Ανοίγοντας τα οικογενειακά άλμπουμ, κυρίως στα Κυριακάτικα τραπέζια, αναμοχλεύεις αναμνήσεις οι οποίες συνήθως γεννούν απορίες για τα χρόνια που πέρασαν και τις στιγμές που τώρα γεμίζουν τις σελίδες τους. Οι σκέψεις που περνούν από το μυαλό κοιτάζοντας τις φωτογραφίες είναι λίγο ή πολύ κοινές για όλους μας. «Πώς περνάνε έτσι τα χρόνια». Μαθαίνεις λιγάκι παραπάνω τους ανθρώπους που σε έφεραν στη ζωή, διανύοντας μέσα από τα δικά τους κλικ μια πορεία. Οι γονείς μεγαλώνουν μαζί με τα παιδιά κι αυτή δυστυχώς είναι μια αδιαπραγμάτευτη συμφωνία με όρους που γράφονται με αόρατο μελάνι.
Ως μικρά παιδιά, οι γονείς μας είναι οι δικοί μας υπερήρωες, «άτρωτοι», δυνατοί να αντιμετωπίσουν το κάθε τι. Ικανοί να μας προστατεύσουν από οποιαδήποτε απειλή. Είναι παράλληλα οι «φίλοι» μας στα πρώτα μας παιχνίδια. Γελάμε μαζί τους, βασιζόμαστε πάνω τους και δεν απορούμε ποτέ με την αντοχή τους ακόμη κι όταν τους βλέπουμε στο τέλος της ημέρας να έχουν αποκοιμηθεί στον καναπέ παρ’ όλο που είπαμε πως θα δούμε μαζί μια ταινία.
Ως έφηβοι αντιμετωπίζουμε τους γονείς μας από μια άλλη οπτική, περνώντας πολλές φορές στην απέναντι πλευρά. Μας εξιτάρει το να τους πάμε κόντρα, να τους αμφισβητούμε και να προκαλούμε την αντοχή τους και πάλι, αυτή τη φορά όμως από διαφορετική σκοπιά. Σεβόμαστε δε την εμπειρία τους και φροντίζουμε σε αρκετές των περιπτώσεων να παραδεχθούμε τα λάθη μας εφόσον βέβαια τους προκαλέσουμε να παραδεχθούν πρωτίστως εκείνοι τα δικά τους.
Ως ενήλικες κι έχοντας ίσως αργότερα αποκτήσει δική μας οικογένεια, οι γονείς μας αποτελούν για εμάς ανεξάντλητη πηγή σοφίας. Θα τους απασχολήσουμε και πάλι με κάθε λογής πρόβλημά μας, μικρό ή μεγάλο, σημαντικό ή ασήμαντο. Θα βασιστούμε και πάλι πάνω τους για συμβουλές ζωτικής σημασίας είτε σε θέματα της καρδιάς και της αγάπης είτε για τα επαγγελματικά μας βήματα.
Κι έρχεται μια στιγμή που ξαφνικά συνειδητοποιούμε πιο πολύ από ποτέ τις γραμμές και τις ρυτίδες στα πρόσωπα των γονιών μας τη στιγμή που πίνουμε μαζί τους το καθιερωμένο μας καφεδάκι. Κι απορούμε με τον εαυτό μας για το ότι δεν τις είδαμε νωρίτερα ή αν υπήρχαν, δε δώσαμε και τόση σημασία. Και προς στιγμήν μπορεί και να θυμώσουμε με τον εαυτό μας για το ότι δεν κάναμε ίσως πολλά για να μην έρθουν αυτές οι ρημάδες οι ρυτίδες. Κοίταξε τον δικό σου καθρέφτη, μεγάλωσες κι εσύ. Πώς περιμένεις οι γονείς σου να μείνουν για πάντα νέοι;
Μεγαλώνουμε και μαζί με εμάς και οι γονείς μας. Τα άλλοτε δυνατά σώματα μετατρέπονται σε αδύναμα με το πέρασμα του χρόνου και τα φρέσκα πρόσωπα γεμίζουν ρυτίδες σοφίας αλλά και κόπωσης. Το δικό μας οικοδόμημα προστασίας και ασφάλειας καταρρίπτεται μπροστά σε μια όψη που για χρόνια προσπαθούσε να είναι η δυνατή, να μην κλαίει, να μη φωνάζει, να μη λυγίζει, να μην αρρωσταίνει, να μην έχει ανάγκες -οριακά- και τώρα ένας-ένας πέφτουν οι τοίχοι γιατί δεν τους χρειαζόμαστε εμείς πια. Όμως ψυχολογικά, δεν είσαι ποτέ έτοιμος να δεις τον γονιό σου πιο ανθρώπινο, πιο τρωτό ίσως κι αυτό γιατί είχαμε εμείς αυτή τη θέση ως παιδιά και κάπως τη συνηθίσαμε.
Κι έτσι νιώθουμε ξαφνικά ανασφάλεια κι απίστευτη αβεβαιότητα γιατί καλούμαστε πια και ρεαλιστικά να απομυθοποιήσουμε όλη αυτή την περσόνα του σούπερ ήρωα, που κουράζει απίστευτα και τον γονιό. Αναρωτιόμαστε για το πώς πέρασε έτσι ο χρόνος, φοβόμαστε μήπως δεν περάσαμε αρκετό χρόνο μαζί τους όντας απασχολημένοι με τα δικά μας προσωπικά πλάνα στη ζωή τα οποία πάντα στήριζαν κι ενθάρρυναν από τη δική τους θέση, πολλές φορές εις βάρος των δικών τους προσωπικών φιλοδοξιών.
Κι οι ρόλοι αντιστρέφονται. Οι κάποτε γονείς μετατρέπονται πια σε «μικρά παιδιά» και τα κάποτε παιδιά πρέπει πια να φροντίσουν με τη σειρά τους εκείνους που παραμένουν θεόρατοι και στιβαροί, παρά τα πιο σκυφτά σώματα. Μεγαλώνουν οι γονείς μας. Μεγαλώνουμε όμως κι εμείς. Κι η δική μας ανασφάλεια στη σκέψη πως είναι τρωτοί, πρέπει να μετατραπεί σε δική τους πια αίσθηση ασφάλειας. Εκείνοι θα γίνουν κάποτε τα παιδιά. Εκείνοι θα βασίζονται πια επάνω μας. Εκείνοι ίσως αποζητούν τις δικές μας πια συμβουλές. Κι έρχεται η ώρα που τα δικά τους διδάγματα μέσα από τη δική μας εμπειρία θα επιστρέψουν και πάλι πίσω στους κατόχους τους.
Κλείσε τώρα το οικογενειακό άλμπουμ και δες το πρόσωπο που σε κοιτάζει. Το βλέμμα αυτό δε θα αλλάξει ποτέ παρά τις γραμμές, παρά τις ρυτίδες, αναλλοίωτο στο χρόνο, θα μείνει εκεί .
Αφιερωμένο σε κάθε ρυτίδα εκείνων που ξέρουν πως τίποτε δεν είναι δεδομένο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου