.
Στην εκπληκτική αυτή ταινία βλέπουμε τη μητέρα να κάνει αυτό ακριβώς που υποδηλώνει ο πολύ εύστοχος τίτλος. Να ανακατεύεται κυριολεκτικά στη ζωή της ενήλικης κόρης της προσπαθώντας να ελέγξει το κάθε τι. Από τη δουλειά της μέχρι την ερωτική της σχέση κι από τις φίλες της μέχρι τις κοινωνικές της υποχρεώσεις. Ο τρόπος, δε, με τον οποίο παρεμβαίνει στη ζωή της κόρης της επί καθημερινής βάσεως είναι έως και τραγελαφικός, αφού οι κλήσεις και τα μηνύματα ξεπερνούν κάθε προηγούμενο με αποτέλεσμα η κόρη να επιλέγει να απέχει από κάθε επικοινωνία. Να πούμε, βέβαια, πως αυτό συνέβη αφού πρώτα προσπάθησε με πολύ ευγενικό τρόπο κι έντιμη ανεκτικότητα να δώσει στη μητέρα της να καταλάβει πόσο λάθος πράττει.
Αυτού του είδους η προσκόλληση συναντάται επίσης σε μονογονεϊκές οικογένειες, αλλά και σε οικογένειες που ο ένας εκ των δυο γονιών έχει φύγει από τη ζωή. Έτσι τα πράγματα δυσκολεύουν για το γονέα που πλέον αναλαμβάνει έναν άχαρο διπλό ρόλο. Σε κάθε περίπτωση, οι γονείς που έχουν συνηθίσει να είναι οι κύριοι φροντιστές των παιδιών τους δυσκολεύονται να αποδεσμευτούν οπότε η παραίτηση από αυτόν τον ρόλο όταν τα παιδιά ανεξαρτητοποιούνται είναι για εκείνους μονόδρομος κι οδηγεί στην αδιάκοπη παρεμβολή με οποιοδήποτε τρόπο. Φυσικά, αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία για συμπεριφορές που «πνίγουν» λαμβάνοντας υπόψιν ότι μιλάμε για ενήλικες πια.
Τα παιδιά δεν ανήκουν στους γονείς, είναι κομμάτι τους, δημιούργημά τους αλλά ορίζουν μια ζωή δική τους από τη στιγμή που έρχονται σε αυτό τον κόσμο. Κάθε γονιός δυσκολεύεται να αποδεχθεί το γεγονός πως το παιδί του θα φύγει από την οικογενειακή εστία κάποια στιγμή, όμως αυτό δεν μπορεί να επιτρέπει σε κανένα γονέα να γίνεται χειριστικός ή να εμφανίζει ναρκισσιστικές συμπεριφορές προκειμένου να πετύχει αυτά που θέλει με τον τρόπο που θέλει. Επίσης, όπως οι γονείς έχουν δικαίωμα στα λάθη το ίδιο έχουν και τα παιδιά, πόσω μάλλον στην ενήλικη ζωή τους. Είναι ανήκουστο να προσπαθείς να χειραγωγήσεις με ασέβεια τη ζωή του ενήλικου πλέον παιδιού σου μόνο και μόνο επειδή θεωρείς τη δική σου άποψη την καλύτερη όλων ή την πιο έμπειρη όλων.
Στην ταινία, η Susan Sarandon υποδυόμενη τον ρόλο της παρεμβατικής μητέρας, φτάνει σε ένα σημείο που κι η ίδια καταλαβαίνει πως ο τρόπος με τον οποίο επιβάλλεται πια στη ζωή της κόρης της δείχνει παθογένεια. Αποφασίζει έπειτα από τη ρήξη στη σχέση τους, να εστιάσει στην πιθανότητα να ενεργεί έτσι εξαιτίας της δικής της μοναξιάς και της εκούσιας αποχής από τη ζωή. Η ίδια επέλεξε δηλαδή σε κάποια δύσκολη φάση της ζωής της να «κολλήσει» στην κόρη της αφήνοντας πια τον εαυτό της και τις δικές της ανάγκες. Θεωρούσε πως αυτό είναι το σωστό να κάνει. Θεωρούσε πως έτσι βοηθούσε κι έμμεσα λάμβανε και την επιβεβαίωση αξίας, την οποία χρειάζονταν. Αντλούσε ενέργεια μέσα από τη ζωή και τις επιλογές της ενήλικης κόρης της, θα λέγαμε μάλλον ρουφούσε όλη την ενέργειά της, δείχνοντας έτσι τη σοβαρότητα που υπάρχει σε μια τέτοια οικογενειακή σχέση.
Η ταινία The Meddler αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα μιας λυπηρής για κάποιους πραγματικότητας κι είναι επίσης εξαιρετική ευκαιρία για ανάλυση και σκέψη. Οι ακραίου τύπου συμπεριφορές που με περίσσεια μαεστρία αποτυπώνονται στον ρόλο ενός παρεμβατικού γονέα θα πρέπει να είναι παράδειγμα προς αποφυγή για κάθε γονέα που οφείλει να δείχνει σεβασμό προς τη ζωή των παιδιών. Οπότε γονείς, πριν προσπαθήσετε να χωθείτε με το ζόρι στη ζωή των ενήλικων παιδιών σας, την επόμενη φορά, σκεφτείτε γιατί το κάνετε και γιατί σας ικανοποιεί, αν σας ικανοποιεί. Μπορεί οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα να μην αρέσουν, αλλά θα είναι η τελεία που επιβάλλεται να υπάρξει σε τέτοιου είδους συμπεριφορές.
Αφιερωμένο στα «εγώ για το καλό σου το έκανα» που δεν πείθουν κανέναν.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου