Συζητώντας τις προάλλες στον δρόμο αρκετά αργά μετά από μια έξοδο με φίλους, σκεφτόμασταν πόσο πολύ έχουν αλλάξει τα πράγματα συγκριτικά με το παρελθόν. Πόση ανασφάλεια μάς κυριεύει κάθε φορά που ακούμε ή ενημερωνόμαστε για κάτι που συνέβη κάπου στον πλανήτη ή και στην ίδια μας τη χώρα. Καταστάσεις ανήκουστες για το ανθρώπινο μυαλό. Εγκλήματα που δεν τα χωράει ο νους μας. Ατυχήματα που δε θέλει καν το μυαλό μας να εκλάβει και να μπει στη διαδικασία να αποδομήσει με κάποιο τρόπο. Απαγωγές, ληστείες, βία ωμή που ξεσπά σε δευτερόλεπτα πλάι μας μέρα μεσημέρι. Μηδέν σεβασμός προς την αξία της ζωής.
Φιλοσοφώντας λιγάκι το θέμα, καταλήξαμε στο εξής τραγικό αλλά συνάμα αληθινό συμπέρασμα. Πόσοι και πόσοι άνθρωποι στις μέρες μας κάνουν πλέον μόνο τα βασικά. Η καθημερινότητα να βγαίνει και τέλος. Καμία διάθεση για επιπλέον κοινωνικοποίηση πέρα από τη δουλειά. Ελάχιστη ανάγκη για ανακαλύψεις μέσα από ταξίδια ή απλές εκδρομές. Με το σταγονόμετρο έξοδοι για ποτά και διασκέδαση. Όσο για το φλερτ; Αυτό τείνει να γίνει είδος υπό εξαφάνιση ή extreme sport.
Επομένως, μήπως τελικά βιώνουμε μια νέα μορφή καραντίνας; Μια προσωπική επιλεκτική απομόνωση την οποία επιβάλλουμε ενίοτε στον εαυτό μας θέλοντας έτσι να αποφύγουμε τους κινδύνους που μας περιβάλλουν καθημερινά; Μήπως όλος αυτός ο συρφετός από κακά νέα που φτάνουν ολοένα και πιο κοντά σ’ εμάς, σε μια γειτονιά σαν τη δική μας, σ’ έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να είναι φίλος μας ή οικογένεια, μας αναγκάζουν να μη χαιρόμαστε όσο θα θέλαμε τη ζωή;
Τώρα βέβαια θα μου πείτε, εγκλήματα υπήρχαν πάντα. Η παρανομία κι η βία δεν έχουν συγκεκριμένη εποχή, είναι διαχρονικά. Όμως από την άλλη δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός πως ο θυμός είναι τόσος κι η αγριότητα είναι σχεδόν πληγωτική. Με το παραμικρό ή για ανούσιο πραγματικά λόγο ή ακόμη εξαιτίας κάποιου είδους αρρωστημένου challenge, εκτοξεύονται η ανάγκη για εκδίκηση, η δίψα για αντίποινα, η οργή, η χαμένη υπομονή, η ένταση, τα σύνδρομα. Ο φόβος δεν έφυγε ποτέ, τελικά, απλώς άλλαξε η μορφή του.
Οι άνθρωποι φαίνεται πως μετά τη πραγματική καραντίνα λόγω της πανδημίας, έχουν αλλάξει πάρα μα πάρα πολύ. Θα τολμούσαμε να πούμε πως όλο αυτό άνοιξε το κουτί της Πανδώρας με την ίδια να γελάει κατάμουτρα και να το διασκεδάζει εις βάρος μας. Με όλα αυτά λοιπόν να συμβαίνουν καθημερινά πώς να μη νιώθει κανείς ανασφάλεια; Ξεχάσαμε τι σημαίνει ανθρωπιά όταν ακούμε φωνές κι αντί να τρέξουμε να βοηθήσουμε με κάποιο τρόπο κάνουμε πως δεν ακούμε. Ποιοι είμαστε εμείς άλλωστε που θα βγάλουμε το φίδι από την τρύπα; Τίποτα υπεύθυνα όντα που νοιάζονται για τον διπλανό; Ας κλειστούμε σπίτι καλύτερα, γιατί έχει και καύσωνα.
Ο φόβος για όσα συμβαίνουν γύρω μας είναι το νέο κίνητρο για τον εγκλεισμό κι όχι κάποια επόμενη πανδημία. Η σχετική πάντα ασφάλεια των τοίχων του σπιτιού μας τείνει να γίνει χώρος διαβίωσης, διασκέδασης, μόρφωσης, ακόμη κι επαγγελματικής απασχόλησης μαζί. Η απομόνωση έχει κιόλας ξεκινήσει για κάποιους κι ίσως να μην έχει γίνει αντιληπτή, αλλά έχει ξεκινήσει. Πώς να εξηγήσουμε άλλωστε τον βιασμό που συμβαίνει επανειλημμένα σε ένα σπίτι που βρίσκεται ανάμεσα σε άλλα; Πώς γίνεται να μη βλέπει κανείς ή να μην ακούει; Και βλέπει κι ακούει. Αλλά δε μιλάει. Δε φανερώνει. Δε φανερώνεται. Φοβάται.
Όταν σεβαστούμε περισσότερο την αξία της ζωής για κάθε πλάσμα σε τούτο τον κόσμο, όταν δε μας νοιάζει που καίγεται το σύμπαν όσο το δικό μας το σπίτι είναι δροσερό, τότε ίσως να πάψουμε να κρυβόμαστε στα καβούκια μας. Με το να επιβάλλουμε στον εαυτό μας μια νέα μορφή καραντίνας θεωρώντας πως θα προστατευτούμε από οποιοδήποτε κακό, καταφέρνουμε αυτό που δεν πρέπει να συμβεί. Να κάνουμε κακό. Παραλάβαμε με delivery μια απομόνωση με απ’ όλα, από κάθε κοινωνικό στοιχείο με μηδέν έως ελάχιστη αλληλεπίδραση και δώρο κουπόνια επιβράβευσης πως κάναμε το σωστό.
Η σκέψη κι η ανόητη νοοτροπία του «αφού δεν έχει συμβεί σε μένα, όλα καλά». Η ηδονή της κλειδαρότρυπας. Η φάση του «συμπάσχω με αυτό που σε βρήκε αλλά θα καθίσω να δω τι γίνεται για να έχω να λέω». Η τάση του να το παίζουμε ειδήμονες απανταχού, ολούθε και με το στόμφο του παντογνώστη κουνώντας το δάχτυλο και κρίνοντας με ευκολία, στις οθόνες μας κι από τον καναπέ. Το κλάμα για τα δάση που καίγονται και την αγωνία για τον καύσωνα παραγγέλνοντας ντελίβερι στις 3 το μεσημέρι- γιατί ποιος νοιάζεται για τον ντελιβερά, τη δουλειά του κάνει. Η σιωπή, η ανοχή, η ψευτοδιάθεση για βοήθεια μέσω ενός στάτους στο fb. Η νέα μορφή εγκλεισμού είναι όλα αυτά κι άλλα τόσα. Ο φόβος φυλάει τα έρμα όντως, αλλά η ανθρωπιά είναι αυτή που πρέπει να τα φυλάει και με θάρρος να λέει «φτου και βγαίνω» κάθε φορά που ο φόβος κάνει το δικό του ανήθικο παιχνίδι.
Αφιερωμένο στον φόβο που στήνει παιχνίδι με το παράλογο στις δικές μας πλάτες.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου