Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι φτιαγμένοι για να ξυπνούν από τα χαράματα και να είναι στη τσίτα όλη την ημέρα. Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι δραστήριοι στον βαθμό που επιτάσσει μια τρελή καθημερινότητα. Υπάρχουν και εκείνοι που δε θέλουν να είναι δημιουργικοί κάθε στιγμή. Θα επιλέξουν οι ίδιοι πότε επιθυμούν, με τον δικό τους ρυθμό, κι ας είναι αργός υπερβολικά σαν της χελώνας.
Βαρεμάρα –ουσιαστικό του ρήματος «βαριέμαι», ενός ίσως από τα πιο εύχρηστα ρήματα της Ελληνικής Γλώσσας. Το «βαριέμαι» είναι κάτι σαν το χαρτί μπαλαντέρ σε μια τράπουλα, κολλάει σε αναρίθμητες περιπτώσεις ανάλογα με το τι θέλεις να εκφράσεις. Η μετάφραση ενός «βαριέμαι» μπορεί να είναι «κουράστηκα να ασχολούμαι με κάτι», «αδυνατώ να κάνω κάτι τώρα», «δεν καταλαβαίνω κάτι και προσπαθώ να το αποφύγω με τρόπο» ή πολύ απλά «βαριέμαι να το κάνω». «Βαριέμαι να ασχοληθώ με κάτι, γιατί βαριέμαι να μπω στη διαδικασία να το σκεφτώ και να το υλοποιήσω». Τόσο τραγικό είναι;
Η βαρεμάρα είναι υγεία στο βαθμό που δε θα κάψει όλα σου τα εγκεφαλικά κύτταρα. Το να νιώθεις κουρασμένος μια ημέρα και να θέλεις απλώς να κοιτάζεις το ταβάνι κάνοντας μόνο τις απαραίτητες κινήσεις όπως το να πιεις νερό και να φας είναι θεμιτό και απόλυτα κατανοητό. Το να αισθάνεσαι πως δεν έχεις ενέργεια να κάνεις πράγματα και το να θέλεις μόνο να προσφέρεις χρόνο σε μυαλό και σώμα να ξεκουραστούν είναι φυσιολογικό κι αναμενόμενο -ειδικά όταν μιλάμε για άτομα που καθημερινά καταβάλουν τεράστια προσπάθεια να ανταπεξέλθουν σε υποχρεώσεις και προγράμματα.
Η βαρεμάρα είναι επίσης πολυτέλεια. Οι ρυθμοί της ζωής μας δε σηκώνουν διαλείμματα πολλές φορές και το να βρεις μια στιγμή μέσα στην ημέρα για να κάνεις παύση από όλα και από όλους είναι σπάνιο. Σκέψου πόσο ευεργετικό θα είναι να μείνεις στο κρεβάτι όλη την ημέρα, έτσι επειδή μπορείς να το κάνεις. Σκέψου να βαριέσαι να δεις τηλεόραση ή να μπεις στο mail σου για να τσεκάρεις τα μηνύματά σου. Σκέψου να βαριέσαι να ανοίξεις τα social media για να χαζέψεις post φίλων και γνωστών.
Το γνωστό απόφθεγμα «Ποτέ μην αναβάλεις για αύριο κάτι που μπορείς να κάνεις σήμερα» του Benjamin Franklin δε βρίσκει καμία βάση σε εκείνους που βαριούνται. Το motto αυτών που βαριούνται είναι όποτε δεν έχεις διάθεση να αναβάλεις κάτι που μπορείς να κάνεις και αύριο, γιατί δεν υπάρχει λόγος να χαλιέσαι σήμερα ντε και καλά. Και έχουν δίκιο σε πολλές περιπτώσεις. Αφέσου λιγάκι και φλέρταρε με την ξεκούραση. Νιώσε πώς είναι να αφήνεις κάτι για αργότερα δίχως βέβαια να σου γίνει συνήθεια η αναβλητικότητα. Όλα σε ισορροπία και με μέτρο.
Έχει τη δική του φιλοσοφία ζωής το να βαριέσαι. Όλα κινούνται πιο αργά, κάποιες φορές με ρυθμούς χελώνας. Κι ίσως αυτό να εκνευρίζει πολλούς γύρω σου γι’ αυτό η καλύτερη συμβουλή είναι όταν σε πιάσουν οι ημέρες της απόλυτης βαρεμάρας να φροντίζεις να τις περνάς χωρίς παρέα για να μην μπαίνεις στη διαδικασία να απολογείσαι σε όσους τρέχουν γύρω σου σαν παλαβοί. Το σίγουρο είναι πως δεν πρόκειται να σε καταλάβουν και πως ίσως αναγκαστείτε να διαφωνήσετε, οπότε θα χαλάσει το κλίμα ζεν, στο οποίο βέβαια θα βρίσκεσαι μόνο εσύ.
Μερικοί υποστηρίζουν επίσης το γεγονός πως η βαρεμάρα είναι η φάση που ο εγκέφαλος ετοιμάζει κάτι πολύ δυνατό, κάτι δημιουργικό. Είναι σαν την παύση πριν τον ήχο του πιστολιού σε μια κούρσα στίβου. Μην τη φοβάσαι αυτή την παύση, κάτι ξέρει ο εγκέφαλος και την αναζητά. Πολλές από τις μεγαλύτερες εμπνεύσεις στον κόσμο έγιναν σε φάσεις χαλάρωσης. «Τα πάντα ξεκινούν από τη βαρεμάρα» έγραψε ο Ντοστογιέφσκι. Ίσως λοιπόν να είναι και η έναρξη για κάτι όμορφο και καινούριο. Είναι αξιοζήλευτη η βαρεμάρα. Δε θα ήταν πολύ ευεργετικό σε πολλούς εργασιακούς χώρους να υπήρχε ένα διάλειμμα υποχρεωτικό, στο οποίο θα μπορούσαν να βαρεθούν όλοι δίχως ενοχές και δεύτερες σκέψεις; Στην προκειμένη περίπτωση φυσικά δε θα μπορούσαν με τίποτε να βαρεθούν οι ευσυνείδητοι της παρέας που τους λες και control freaks.
Το να βαριέσαι είναι μια μορφή υγιούς αντίδρασης στην βεβαρημένη καθημερινότητα σου. Το να μην έχεις όρεξη να μιλήσεις, να σκεφτείς και να δράσεις για κάποιες ώρες είναι απόλυτα αναγκαίο. Βαρεμάρα -ουσιαστικό της Ελληνικής Γλώσσας με ουσιαστική ύπαρξη.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.